Πώς τα πέρασες Διογένη τα φετινά Χριστούγεννα που ήτανε τα χειρότερα που είχαμε ζήσει ποτέ στη ζωή μας με τις πολλές στερήσεις, με τον εγκλωβισμό κατ’ οίκον με την κοινωνική απομόνωση, με τις κακές ψυχικές διαθέσεις, θλίψη, ανασφάλεια, φόβο, τρόμο για τον καταραμένο ιό και ούτε θεάματα, ούτε τίποτα χαρούμενο;

Να σου πω Κωνσταντή, εγώ τούτανα που λες δεν τα κατάλαβα… Επέρασα όπως και τσ’ άλλες μέρες. Ε, πως εφόρουνα τη μάσκα και πήγαινα στα μαγαζιά κι εψώνιζα, χαράς το πράμα! Το μόνο που μ’ έκανε να γελώ, ήτανε απού εβάλαμε κι εμείς τα.. (μουστούχια) τσι μάσκες, απού βάναμε παλιά στα βούγια! Ποιος να μας τόλεγε τότε σας, πως ήθελε όπως τα βούγια να τα βάλωμε κι εμείς!..

– Μπράβο Διογένη, γιατί οι περισσότεροι αγανακτήσανε, δεινοπαθήσανε, έγινε πολύ δύσκολη η ζωή τους, αφόρητη φορώντας τη μάσκα για να σώσουν τη ζωή τους! Βρε αμάν μόνο έτσι θα γλιτώσουμε από την πανδημία! Από τους θανάτους, από την κατρακύλα της οικονομίας, από το μαρτύριο της κολάσσεως των διασωληνωμένων κ.λπ. Μπα, τον αράπη σαπουνίζεις… καμία διαφορά!

Αλλά για πες μου Διογένη, εσύ πέρασες καλά, η κερά σου όμως η Ευγενία; Οπου οι γυναίκες όλες θέλουν τουλάχιστον τις μέρες αυτές να τις περάσουν καλύτερα, να στολιστούνε, να βαφτούνε, να πάνε στην εκκλησία να περάσει η ώρα και να δείξουνε και τα καινούρια φορέματα..

– Μπα, εμένα το κακορίζικο το Αυγιωνιό μου είναι καλοπόταγη, δεν τσ’ αρέσουνε αυτά. Αφού τση λέω: Να σου πάρω μπρε Αυγιωνιό σκολιάτικα παπούτσα; Οϊ, αφού έχω τα… νυφικά μου και είναι γερά ακόμη! Να σου πάρω μπρε σκιάς μια ρόμπα σκολιάτικη;

– Ε Παναγία μου μπρε Διογένη, δύο έχω στη ντολάπα και δεν τσι προλαβαίνω!

– Απ’ ότι κατάλαβα, είναι ένας σταθερός και προσγειωμένος χαρακτήρας, και ολιγαρκής. Είναι ευχαριστημένη με τα λίγα που έχει. Αυτό που την ενδιαφέρει και έχει προσηλωθεί σ’ αυτό είναι να ευχαριστεί εσένα και να περνάτε ωραία και ευτυχισμένα

– Αυτή άμα έχει εμένα Κωνσταντή σα ‘νάχει όλο τον κόσμο! Εμείς δεν καταλάβαμε ούτε περιορισμένοι, ούτε πράμα και κίντα πως είναι όλα σφαλιχτά, εμείς ούτε σε θέατρα πηγαίναμε, ούτε τουρισμό, ούτε σε ταβέρνες κ.λπ.

Ας εκάτεχα γω γιάντα ο κόσμος σήμερο δε μαγερεύγει στα σπίτια ντος, να τρώει σπιτικό φαΐ απού μυρίζει η γειτονιά, είναι και υγιεινό! Να σου κάμει φαί το Αυγιωνιό μου!..

– Σας ζηλεύω Διογένη. Η αγάπη που έχετε, η κατανόηση, η συνεννόηση, η στοργή, η ευτυχία που έχετε δεν εξαγοράζεται με όλα τα πλούτη του κόσμου!

Αμφιβάλω αν υπάρχει καθόλου γκρίνια μεταξύ σας;

– Οϊ, την αρχή εγκρίνιασα μια ολιά μα ύστερα είδα που ήτανε το Αυγιωνιό μου ένας Άγγελος που μου τον είχε πέψει ο Θεός.Και με ηρέμησε! Ναι, Διογένη γιατί αν σου έστελνε καμιά γκρινιάρα τώρα δε θάσουνα ο Διογένης που είσαι! Η γυναίκα κρατά τη σκάλα και ανεβαίνει ο άνδρας – Ε, ντά άμα δεν τηνε κρατάς δα πας να βγεις στο πρώτο σκαλοπάτι και δα πέσεις χάμε!

Η ευτυχία είναι το μεγαλύτερο αγαθό στον άνθρωπο, πόσον μάλλον εσείς που εκτός της δικής σας αγάπης, έχετε και την αγάπη όλου του κόσμου γύρω σας διότι η αγάπη η οποία υπάρχει μέσα στο σπίτι, βγαίνει και προς την κοινωνία έξω και είναι αμοιβαία. Έτσι, η αγάπη διπλασιάζεται, άρα και η ευτυχία!

– Ε, ντα άμα είσαι μπρε ευτυχισμένος, ήντα άλλο θες; Και με τα λίγα ευτυχισμένος σου φαίνονται πολλά.