Η διαγραφή του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά αποτελεί ένα δυσάρεστο πολιτικό γεγονός για ολόκληρη την κεντροδεξιά παράταξη, την κυβέρνηση, τα στελέχη και τους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις και τα σχόλια πολιτικών αναλυτών και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα που επικρατεί σε συζητήσεις μεταξύ των πολιτών θεωρείται αναπόφευκτο γεγονός, μετά την συστηματική ρητορική διαφοροποιήσεων και σκληρής κρητικής κυρίως στην εθνική πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση, που ουσιαστικά προκάλεσαν την αποπομπή του.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που εξέφρασε τη διαφοροποίησή του από την κυβέρνηση, ήταν όμως η πρώτη φορά που δημοσιοποίησε αυτήν επίσημα με τις δηλώσεις του στο «Βήμα της Κυριακής».

Η απόφαση της διαγραφής αποτελούσε μονόδρομο για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη καθώς δεν υπήρχαν περιθώρια για να συνεχιστεί η προβληματική έτσι κι αλλιώς παραμονή του Αντώνη Σαμαρά στη Νέα Δημοκρατία καθώς προκαλούσε φαινόμενα εσωστρέφειας και από προσανατολισμού στην υλοποίηση του κυβερνητικού έργου.

Προφανώς και ο Αντώνης Σαμαράς έχει δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του όπως κάθε πολιτικός, πολύ περισσότερο αυτός που βρίσκεται στην πολιτική πέντε δεκαετίες και έχει διατελέσει βουλευτής, υπουργός και πρωθυπουργός της χώρας.

Όμως δεν έχει δικαίωμα να χαρακτηρίζει «μειοδότη» τον υπουργό Εξωτερικών και να χαρακτηρίζει «χαριεντισμούς» της φιλοφρονήσεις στην δεκάλεπτη χαλαρή συνομιλία των κ.κ. Μητσοτάκη, Χριστοδουλίδη και Ράμα, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης γιατί πρέπει να αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για βαριά προσβολή κατά του Έλληνα πρωθυπουργού και του Κύπριου προέδρου.

Σύμφωνα με όλα τα δημοσιοποιημένα στοιχεία δεν ήταν πρώτη φορά που είχε εκφράσει την διαφοροποίησή του προς την κυβέρνηση, αλλά η πρώτη φορά που εξέφρασε ολική διαφοροποίηση σε όλα τα πεπραγμένα, εκφράζοντας καθαρά την έλλειψη εμπιστοσύνης του σε αυτήν.

Είναι η δεύτερη φορά που ο κ. Σαμαράς βρίσκεται στην ίδια θέση όταν πριν από 32 χρόνια είχε συμβεί το ίδιο απέναντι στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και μάλιστα τότε την είχε οδηγήσει στην πτώση της. Η ιστορία αυτή σήμερα επαναλαμβάνεται σαν φάρσα, γιατί όπως όλα δείχνουν δεν υπάρχουν βουλευτές να τον ακολουθήσουν και να προκαλέσουν πτώση της σημερινής κυβέρνησης.

Όλοι οι πρώην πρωθυπουργοί έχουν δικαίωμα να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους και μπορούν να πουν και μια κουβέντα παραπάνω, γιατί κυβέρνησαν τη χώρα απέκτησαν εμπειρίες που μπορούν να φανούν χρήσιμες για την εκάστοτε κυβέρνηση της χώρας.

Ο λόγος τους έχει βαρύτητα, είναι σημαντικός, αλλά ακόμα πιο σημαντικό θα ήταν να συνειδητοποιήσουν ότι είναι πρώην πρωθυπουργοί και δεν πρέπει να συμπεριφέρονται σαν να είναι ακόμα… νυν. Δεν είναι σωστό να παρεμβαίνουν κουνώντας το δάκτυλο είτε προς τους πολιτικούς είτε προς την κοινωνία με κάθε αφορμή σε κάθε ευκαιρία.

Σήμερα στη Βουλή έχουμε πέντε πρώην πρωθυπουργούς, Σημίτη, Καραμανλή, Παπανδρέου, Σαμαρά και Τσίπρα. Όλοι κατά καιρούς προσπάθησαν με κάποιο τρόπο να εμπλακούν, να ελέγξουν, να καθοδηγήσουν εν ενεργεία πρωθυπουργούς ή αρχηγούς κομμάτων χωρίς οι ίδιοι να έχουν κάνει την αυτοκριτική τους.

Η ιστορία γράφει τι έχει πράξει ένας πρωθυπουργός όταν κυβερνά τη χώρα και όταν αργότερα από τις εξελίξεις απομακρυνθεί, οφείλει να κατανοήσει ότι κατέχει πλέον άλλο ρόλο. Μπορεί να δώσει τα φώτα του και την εμπειρία που απέκτησε χωρίς να έχει απαίτηση ότι πρέπει να συγκυβερνήσει.

Αυτό πρέπει να ισχύει για όλους και το ίδιο θα ισχύσει και για τον Κυριάκο Μητσοτάκη όταν θα έρθει η ώρα να αποχωρήσει. Στην πολιτική ιστορία της χώρας δεν υπάρχει άλλη διαγραφή που να έχει προκαλέσει τόση θλίψη ακόμη και σε εκείνους που την αποφάσισαν.

Μεγάλο πολιτικό σφάλμα του Αντώνη Σαμαρά επίσης στην συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» να αναφερθεί τώρα στην υποψηφιότητα του Κώστα Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας.

Οι προθέσεις θεωρούνται αδιερεύνητες να κυμαίνονται από την καλοπροαίρετη διάθεση μέχρι την ανύποπτη κίνηση της προσπάθειας εγκλωβισμού της κυβέρνησης μέσα σε μία παρατεταμένη ονοματολογία, πού θα προκαλέσει δημόσια ζύμωση με αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης και συζητήσεις σε λάθος χρόνο για το όνομα του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας.

Είναι βέβαιο ότι η διαγραφή του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά πέραν των συζητήσεων και των εκτιμήσεων που ακολούθησαν κατατάσσοντάς την ως δίκαιη και επιβεβλημένη, αποτελεί προσφορά επιχειρηματολογίας στην διαλυμένη αντιπολίτευση.

Θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί εάν τα θέματα που υπάρχουν, να είχαν προβεί σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις οι πρώην πρωθυπουργοί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, στηρίζοντας πραγματικά την κυβέρνηση στη διαχείριση των εθνικών θεμάτων, τηρώντας απαρέγκλιτα την σοφή αρχαία ελληνική ρήση που έλεγε, τα εν οίκω μη εν δήμω…