-«Ρε, Αγησίλαε, λέω να κάνω κανένα βάψιμο στ’ αμάξι». –«Χρήστος». –«Από χέρι το πήρα, έχει και τα χρονάκια του, αλλά είναι ναυαρχίδα… άνετο, δυνατό, όσο να ‘ναι, θέλει την περιποίησή του». –«Χρήστος… Χρήστος». –«Κι αυτό το χρώμα το πράσινο, προς το καναρινί, ποτέ δεν το συμπάθησα. Θέλω να τ’ αλλάξω προς το γκρι, μεταλλικό…». –«Χρήστος, Χρήστος… ούτε συζήτηση». –«Δηλαδή;». –«Χρήστος… θα πας να του πεις ότι πας από μένα και θα σου ‘ξηγηθεί αλμυρό φιστίκι.

Πρώτος τεχνίτης σου λέω… και κοίταξε, να επιμείνεις να σου κάμει βαφή φούρνου… άκου τι σου λέει ο Αγησίλαος. Κάτι ξέρω απ’ αυτά!». Κάπως έτσι έμαθα για το Χρήστο και το κύκλωμα βαφής αυτοκινήτων. Όμως, όσο ζεις μαθαίνεις… Ήξερα για «γίγαντες φούρνου»· για «βαφή φούρνου» άκουγα πρώτη φορά!

Ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας συνήθιζε να λέει: «Για να πετύχει μια επιχείρηση, πρέπει να έχει τρία πράγματα… Πρώτο… θέση, δεύτερο… θέση και τρίτο… θέση!». Κάτι τέτοιο εφάρμοζε κι ο Χρήστος, ασχέτως αν ήξερε το «απόσταγμα ζωής» του έμπειρου επιχειρηματία. Το συνεργείο του ήταν «κέντρο – απόκεντρο». Κοντά στο κέντρο, αλλά σε ένα θύλακα, προς την κατεύθυνση του οποίου η πόλη φαινόταν απρόθυμη να επεκταθεί. Έβγαλα φλας, βγήκα από την άσφαλτο, μπήκα σε ένα χωματόδρομο και σε λιγότερο από εκατό μέτρα βρισκόταν το συνεργείο, με μια ταλαιπωρημένη επιγραφή: «ΧΡΗΣΤΑΡΑΣ».

Το οικοδόμημα ήταν ένα γιαπί με χτίρια από τούβλα ασοβάντιστα και απέναντι από την είσοδο, διασχίζοντας το χωματόδρομο, ήταν ένα ελαιόφυτο. Χώρος ιδανικός για τις υπαίθριες εργασίες, για τη στάθμευση ή το μανουβράρισμα των οχημάτων. Συνεργείο απόμερο, στη μέση του πουθενά, αλλά και λίγα βήματα από την κεντρική αρτηρία… Μέσα στον αδιαμόρφωτο χώρο του συνεργείου ένας μεγάλος θάλαμος – φούρνος, όπου γινόταν το … μυστήριο της βαφής των οχημάτων.

Σβήνω μπροστά στην είσοδο και πριν προλάβω να βγω, ένας μεσόκοπος καλοβαλμένος και αρκετά συμπαθητικός μάστορας, εγκατέλειψε μια πόρτα, ακουμπισμένη στη ρίζα μιας ελιάς, που φαίνεται πως μόλις είχε αρχίσει να τη ψεκάζει με χρώμα βαφής. –«Έρχομαι από τον Αγησίλαο», είπα. –«Καλό παιδί ο Άγης… είναι και ΑΕΚάρα… Είμαι ο Χρήστος… τι έχουμε; … ή μάλλον μη μου πεις… θα το βρω μόνος μου… Βαψιματάκι;». –«Μπράβο, το βρήκες» του είπα, μη θέλοντας να δείξω ότι κατάλαβα την πονηριά του. Σε συνεργείο βαφής αυτοκινήτων πήγα, καρφωτός και σε αδιέξοδο… τι άλλο να ήθελα; Να μου μετρήσουν τη χοληστερίνη;

Ο Χρήστος περπάτησε αργά και εξεταστικά ένα γύρο το αυτοκίνητό μου, έκαμε πως σκύβει για να δει από κάτω, αλλά στο ύψος που έφτασε το κεφάλι του, μόνο αν το φως διέγραφε καμπύλη τροχιά θα μπορούσε να δει την κατάσταση από κάτω. –«Καιρός του ήταν. Θέλει κι αυτό την περιποίησή του. Κι από κάτω, οπωσδήποτε Πισσάρισμα – Τσιχλάρισμα»!… Όπα, όπα… σκέφτηκα· τώρα μπαίνουμε σε ανώμαλα ρήματα. Το πισσάρισμα, περίπου, το κατάλαβα. Θα εννοούσε πίσσα, από κάτω, κάτι σαν μόνωση, προστασία από την οξείδωση. Αλλά το «τσιχλάρισμα» τι ήταν; Να ρωτήσω ή να μη ρωτήσω, σκέφτηκα. Τελικά δεν ρώτησα. Θεώρησα ότι το «τσιχλάρισμα» ήταν ένας κρυπτοτεχνικός όρος, απλώς για να δίνει έμφαση στο … «πισσάρισμα».

-«Όπως το βλέπω, στην περίπτωσή σου», συνέχισε ο Χρήστος, «θέλει χρώμα διπλής επίστρωσης. Αυτό περνιέται πρώτα ένα φόντο χρώματος, δηλ. βασικό χρώμα και τελικά το βερνίκι. Έτσι, η βαφή της διπλής επίστρωσης, με τα χρώματα και τα εφέ, σχηματίζει μαζί με το βερνίκι ένα σκληρό και γυαλιστερό φιλμ…». Πήρε το βλέμμα του από το αυτοκίνητο, το έριξε πάνω μου, μάλλον για να με ψυχολογήσει και το ξαναγύρισε στο όχημά μου. Και συνέχισε: «Στην βαφή μονής επίστρωσης το χρώμα προστατεύεται μόνο του, ενώ στην διπλή επίστρωση την προστασία αναλαμβάνει το βερνίκι».

Στο σημείο αυτό, κάτι πήγα να πω, αλλά ο Χρήστος συνέχισε: «Το πέρασμα του χρώματος γίνεται με τον ίδιο τρόπο που γίνεται και το αστάρωμα δηλαδή με «ηλεκτροστατική επίστρωση», γεγονός που προσφέρει μεγάλα πλεονεκτήματα έναντι της μεθόδου με τα πιστόλια  ψεκασμού, που έκαναν οι παλιοί μάστορες»… πρόσθεσε με συγκατάβαση. –«Ναι, αλλά…», ξεκίνησα να λέω, αλλά πάλι με διέκοψε. –« Το μεταλλικό χρώμα στην παραγωγή ψεκάζεται με αυτόματο μπεκ ψεκασμού. Με την ηλεκτροστατική βαφή, που θα σου κάνω, ο προσανατολισμός των σωματιδίων του αλουμινίου γίνεται με τέτοιον τρόπο ώστε δεν μπορεί να αναπαραχθεί σε άλλο  συνεργείο με τα γνωστά μέσα».

Ομολογώ ότι είχα χάσει το παιχνίδι σε μια επιχειρηματολογία που δεν μπόρεσε καν ν’ αρχίσει. Αν δεν ήταν αυτός που ήταν, θα μπορούσα να πιστέψω πως στην επιστήμη του, θα είχε κάμει τη μια διδακτορική διατριβή πίσω από την άλλη… Τελικά, συμφωνήσαμε και στην τιμή. –«Το βάζω μπρος τη Δευτέρα», είπε. –«Χρήστο, μια και θα κάνουμε αυτή τη φασαρία, θα σου φέρω να μου αντικαταστήσεις τον καθρέπτη του οδηγού, γιατί όπως βλέπεις, το καθρεπτάκι έχει ραγίσει», πρόσθεσα. – «Δεν ξέρω αν προλαβαίνεις… εγώ Δευτέρα στις εννέα, ΜΟΝΩΝΩ»!… εδώ κόλλησα, πάλι. Ψάρωσα, που λένε. Φαντάστηκα κάποιο μηχάνημα, ένα ρομπότ, ας πούμε, να τριγυρίζει το αυτοκίνητό μου και να εκτελεί μια εντελώς ιδιαίτερη εργασία, ύψιστης ακρίβειας, εκείνη της Μόνωσης. Αλλά πώς;

Δευτέρα ξυπνάω πρωί, παίρνω ταξί, του λέω: πάμε στου «Αθηναίου», Ούλαφ Πάλμε, ανταλλακτικά. Ο άνθρωπος έπινε τον πρωινό καφέ του. Με χαιρέτησε ευγενικά, του είπα τι θέλω και σχεδόν χωρίς να σηκωθεί, άπλωσε το χέρι και περίπου χωρίς να κοιτάξει, μου έδωσε τον καθρέπτη: -«Αυτός είναι που σου κάνει και με γεια σου!». Όσο να ‘ναι θαύμασα άλλο ένα σωστό και έμπειρο επαγγελματία. –«Πάμε στου Χρηστάρα», είπα στον οδηγό ταξί. Οι αποστάσεις είναι μικρές και σε λίγο το ταξί με αφήνει μπρος στο συνεργείο, γεμάτο από περιέργεια να δω, επιτέλους, τι είναι αυτό το «Μονώνω»… Τελικά, ο Χρήστος ήταν στημένος μπρος στο αυτοκίνητό μου, κρατώντας μια χαρτοταινία και με τη βοήθεια μιας εφημερίδας κάλυπτε τα τζάμια και τα νικελένια εξαρτήματα, ώστε να μην έρθουν σε επαφή με το χρώμα, κατά τον ψεκασμό! Αυτό ήταν το «μονώνω», που με είχε ψαρώσει τόσο!!!

-«Καλημέρα. Το προχωράμε, όπως είπαμε… έφερες το καθρεπτάκι;», μου είπε με χαμόγελο. –«Μονώνεις, βλέπω… με το τσιχλάρισμα τι θα γίνει;», είπα, για να φέρω την κουβέντα εκεί που ήθελα. –«Λοιπόν, το τσιχλάρισμα των κοίλων χώρων με υγρό κερί βρίσκεται στο τέλος της διαδικασίας βαφής.

Το τσιχλάρισμα προστατεύει αποτελεσματικά τις κοιλότητες και εξασφαλίζει μακροχρόνια αντιδιαβρωτική προστασία. Επιπρόσθετα, χρησιμοποιείται αφρός πολυουρεθάνης σε ειδικά καθορισμένες κοιλότητες, για την βελτίωση της ακουστικής και την μείωση της επίδρασης από εξωτερικούς θορύβους… το όχημά μας θα είναι έτοιμο μεθαύριο, Τετάρτη, στις 11:15. Πέρασε να το παραλάβεις!».

Περπάτησα στο χωματόδρομο, για να φτάσω στον κεντρικό και να βρω ταξί. Όμως στο μυαλό μου γυρόφερνε ο προβληματισμός: Πού θα είχε φτάσει ο Χρήστος, όπως και άλλοι επιτυχημένοι συνάδελφοί του, «αν είχε μάθε γράμματα»!!!

[email protected]