Η δυναμική των νησιών και ιδιαίτερα της Κρήτης στον παγκόσμιο τουρισμό , αποτυπώνεται σε μελέτη της Εθνικής Τράπεζας που αναφέρει τους τρόπους για να παραμείνει στους δημοφιλέστερους προορισμούς του κόσμου.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι συγκαταλέγεται στην πρώτη εξάδα της λίστας των πιο δημοφιλών προορισμών παγκοσμίως.
Πρώτη είναι η Μαγιόρκα και ακολουθούν Πούκετ,Χαβάη,Μπαλί,Τενερίφη,Κρήτη,Σικελία,Ίμπιζα,Κανάρια νησιά,Κύπρος,Σαρδηνία,Ρόδος,Κούβα,Τζαμάικα,Κέρκυρα,Κώς,Μαδέιρα,Κορσική,Μπαχάμες.Παρακάτω στην λίστα βρίσκονται οι Σεϋχέλλες και Μαδαγασκάρη.
Τα ισχυρά χαρτιά της
Όπως σημειώνεται, «η Κρήτη είναι ένας ολοκληρωμένος τουριστικός προορισμός με ποικιλομορφία που συνδυάζει οργανωμένες παραλίες (11 παραλίες ανά 100χλμ με γαλάζια σημαία έναντι 2-3 στα λοιπά νησιά), πολυτελείς ξενοδοχειακές υποδομές και σημαντικά πολιτισμικά μνημεία με έντονη επισκεψιμότητα.
Όμως η Κρήτη κυρίως λόγω του μεγάλου της μεγέθους έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει τον ώριμο τουρισμό της προς όφελος ολόκληρης της οικονομίας της, γεγονός που διαπιστώνεται επιτυχημένα στις δυνατές συνέργειες μεταξύ τουριστικού και αγροδιατροφικού κλάδου, με 70% των ξενοδοχείων να προωθούν τοπικά προϊόντα βάσει έρευνας της ΕΤΕ.
Ευρύτερα ακόμη, οι δυνατότητες του νησιού (καινοτομική δραστηριότητα, ψηφιακές υποδομές και τεχνολογία, σημαντικά πανεπιστήμια) σε συνδυασμό με το ευνοϊκό κλίμα επιτρέπουν την έλευση τουριστών καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και για επαγγελματικούς λόγους (digital nomads, συνεδριακός τουρισμός).
Με τον τρόπο αυτό, τα οφέλη από τις ενισχυμένες αυτές τουριστικές ροές μπορούν να διαχυθούν σε ολόκληρη την οικονομία του νησιού με πολλαπλασιαστικές επιδράσεις.»
Ανάγκη για επενδύσεις σε βιώσιμες υποδομές στα νησιά
Η μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, αναδεικνύει την ανάγκη επενδύσεων 35 δισ. ευρώ έως το 2035 για βιώσιμες υποδομές στα ελληνικά νησιά, με στόχο τη διαχείριση της τουριστικής ανάπτυξης και μείωση της εποχικότητας.
Σύμφωνα με την μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Τράπεζας, όπως σημειώνει το Traveldailynews, τα ελληνικά νησιά αντιπροσωπεύουν 11% του παγκόσμιου νησιωτικού τουρισμού, με επτά εξ αυτών να κατατάσσονται στους 30 κορυφαίους προορισμούς διεθνώς, δίπλα σε νησιά όπως το Μπαλί και η Χαβάη.
Ωστόσο, η διατήρηση αυτής της θέσης προϋποθέτει ανθεκτικότητα στις αυξανόμενες τουριστικές ροές, καθώς οι υποδομές λειτουργούν ήδη στα όριά τους. Στην αιχμή της σεζόν, καταγράφονται 33 τουρίστες ανά τ.χλμ. ημερησίως, έναντι μόλις 2–3 στην υπόλοιπη Ελλάδα και τη Μεσόγειο.
Το ζητούμενο της νέας δεκαετίας
Το βασικό ζητούμενο της επόμενης δεκαετίας, σύμφωνα με τη μελέτη, δεν είναι η περαιτέρω αύξηση αφίξεων, αλλά η ενίσχυση της αξίας ανά επισκέπτη και η εξομάλυνση της εποχικότητας. Η αύξηση του μεριδίου των μη Ευρωπαίων τουριστών από 8% σε 18% έως το 2035 μπορεί να ενισχύσει τη δαπάνη ανά άφιξη κατά 15%, ενώ η ανάπτυξη νέων προορισμών και ταξιδιών εκτός αιχμής μπορεί να μειώσει τη συγκέντρωση των αφίξεων Ιουλίου–Αυγούστου από 42% σε 34%.
Έτσι, οι τουριστικές υποδομές θα αξιοποιούνται πιο αποτελεσματικά και για μεγαλύτερο μέρος του έτους, αυξάνοντας την απόδοση των επενδύσεων.
Ανεπαρκείς επενδύσεις σε υποδομές
Παρά την τουριστική άνθηση, η μελέτη διαπιστώνει ότι η τελευταία 20ετία χαρακτηρίστηκε από ανεπαρκείς επενδύσεις σε υποδομές. Οι δαπάνες ανά κάτοικο ήταν αντίστοιχες με εκείνες της ενδοχώρας, παρότι οι ανάγκες των νησιών αυξάνονται έως και 50% τους θερινούς μήνες και τα λειτουργικά κόστη είναι κατά 15% υψηλότερα.
Για να καλυφθεί αυτό το κενό, απαιτούνται επενδύσεις ύψους 35 δισ. ευρώ έως το 2035 (περίπου 3,5 δισ. ευρώ ετησίως), δηλαδή σχεδόν διπλάσιες από τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας. Η μείωση της εποχικότητας θα επέτρεπε την αξιοποίηση των υποδομών άνω του 95% για έξι μήνες το χρόνο, αντί για δύο σήμερα, ενισχύοντας σημαντικά τη βιωσιμότητα των επενδύσεων.
Τι προτείνει
Η μελέτη προτείνει τη δημιουργία σταθερού και προβλέψιμου χρηματοδοτικού πλαισίου, που θα περιλαμβάνει:
• Ενίσχυση ίδιων πόρων από τέλη διαμονής και κρουαζιέρας (σήμερα περίπου 0,4 δισ. ευρώ ετησίως) με θεσμοθέτηση πλήρους ανταποδοτικότητας (ring-fencing), ώστε τα έσοδα να επενδύονται στις ίδιες περιοχές.
• Αξιοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων μέσω ΣΔΙΤ και παραχωρήσεων.
• Χρήση ευρωπαϊκών και διεθνών πόρων, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης (RRF), το ΕΣΠΑ και δάνεια της ΕΤΕπ.
Παραδείγματα όπως οι Βαλεαρίδες, η Βενετία και οι Σεϋχέλλες δείχνουν ότι η σύνδεση των εσόδων με συγκεκριμένα έργα ενισχύει τη διαφάνεια και επιτρέπει τη σταδιακή αύξηση των πόρων.
Οργάνωση και συντονισμός
Η μελέτη τονίζει ότι η πρόκληση δεν είναι μόνο χρηματοδοτική αλλά και διοικητική. Προτείνεται η ίδρυση μιας Εθνικής Αρχής Υποδομών Νησιών, με αρμοδιότητα τη συγκέντρωση πόρων, την ιεράρχηση έργων βάσει δεδομένων και την επιτάχυνση υλοποίησης μέσω fast-track διαδικασιών.
Η Αρχή αυτή θα πρέπει να λειτουργεί σε συνδυασμό με:
Ολοκληρωμένα αναπτυξιακά σχέδια νησιών, σύμφωνα με το νέο ειδικό χωροταξικό σχέδιο για τον τουρισμό.
Μηχανισμό τεχνικής υποστήριξης, με δείκτες απόδοσης και clusters μηχανικών για ωρίμανση έργων.
Παρόμοια μοντέλα εφαρμόζονται ήδη με επιτυχία σε Βαλεαρίδες και Αζόρες, επιταχύνοντας την ολοκλήρωση κρίσιμων έργων.
Η Εθνική Τράπεζα εκτιμά ότι, με τη στρατηγική αυτή, οι τουριστικές εισπράξεις μπορούν να αυξηθούν κατά 45% (περίπου +5 δισ. ευρώ ετησίως) και η συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ να φτάσει από 24 δισ. ευρώ σε περίπου 30 δισ. ευρώ μέχρι το 2035, δημιουργώντας σημαντικά οφέλη σε απασχόληση και εξαγωγές.
Το βασικό συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι το πραγματικό διακύβευμα για την επόμενη δεκαετία δεν είναι η αύξηση των αφίξεων, αλλά η ικανότητα της Ελλάδας και των νησιών της να διαχειριστούν την επιτυχία τους, μετατρέποντάς την σε βιώσιμο πλεονέκτημα για το μέλλον του ελληνικού τουρισμού.
