Ανοιχτοχέρηδες τουρίστες – Ποιοι είναι αυτοί που αφήνουν χρήματα στην Κρήτη
Ποιοι τουρίστες ξοδεύουν περισσότερα

«Ταμείο θα κάνουμε στο τέλος της σεζόν» συνηθίζουν να λένε οι φορείς του τουρισμού στην Κρήτη. Ωστόσο έχουν ενδιαφέρον τα στοιχεία που καταγράφονται σε έρευνες για το οικονομικό προφίλ των τουριστών που επισκέπτονται το νησί, αλλά και εκείνα της Τράπεζας της Ελλάδας που δείχνουν ποιοι τουρίστες αφήνουν τα περισσότερα χρήματα.

Σύμφωνα με την έρευνα του ΜΑΙΧ που βρίσκεται σε εξέλιξη, ο μέσος όρος του εισοδηματικού επιπέδου των επισκεπτών κυμαίνεται μεταξύ της κλίμακας 70.000 – 80.000 ευρώ, παρουσιάζοντας μια αύξηση σε σχέση με την προηγούμενη τουριστική περίοδο.

Αυτή η αύξηση οφείλεται κυρίως από τουρίστες του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γερμανίας, αλλά και από την ιδιαίτερη αύξηση αλλοδαπών τουριστών που προέρχονται από χώρες της Αμερικής, Καναδά και Αυστραλίας, οι οποίοι είναι και πολύ υψηλού εισοδηματικού προφίλ. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το 1/3 των επισκεπτών στην περιοχή μας δηλώνει εισόδημα πάνω από 100.000 €.

Σε σχέση με το μέγεθος της μέσης δαπάνης που πραγματοποιεί ο επισκέπτης στις κύριες κατηγορίες εξόδων έως τώρα δεν διαφέρουν καθόλου ή στατιστικά σημαντικά από το προηγούμενο έτος. Οι μέσες δαπάνες για εστίαση (~545 €) καταλαμβάνουν πάνω από το 50% των συνολικών δαπανών, ενώ ακολουθούν δαπάνες ενοικίασης οχήματος (~276 €) και αγορές προϊόντων (~206 €).

«Παρατηρώντας τα παραπάνω, τονίζουν οι μελετητές, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το οικονομικό αποτύπωμα δαπανών των επισκεπτών δεν έχει αλλάξει. Το γεγονός αυτό ενισχύεται από την άποψη των επισκεπτών ότι η Δυτ. Κρήτη αποτελεί έναν προορισμό όπου οι υπηρεσίες που προσφέρει σε σχέση με το κόστος, είναι σε εξαιρετικό επίπεδο (ποσοστό Ικανοποίησης ~90%).

Το τελευταίο όμως, δεν αναιρεί το γεγονός ότι φέτος υπάρχει αυξημένο κόστος γενικά σε όλο το φάσμα των υπηρεσιών τουρισμού, γεγονός που αναγνωρίζεται από τους επισκέπτες χωρίς ωστόσο να επηρεάζει το ύψος των δαπανών από την πλευρά τους.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο ίσως να έγκειται και ο γρίφος της δυσφορίας αρκετών επιχειρήσεων της περιοχής καθώς καλούνται να μοιραστούν το ίδιο με πέρυσι ποσό δαπανών των επισκεπτών, την ίδια στιγμή που πρέπει να αντιμετωπίσουν πολύ αυξημένα κόστη ενέργειας και πρώτων υλών, γεγονός που καθιστά το προϊόν ακριβό με χαμηλά περιθώρια κέρδους και μειωμένη ανταγωνιστικότητα».

Η έρευνα και η ανάλυση υλοποιήθηκαν από το Παρατηρητήριο Τουρισμού Δυτικής Κρήτης και συντονίστηκε από το τμήμα Οικονομίας & Διοίκησης του Μεσογειακού Αγρονομικού Ινστιτούτου Χανίων (ΜΑΙΧ), σε συνεργασία με το Εργαστήριο Συστημάτων Χρηματοοικονομικής Διοίκησης του Πολυτεχνείου Κρήτης, το τμήμα Διοικητικής Επιστήμης & Τεχνολογίας του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου (ΕΛΜΕΠΑ) και μέλη του Τμήματος Οικονομικών επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης.

Είναι γνωστό ότι σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις το πρώτο εξάμηνο του 2026 καταγράφουν αύξηση 11%.

Οι εθνικότητες

Με βάση τις σχετικές ανακοινώσεις για το ταξιδιωτικό ισοζύγιο πληρωμών της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με το 247:

«Οι εισπράξεις από κατοίκους των χωρών της ζώνης του ευρώ κατέγραψαν άνοδο κατά 13,5% (Ιούνιος 2025: 1.410,8 εκατ. ευρώ, Ιούνιος 2024: 1.243,0 εκατ. ευρώ), ενώ οι εισπράξεις από κατοίκους των χωρών της ΕΕ-27 εκτός της ζώνης του ευρώ μειώθηκαν κατά 18,8% και διαμορφώθηκαν στα 332,2 εκατ. ευρώ.

Οι εισπράξεις από την Γερμανία αυξήθηκαν κατά 18,6% και διαμορφώθηκαν στα 594,6 εκατ. ευρώ, όπως και οι εισπράξεις από τη Γαλλία κατά 19,9%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 192,0 εκατ. ευρώ.

Άνοδο κατά 25,7% παρουσίασαν και οι εισπράξεις από την Ιταλία, στα 180,0 εκατ. ευρώ. Από τις λοιπές χώρες, αύξηση κατά 3,0% παρουσίασαν οι εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 601,2 εκατ. ευρώ, όπως και οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ, οι οποίες ενισχύθηκαν κατά 64,7% και διαμορφώθηκαν στα 247,3 εκατ. ευρώ. Τέλος, οι εισπράξεις από τη Ρωσία μειώθηκαν στα 1,8 εκατ. ευρώ.

Όπως σημειώνει η ΤτΕ, η αύξηση κατά 8,8% των ταξιδιωτικών εισπράξεων τον Ιούνιο του 2025 στα 3.306,7 εκατ. ευρώ, έναντι 3.038,3 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2024, οφείλεται κυρίως στην ενίσχυση της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι κατά 10,2%, καθώς η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση μειώθηκε όπως προαναφέρθηκε κατά 1,7%.

Συνολικά αυξημένη κατά 11% ήταν η εισροή εσόδων. για το α’ εξάμηνο του έτους, φτάνοντας τα 7,66 δισ. ευρώ. Ο αριθμός των ταξιδιωτών είχε οριακή άνοδο 0,6% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024, στα 11,7 εκατομμύρια επισκέπτες.

Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, οι Γερμανοί και οι Αμερικανοί κατέγραψαν διψήφιο ποσοστό αύξησης κατά 13,5% και κατά 29,4% αντίστοιχα. Πιο συγκεκριμένα, οι Γερμανοί έγραψαν έσοδα 1,37 δισ. και οι Αμερικανοί ενίσχυσαν τις ταξιδιωτικές εισπράξεις με 704 εκατ. ευρώ.

Μάλιστα, οι Αμερικανοί κατέγραψαν μέση δαπάνησε επίπεδο εξαμήνου στα 1.015 ευρώ. Η γερμανική αγορά βρέθηκε στην τρίτη θέση της σχετικής λίστας με τη μέση δαπάνη να διαμορφώνεται στα 739 ευρώ, 8 ευρώ μόλις πιο κάτω από τα 747 ευρώ των Γάλλων που βρέθηκαν στη δεύτερη θέση.

Ενδεικτικό της σημασίας των δύο αγορών, της αμερικανικής και της γερμανικής, είναι το γεγονός ότι οι δαπάνες τους αποτέλεσαν αθροιστικά το διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου το 27% των συνολικών τουριστικών εισπράξεων.

Σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες παραδοσιακές αγορές ταξιδιωτών του ελληνικού τουρισμού, μονοψήφια αύξηση στο 9% σημείωσαν και οι εισπράξεις από την ιταλική αγορά, στα 344 εκατ. ευρώ. Οι Ιταλοί ξόδεψαν τα λιγότερα το α’ εξάμηνο του έτους, με τη μέση δαπάνη να υπολογίζεται στα 558 ευρώ.

Οι Βρετανοί ταξιδιώτες ξόδεψαν 1,08 δισ. ευρώ, ποσό που παραπέμπει σε άνοδο 7,3% σε ετήσια βάση, με τη μέση δαπάνη να ανέρχεται στα 711 ευρώ, με τους Γάλλους να σημειώνουν μικρή άνοδο κατά 2,1%, στα 455 εκατ. ευρώ».