Η κοινοβουλευτική διαδικασία της ψηφοφορίας επί των προτάσεων για την Προανακριτική των Τεμπών έκλεισε χθες στην ουσία την αυλαία της πολιτικής ανεπάρκειας και κατάντιας γύρω από την τραγωδία.
Και πλέον, έχουν μάλλον δίκιο όσοι υποστηρίζουν ότι ποτέ δεν πρόκειται πραγματικά να διερευνηθούν και να καταλογιστούν οι όποιες ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων για όσα οδήγησαν στο συμβάν που σημάδεψε τη χώρα μας.
Η ευθύνη για αυτή τη συγκάλυψη δεν ανήκει μόνο σε μια μεριά, ανήκει σε δύο. Γιατί, όπως λέει το γνωστό ρητό «χρειάζονται δύο για να χορέψεις τανγκό». Κι αυτό το τανγκό το χόρεψαν μαζί η Κυβέρνηση και η αντιπολίτευση – για να είμαστε ακριβείς και δίκαιοι όχι όλη η αντιπολίτευση, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της.
Στην τραγωδία των Τεμπών η πραγματική, η μεγάλη και φοβερή συγκάλυψη θα είναι αυτή: να μην φτάσουμε ποτέ να μάθουμε ποιοι και πώς συνετέλεσαν διά πράξεων και παραλείψεων στη δημιουργία των συνθηκών που οδήγησαν στο τραγικό δυστύχημα – και φυσικά αυτοί να μην κριθούν ποτέ από την τακτική δικαιοσύνη.
Για τα υπηρεσιακά πρόσωπα η έρευνα της δικαιοσύνης είναι σε εξέλιξη και μπορούμε ακόμα να τρέφουμε ελπίδες ότι θα μάθουμε την αλήθεια και θα αποδοθεί δικαιοσύνη καταπώς πρέπει.
Για τα πολιτικά πρόσωπα όμως, αυτή η ελπίδα έχει εκλείψει, αν δεν θέλουμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Γιατί οι δύο κύριοι πολιτικοί υπεύθυνοι, οι πρώην υπουργοί Χρήστος Σπίρτζης και Κώστας Καραμανλής, δεν θα φτάσουν ποτέ να δικαστούν για το μείζον ατόπημά τους, την αμέλεια να ολοκληρώσουν το έργο της διαβόητης σύμβασης 717.
Ο μεν Χρήστος Σπίρτζης δεν υπέχει πλέον ευθυνών, καθώς βάσει του καταπληκτικού νόμου περί ευθύνης υπουργών, οι όποιες ευθύνες του έχουν παραγραφεί μετά τις εκλογές του 2023. Ο δε Κώστας Καραμανλής, ο εξοργιστικά ανεύθυνος και οιηματίας αυτός πολιτικός γόνος, θα οδηγηθεί κατά πάσα βεβαιότητα σε ένα δικαστικό συμβούλιο που πιθανότατα θα τον απαλλάξει.
Όπως εύστοχα έχει καταδείξει η αξιωματική αντιπολίτευση, η πρόταση κατηγορίας της κυβερνητικής πλειοψηφίας κατά του κ. Καραμανλή έχει συντεθεί με τέτοιο τρόπο που μοιραία θα οδηγήσει στην απαλλαγή του.
Και κάπου εκεί, μαζί και με το άλλο θέατρο σκιών που αναμένεται για τον Χρήστο Τριαντόπουλο, θα κλείσει το κεφάλαιο της διερεύνησης πολιτικών ευθυνών και για το ίδιο το δυστύχημα και για τη διαχείριση της διερεύνησής του, και όλα θα μπουν θα στο «χρονοντούλαπο της ιστορίας».
Ας ευχηθούμε, βέβαια, να κάνει τουλάχιστον η δικαιοσύνη τη δουλειά της με πληρότητα, ώστε να μην έχουμε φιάσκο και εκεί – ένα φιάσκο που σε μεγάλο βαθμό έζησε η ελληνική κοινωνία με τη δικαστική διερεύνηση της τραγωδίας στο Μάτι.
Ωστόσο, οι πολιτικές σκοπιμότητες θα έχουν θριαμβεύσει. Τόσο από τη μεριά της Κυβέρνησης όσο κι από τη μεριά της έξαλλης αντιπολίτευσης, η «δουλίτσα» θα έχει γίνει και οι μεν θα προχωρήσουν παρακάτω χωρίς την πολιτική καταστροφή που έτρεμαν από την πρώτη στιγμή, οι δε θα έχουν αποκομίσει τα όποια πολιτικά οφέλη ήθελαν.
Και θα μείνουν πίσω οι 57 συμπολίτες μας που έχασαν τη ζωή τους, οι οικογένειές τους που θρηνούν και όλη η κοινωνία που έμεινε εμβρόντητη μπροστά στην τυχαιότητα της ανασφάλειας μέσα στην οποία ζει.
Η Κυβέρνηση, το πολιτικό σύστημα, το Κοινοβούλιο, οι περισσότερες πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης, μεγάλο μέρος του θεσμικού μας πλαισίου έδωσαν εξετάσεις και απέτυχαν. Από την πρώτη στιγμή που συνέβη η τραγωδία μέχρι τώρα, μια παρατεταμένη αποτυχία για την οποία κανείς δεν σκοτίζεται από όσους ευθύνονται. Η χώρα, με τον υπολογισμό και τη σπέκουλα των πολιτικών δυνάμεων ένθεν κακείθεν, έχασε την ευκαιρία να βάλει το νυστέρι βαθιά και να αποκαλύψει όσα νοσούν.
Γιατί η νόσος που έστρωσε τον δρόμο για αυτή την τραγωδία είναι πολιτική, ας μη γελιόμαστε. Και όσο την συγκαλύπτουμε αναπαράγεται και αυτοτροφοδοτείται. Ας ευχηθούμε να την αποκαλύψει έστω λίγο, όσο γίνεται η δικαιοσύνη στην δική της έρευνα και ας προσευχηθούμε να μη χρειαστεί μια επόμενη τραγωδία για να θυμηθούμε όσα δεν κάναμε για αυτή των Τεμπών.