Θα γυρίσει ο γιος μου
και θα πει «γιατί
μπαμπά μας κατάντησε
έτσι η γενιά σου;»

Όταν ήμουν μικρή, άκουγα τον Πανούση να τραγουδάει “δίχως Κατοχή και πείνα, χωρίς ρετσίνα”.

Εμείς, η γενιά μου, είμαστε τα παιδιά της γενιάς του Πολυτεχνείου. Δεν περάσαμε ούτε Κατοχή, ούτε Χούντα, κάποιοι, όταν ήταν ακόμα παιδιά κρατούσαν μπαλόνια του ΠΑΣΟΚ ή σημαίες της ΝΔ χωρίς να καταλαβαίνουν καν τι είναι.

Σήμερα ακούω τον αγαπημένο μου τραγουδοποιό, με τον οποίο δεν έχουμε και ιδιαίτερη διαφορά ηλικίας, να αναρωτιέται “γιατί η γενιά μας να έπεσε σε τέτοιες συγκυρίες”.

Εμείς κατεβήκαμε στους δρόμους όταν καταργήθηκαν οι δέσμες, φωνάξαμε «Κάτσε καλά, Γεράσιμε» και, για να είμαστε ειλικρινείς, ο χρόνος έδειξε πόσο δίκιο είχαμε..

Μετά, ήρθε η οικονομική κρίση και μας τσάκισε τα φτερά. «Μη μιλάς, κάνε ό,τι σου λένε, μη ζητάς πολλά, κάτσε υπερωρίες, χαμόγελα και πες «ναι» σε ό,τι σου ζητήσει το αφεντικό σου. Και ας μη σε πληρώνει… Ένσημα σου κολλάει; Ε, τι θες παιδί μου, με τέτοια κρίση τι να κάνει κι εκείνος;»

Είναι μια μίξη από συμβουλές που έδιναν οι γονείς γνωστών μου όταν “ρίχνονταν” στον εργασιακό στίβο, τότε, τα χρόνια της κρίσης. Τότε που ένα εν δυνάμει αφεντικό, ρώτησε το νέο παιδί που ήθελε να εργαστεί, «πόσο ανάγκη την έχεις την δουλειά;»…

Όταν σιγά- σιγά καταφέραμε να σταθούμε στα πόδια μας, ήρθε η πανδημία και μας ισοπέδωσε. Μας είπε ότι ήταν λάθος που αναθαρρήσαμε, ψέμα η- υποτιθέμενη- ευημερία, και τα δικά μας τα παιδιά στην πείνα θα τα μεγαλώσουμε.

Όμως, τώρα μαζεύτηκαν πολλά. Δέκα με δεκαπέντε χρόνια κρίση, είτε οικονομική είτε υγειονομική, είναι όπως λέμε και στο χωριό μου «too much», πάρα πολλά και πολύ απλά δεν αντέχονται. Δεν μπορείς να σκύβεις άλλο το κεφάλι δεν μπορείς να μη ζητάς, να μην απαιτείς, να μην διεκδικείς άλλο.

«Το συνειδητοποιείς ότι τα δικά μας τα παιδιά δεν θα ξέρουν τι σημαίνει συλλαλητήριο; Τι σημαίνει απεργία, διεκδικώ, τι σημαίνει δικαίωμα; Θα γυρίσει ο γιος μου και θα πει «γιατί μπαμπά μας κατάντησε έτσι η γενιά σου;». Είναι ο προβληματισμός ενός φίλου μου, ένα απόγευμα που βρήκαμε ευκαιρία να πιούμε καφέ, με κλειστά κινητά και ίντερνετ.

«Όχι παιδί μου, για να μπορείς εσύ αύριο να ζεις σε ένα εργασιακό περιβάλλον με αξιοπρέπεια, εγώ σήμερα δεν θα δουλέψω 12 ώρες χωρίς ρεπό και ένσημα. Θα φύγω, θα βρω αλλού, θα κάνω κάτι δικό μου. Θα μάθεις ότι πρώτα από όλους και από όλα σέβεσαι εσύ τον εαυτό σου. Όχι να τον «πουλήσεις», να τον σέβεσαι. Τότε μόνο θα σε σεβαστούν και οι άλλοι, και αν δεν το κάνουν φεύγεις. Οι εργασιακές σχέσεις είναι όπως και οι προσωπικές. Δούναι και λαβείν, αλλιώς… τα κουβαδάκια μου και σε άλλη παραλία».

Αυτά είπε στον 12χρονο σήμερα γιο του, ο οποίος απάντησε «ναι, μπαμπά μου». Σήμερα, δεν κατάλαβε τι άκουσε, όπως εμείς, κάποιοι εκπρόσωποι της γενιάς μου, δεν καταλάβαιναν τι έκαναν όταν, μωρά ακόμα, φώναζαν συνθήματα κομματικά σαν παιδικά τραγουδάκια…