«Μια χαρά έξω μου κι δύο τρομάρες μέσα μου», ήθελε να τους πει
αλλά η αξιοπρέπειά της δεν της άφησε περιθώρια να μιλήσει
Η Νίκη είναι 43 χρόνων με σώμα που θα ζήλευαν πολλές 20άρες. Εκείνο που είναι ακαταμάχητο, όμως, είναι το χαμόγελό της. Σε αφοπλίζει με τα λακκάκια και τα ολόλευκα δόντια της. Στην γειτονιά κάποιοι την αποκαλούν “Η εύθυμη χήρα”. Ο Κώστας “έφυγε” πριν από δύο χρόνια, επέστρεφε από την δουλειά κουρασμένος και αποκοιμήθηκε στο τιμόνι. Το τελευταίο που του είπε ήταν “άντε, έλα γρήγορα, μου έλειψες”.
Κάθε πρωί, χαράματα μάλλον, η Νίκη βάζει το ξυπνητήρι στις 5. Βάζει κονσίλερ να κρύψει τα σημάδια από τα κλάματα. Κάθε βράδυ, όταν όλο το σπίτι κοιμάται, εκείνη παίρνει αγκαλιά το μαξιλάρι του και το γεμίζει δάκρυα. Αρνείται να δώσει την αγαπημένη της μπλούζα του που την είχε οικειοποιηθεί όταν ήταν έγκυος και δεν χωρούσε σε καμία δικιά της.
Βάζει μάσκαρα, κραγιόν και δεν αφήνει σε κανένα το περιθώριο να την πει “κακομοίρα”. Δεν θέλει να την βλέπουν έτσι τα παιδιά της. Ο χρόνος για εκείνη σταμάτησε στις 2.15 τα ξημερώματα Σαββάτου δύο χρόνια πριν. Το χαμόγελό της είναι ο τρόπος να δίνει κουράγιο στα παιδιά της, η μάσκαρα το όπλο της απέναντι στην κακία του κόσμου.
Ο μεγάλος της γιος στο “πόδι” του πατέρα, πρωτοετής φοιτητής αλλά έχει αναλάβει τα μικρά. Τα πηγαίνει και τα φέρνει από το σχολείο, τα διαβάζει… Πώς να κάνει αλλιώς; Η Νίκη είναι όλη μέρα στην δουλειά. Τα ρεπό είναι αφιερωμένα στην οικογένεια: επιτραπέζια, κυνηγητό γύρω απ’ τους καναπέδες και ποπ κορν με παιδικό τα βράδια. Ακριβώς όπως ονειρευόταν τη ζωή με τον Κώστα, αυτή που τώρα ζει μόνη της.
Όταν ο μεγάλος ξεπορτίζει, η καρδιά της ραγίζει. Του δίνει χαρτζιλίκι, τον κερνά ένα από εκείνα τα δικά της τα χαμόγελα, ένα “πιες κάτι στην υγεία μου” και προσεύχεται να γυρίσει ασφαλής κοντά της.
Μια μέρα, η Νίκη είχε την τιμή να συνοδεύει εκείνη το παλικάρι της σε έξοδο. Από τις σπάνιες φορές που κατάφερε να βρει εθελοντή για τα μικρά της. “Μπα, πρόλαβε και βρήκε και πιπίνι; Μωρέ μπράβο…” , αναφώνησε μία γειτόνισσα που δεν ξεκαθάριζε και πολλά στο σκοτάδι. Πού να πάει το μυαλό της ότι ο άντρας που είχε περάσει το χέρι του στο μπράτσο της Νίκης ήταν ο γιος της; Το βλέμμα επικριτικό και χαμηλωμένο. Η Νίκη δεν προσπερνάει, χαίρεται με το χαμόγελο που ζηλεύουν οι διαφημίσεις της οδοντόκρεμας. Αυτό που τόσο μάταια προσπαθούν να σβήσουν από τα χείλη της.
Η ιστορία της Νίκης φέρνει στο μυαλό την Μαρίνα. Το παράπονό της ότι κανείς δεν στάθηκε στο πλευρό της όταν είχε τόσο ανάγκη. “Μα εμείς; Σε βλέπαμε μια χαρά” απολογήθηκαν όλοι…
«Μια χαρά έξω μου κι δύο τρομάρες μέσα μου», ήθελε να τους πει αλλά η αξιοπρέπειά της δεν της άφησε περιθώρια να μιλήσει.
Δεν μπορούσε, εξάλλου, να ξεχάσει τη φράση που κάποια στιγμή ξεστόμισαν κάποια χείλη: «Αφού δεν μπορούσε να τα συντηρήσει, τι τα έκανε τρία παιδιά;».