Ένα άλλο βράδυ κουτελωθήκαμε (κυριολεκτικά) όλοι μαζί με τον Μπρους Γουίλις

Μια ζωή φοβόμουν τα αεροπλάνα και τα ταξίδια στο εξωτερικό ήταν μετρημένα….  Ένα μήνα πριν, εγώ κάνω  focus στην απογείωση. Σκέφτομαι  πώς θα περάσω και πάλι εκείνα τα μαρτυρικά δευτερόλεπτα μέχρι να ισιώσει στην πορεία του το αεροσκάφος για να αναπνεύσω.

Σαν κάποιος να μου κλείνει με μανία τις αναπνευστικές οδούς και βρίσκομαι ένα βήμα πριν την ασφυξία. Συνεπιβάτες και αεροσυνοδοί γουρλώνουν τα μάτια τους οι άνθρωποι. Δεν ξέρουν αν πρέπει να καλέσουν γιατρό για τις πρώτες βοήθειες ή παπά για εξορκισμό.

Όμως τα αγαπώ τα ταξίδια! Αυτός είναι ο πλούτος μας, οι εμπειρίες μας, καλές, όμορφες, συγκλονιστικές, ανατρεπτικές… Οι εικόνες, οι ανοιχτοί ορίζοντες, οι άνθρωποι. Να θυμόμαστε καταστάσεις και να γελάμε με νοσταλγία.

Να βλέπεις την Κορίνα να ψάχνει εναλλακτικό μπαρ μεταμεσονύκτιες ώρες στο λιμάνι του Κάλιαρι και να μην καταλαβαίνει τον Ρώσο πορτιέρη με το περίστροφο στη μέση να την αποπέμπει, εξηγώντας της, με Σιβηρικό ύφος, ότι η είσοδος ήταν ελεύθερη μόνο για άνδρες.

Να σκας στα γέλια βλέποντας την έκφραση απογοήτευσης στο πρόσωπο της Σταυρούλας. Δευτερόλεπτα πριν είχε επιστρατεύσει όλη της την γλυκύτητα προκειμένου να ρωτήσει έναν Τσέχο για τον σταθμό του μετρό. Αν απάντησε σε σας, απάντησε και σε εκείνη.

Να γελάμε μέχρι δακρύων με την Νίκη στην Antica Osteria Croce στη Ρώμη και να εξοργιζόμαστε με τον βρωμορατσιστή  Γερμανό σερβιτόρο στο Βερολίνο. Ένα άλλο βράδυ κουτελωθήκαμε (κυριολεκτικά)  όλοι μαζί με τον Μπρους Γουίλις.

Την Γιάννα στην Μαγιόρκα να νοσταλγεί έναν καφέ στη λίμνη του Αγίου Νικολάου. Στο Στρασβούργο, σε πρωινό με κυβερνητικό στέλεχος της εποχής (τρομάρα μου), να ανοίγω το στόμα και να πετάω ξεκούδουνα: «δεν θα πεθάνουμε ποτέ κουφάλα νεκροθάφτη». Με το δίκιο του απόρησε ο άνθρωπος, η Γιάννα κόντεψε να πλαντάξει.

Στην Φλωρεντία λύσσαξα με την σερβιτόρα με τα διαμαντένια σκουλαρίκια που είχε την απαίτηση να προπληρώσουμε (μόνο εμείς) τα ποτά καθ’ ότι ήμασταν εντελώς παράταιροι με το status και το life style του the most popular καφέ της πόλης. Αν το παπούτσι δεν σεταριστεί με κοστούμι, καπέλο, τσάντα και βεντάλια, είσαι για τον πάγκο της λαϊκής.

Ξετρελάθηκα με την «χοντρή» του βορρά, την Μπολόνια, την οποία θεωρούσα απλώς ξενέρωτη αλλά, ευτυχώς, διαψεύστηκα. Θυμάμαι μια 80άρα Αμερικανίδα, λεπτή σαν οδοντογλυφίδα, να βγαίνει από μία trattoria τρισευτυχισμένη. Με τα ακροδάχτυλα στα χείλη έκανε τον χαρακτηριστικό ήχο του «μπουκιά και συχώριο, φωνάζοντας «mama mia”. Λατρεμένη Ιταλία!

«Πού να τρέχουμε τώρα; Ο κορωναϊός θερίζει…» με αποτρέπουν. Με φθάνει ο ένας φόβος, αυτός των αεροπλάνων. Βαρέθηκα να μου λένε να “κάτσω στα αυγά μου”.  Η ζωή είναι μικρή και πολύτιμη για να την ξοδεύουμε λουφάζοντας.

Τις προάλλες, γνωστός τοξικομανής, ο οποίος έχει λιώσει από την πρέζα (δεν έχει αφήσει πόρο ατρύπητο) ρώτησε, σχεδόν με συνωμοτικό ύφος,  τον αστυνομικό που τον συνόδευε αν έχει κάνει το εμβόλιο. Η απάντηση του ένστολου, τον απογοήτευσε. «Πω πω κύριε αστυνόμε…. Και σας είχα για σοβαρό άνθρωπο.

Εγώ αυτά τα σκατά, δεν θα τα βάλω ποτέ στο σώμα μου…». Και εγώ ακόμα προσδοκώ ανάσταση…ζωντανών!