«Να αφήσω τα παιδιά μου να ζουν
με την ψευδαίσθηση της ειρήνης,
να παίξουν, να γελάσουν, να χορέψουν»
«Όχι, αγάπη μου, μη ντυθείς cowboy, μην πάρεις στολή που έχει όπλο. Ξέρεις, εκεί έξω σκοτώνονται στα αλήθεια άνθρωποι, δε χρειάζεται να γίνει αναπαράσταση και στο πάρτι του σχολείου σου…».
Αυτή η Τσικνοπέμπτη θύμιζε περισσότερο Μεγάλη Παρασκευή. Τα δικά σου τα παιδιά, τα ανίψια σου, έβαλαν πολύχρωμες στολές, πήραν κομφετί και ό,τι τους επιτράπηκε και πήγαν με χαρά στο σχολείο.
Γυρνάς στο σπίτι και βλέπεις ότι κάπου εκεί έξω, όχι τόσο μακριά, μαθητές κρύβονται σε καταφύγια για να γλιτώσουν από τη δίνη του πολέμου.
Δεν είναι video game ούτε σειρά στο Netflix, είναι μια οδυνηρή πραγματικότητα που αρνείσαι να συνειδητοποιήσεις. Θυμάσαι αυτό που σου είχε πει σε ανύποπτο χρόνο μια ψυχή: “Αν τώρα εσύ που πίνεις αμέριμνη τον καφέ σου και αγναντεύεις τη θάλασσα, σκεφτείς ότι σε ένα άλλο σημείο του πλανήτη κάποιο παιδί πεθαίνει από την πείνα ή το κορμάκι του διαμελίζεται από κάποια οβίδα και όλα αυτά για να γίνονται κάποιοι ακόμα πιο πλούσιοι, τότε ούτε καφέ θα μπορείς να πιεις αλλά θα θέλεις να κάνεις εμετό. Είναι η άμυνά μας, μπλοκάρουμε κάποιες σκέψεις για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας…”.
Και τώρα αναρωτιέσαι τι ζωή είναι αυτή και, ναι, όσο κλισέ και αν ακούγεται, σκέφτεσαι «Σε τι κόσμο φέραμε τα παιδιά μας;».
Οργανώνεις αποκριάτικα πάρτι, παίρνεις χυμούς, ποπ κορν, πατατάκια και τυροπιτάκια και αισθάνεσαι τύψεις. «Να αφήσω τα παιδιά μου να ζουν με την ψευδαίσθηση της ειρήνης, να παίξουν, να γελάσουν, να χορέψουν ή να τους εξηγήσω ότι κανείς μας δεν είναι ασφαλής, πια;»… σκέψεις που περνούν από το μυαλό σου όσο εκείνα κάνουν σχέδια για το πάρτι.
«Όχι, αγάπη μου, μη ντυθείς κλόουν, άσε που τους φοβάμαι από παιδί, άσε που έχουμε δει πολλούς κλόουν αυτές τις μέρες να κάνουν διαγγέλματα…». Όλα αυτά ενώ κόσμος πεθαίνει, ξεσπιτώνεται, χάνει τα όνειρα και την ελπίδα του.
Κι εκεί που νόμιζες πως αν ο κοροναϊός φύγει θα λύσεις όλα σου τα προβλήματα…
Κι εκεί που περίμενες πώς και πώς την άνοιξη να βγεις μια βόλτα, να ξεσκάσεις, να κάνεις όνειρα και πάλι για ένα ανέμελο καλοκαίρι…
Πόσο δίκιο είχε η μαμά σου όταν σου έλεγε «Όταν κάνεις σχέδια, ο Θεός γελάει…».
«Μαμά, ούτε cowboy ούτε κλόουν, θα ντυθώ Superman να μπω μπροστά από τα τανκς και τις οβίδες, να σώσω εκείνα τα παιδάκια που είδα στην τηλεόραση…
κάπως έτσι τα χρόνια της αθωότητας περάσανε…