«Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ»! Είθισται ο εμβληματικός στίχος του Νίκου Γκάτσου -στο τραγούδι που έντυσε με τη μουσική του ο Μάνος Χατζιδάκις- να γίνεται επίλογος πολλών κειμένων που αναφέρονται στο αδιέξοδο: μιας κοινωνίας, ενός κόσμου, μιας κατάστασης.
Στη δική μας ιστορία τον κάνουμε πρόλογο. Όχι για να πρωτοτυπήσουμε, αλλά επειδή στη λεβεντογέννα το έργο το έχουμε δει πολλές φορές και το επαναλαμβανόμενο φινάλε, στο αέναο γουέστερν, που εκτυλίσσεται στην Κρήτη, δεν κρύβει κανένα σασπένς. Άγρια μεν, αλλά όχι Δύση. Εξάλλου ο «Κεμάλ» του Γκάτσου, ήταν ένας πρίγκιπας της Ανατολής.
Το ότι αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ, είναι το αβίαστο συμπέρασμα που βγαίνει ύστερα από μια βόλτα στα… τοπόσημα της Κρήτης και μάλιστα όχι σε εμπόλεμες καταστάσεις. Ένα παρατηρητικό μάτι θα σταθεί στις συμπεριφορές των ανθρώπων, μικρών και μεγάλων. Πώς οδηγούν, πώς περπατούν, πώς ερωτεύονται, πώς γλεντούν και πώς βιοπορίζονται ή ακόμα και πλουτίζουν…
Ζωοκλοπές, επιδοτήσεις, φυτείες και εκβιασμοί, είναι το καρέ της κύριας παραβατικότητας και ακολουθούν πολλά παρακλάδια της. Τα όπλα είναι μια κατηγορία από μόνα τους. Μια θλιβερή ιστορία, μια κατάρα που καταδιώκει το νησί. Ναι, κάποτε ηχούσαν σε βουνά και λαγκάδια, για την ελευθερία της Κρήτης από τους κατακτητές.
Σήμερα, αυτή η επίκληση δεν μπορεί να είναι το άλλοθι. Εξάλλου, όταν οι Κρητικοί πολεμούσαν για την ελευθερία τους, δεν υπήρχαν καλάσνικοφ στα οπλοστάσιά τους. Και τώρα έγιναν τα φονικά όπλα για να σκοτωνόμαστε μεταξύ μας!
Έγιναν μέρος της κουλτούρας μιας μερίδας Κρητικών, που δεν τη λες και αμελητέα. Μιας υποκουλτούρας για την ακρίβεια, που χωράει ακόμα μέσα της: κούπες, φιμέ τζάμια λασπωμένων 4Χ4, επικίνδυνη οδήγηση, κατσούνες και τη φράση «εμένα ξανοίγεις μρε;».
Όλα τα παραπάνω, είναι τόσο διαδεδομένα σε μερικές περιοχές, που κάποιοι αθεόφοβοι είναι ικανοί να εισηγηθούν την εγγραφή τους στον κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς μας, υπό την αιγίδα της UNESCO. Όταν υπάρχει τραγούδι Κρητικού καλλιτέχνη, που μπήκε σε δίσκο, με τους στίχους «δυο – τρεις κακοσειριάρηδες κουκουλοφόροι μπάτσοι, Βορίζα δα το κάμομε όλο το Μονοφάτσι», καταλαβαίνει κανείς πού πάει το πράγμα και πόσο προβληματικό είναι το γονιδίωμα σε μερικά DNA.
Γίνεται αντιληπτό, πως κάποια χωριά και κάποιες περιοχές παγίωσαν δικούς τους νόμους και «καθεστώτα» στην πορεία των χρόνων. Κι εδώ ξεκινούν οι ευθύνες Κράτους, Πολιτείας και πολιτικών, που αντιμετώπιζαν πάντα μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων, με ροπή στην παρανομία και την παραβατικότητα, ως εκλογική τους πελατεία.
«Τα κοπέλια είναι καλά» (και οι ψήφοι τους καλύτεροι), είναι η μόνιμη επωδός κάθε επεισοδίου, που οι τοπικοί άρχοντες και οι βουλευτές πάντα απέδιδαν στην κακιά στιγμή, την οποία βάφτιζαν «μεμονωμένο περιστατικό»… Μια αντίδραση που όπλιζε και ενθάρρυνε ακόμα περισσότερο τα ξεμπετωμένα αντράκια με τα «προχώ» αρβυλάκια.
Η Αστυνομία που «δεν κάνει καλά τη δουλειά της», είναι το εύκολο εξιλαστήριο θύμα. Μόνο που η Αστυνομία, η υποστελεχωμένη και πλημμελώς εκπαιδευμένη, έχει και φυσική και πολιτική ηγεσία. Μοιραία λειτουργεί με «κόφτες», χρησιμοποιείται και για λόγους επικοινωνίας, όπως βλέπουμε εσχάτως, φοβάται το πολιτικό κόστος και τα δίνει όλα, όταν πρόκειται για επιχείρηση – παραγγελιά να συλληφθούν οι ρίπτες των αυγών στον Βορίδη, με αποτέλεσμα να δημιουργείται κενό σε πιο σοβαρές ανάγκες…
Αλλά ακόμα και όταν η Αστυνομία μπαίνει στα… τοπόσημα, συναντά κλειστές πόρτες και στόματα, μια ιδιότυπη ομερτά που επικρατεί στην Κρήτη, στο οργανωμένο και ανοργάνωτο έγκλημα. Πολλοί ντόπιοι προτιμούν την αυτοδικία, για να μην μένουν τα όπλα σε αχρησία!
Και κάπως έτσι ξεκινούν και συντηρούνται οι βεντέτες, που σε τακτά χρονικά διαστήματα φέρνουν αιματοχυσίες. Για μερικές εβδομάδες, προβληματιζόμαστε με τη διαχείριση της επόμενης ημέρας στο χωριό του εκάστοτε επεισοδίου. Οι «σαστάδες» πιάνουν δουλειά, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις τα αποτελέσματα είναι εφήμερα, για να καταλήξουμε πάλι στον ίδιο παρονομαστή.
Κανείς δεν ξέρει πώς θα τελειώσει αυτή η ιστορία στην Κρήτη. Οι μυημένοι πάντως γνωρίζουν πώς ξεκινά μια βεντέτα. Η αφοπλιστική απάντηση είναι: όλα ξεκινούν από ένα πλέγμα! Από ένα συρματόπλεγμα, που οριοθετεί το «φραχτό», τον περιφραγμένο βοσκότοπο, για τον οποίο ερίζουν γενιές και γενιές κτηνοτρόφων.
Κεμάλ… μην επαναλαμβάνουμε τα (γ)ίδια! Και πες στα παιδιά να μην τραβούν γραμμές από τη μύτη!