Αν μάτωσε όταν χτύπησε το χέρι του στον τοίχο, αν έβρισε, αν έβαλε τις φωνές σε κάποιον

Ήταν πάντα παρών αλλά αθέατος. Ήπιος, σιωπηλός, με βουβό πόνο. Δίπλα του εκείνη, μια μητέρα που έγινε σύμβολο αντίστασης αλλά και αγάπης.

Δε θα σταθώ στην υπόθεση της δίκης της Χρυσής Αυγής, γράφτηκαν πολλά πριν και μετά από την έκδοση της απόφασης.

Όμως, όλα αυτά τα χρόνια που βλέπαμε τη Μάγδα Φύσσα να βγαίνει στους δρόμους, να ξεσπάει, να κλαίει, να φωνάζει, εγώ πάντα κοιτούσα τον πατέρα.

Έχασε και εκείνος τον γιο του, τον φαντάζομαι να τον καμαρώνει, να τον συμβουλεύει για τις γυναίκες, να ανησυχεί όταν εκείνος αργούσε από τις βόλτες με τους φίλους αλλά να μην το δείχνει. Να ρίχνει κλέφτες ματιές στο ρολόι όταν η σύζυγός του ήδη έκοβε βόλτες στο διάδρομο και σήκωνε το ακουστικό. “Πού είσαι, Παύλο, αγόρι μου; Άργησες”. Από την κρεβατοκάμαρα ακούγεται η φωνή “γιατί πάλι βρε Μάγδα; Άσε το παιδί να διασκεδάσει λίγο, μεγάλωσε… Χμμμ, ποτέ σου είπε θα έρθει;”.

Φυσικά και δεν είμαι σε θέση να ξέρω τι συνέβαινε στο σπίτι τους, τι σκηνές αρχαίας τραγωδίας εκτυλίχτηκαν το βράδυ που ο Παύλος δεν επέστρεψε ποτέ. Δεν ξέρω αν ο πατέρας του ξέσπασε, αν μάτωσε όταν χτύπησε το χέρι του στον τοίχο, αν έβρισε, αν έβαλε τις φωνές σε κάποιον που δεν έφταιγε απλώς για να ηρεμήσει έστω και κλάσματα του δευτερολέπτου.

Έχω δει γονείς να χάνουν το παιδί τους, έχω δει μητέρα να ξεσπάει και μαυροφορεμένο πατέρα να προσπαθεί να συγκρατήσει τα δάκρυά του. Ο τρόπος που ο καθένας μας πενθεί είναι μοναδικός. Άλλοι φωνάζουν, άλλοι χάνονται στη σιωπή τους.

Όταν έχεις απέναντι σου έναν Κρητίκαρο δύο μέτρα κι εκείνος σε παίρνει από το χέρι και σου ζητά να πει μια μαντινάδα για το γιο του που «έσβησε» στα 17 του χρόνια, τον βλέπεις να κλαίει σαν μωρό, τι κάνεις; Πώς μένεις ψύχραιμη και κάνεις ρεπορτάζ σαν επαγγελματίας; Εγώ δεν το κατάφερα και έτρεξα να κρυφτώ.

Ο Παύλος κατόρθωσε μέσα από το θάνατο του να γίνει σύμβολο, να ξεσηκώσει τους συνομήλικους και τους μικρότερούς του, να κινητοποιήσει μητέρες που ένιωθαν ότι βρίσκονται στο πλευρό της Μάγδας.

Σήμερα θα ήταν 41 χρόνων αν δεν είχε υπάρξει ποτέ εκείνη η βραδιά, μπορεί και να είχε παντρευτεί, να είχε στην αγκαλιά του ένα πιτσιρίκι και να έκανε πρόβες σε παιδικά τραγούδια. Η Μάγδα θα ήταν γιαγιά, μάλλον υπερπροστατευτική, θα ψιθύριζε νανουρίσματα και θα έλεγε στην ψυχούλα που θα ήταν στην κούνια ότι δε θα άφηνε κανένα να τον πειράξει. Όσο έχει ανάσα στο κορμί της.

Τώρα όμως δεν έχει, της τη στέρησαν οι φασίστες όταν έκλεψαν την τελευταία ανάσα από το παιδί της.

Προσωπικά, θα προτιμούσα να μη γίνει το παιδί μου ήρωας, να μην προκαλέσει μια μικρή ή μεγάλη επανάσταση αλλά να ζήσει ως τα βαθιά γεράματα και να πεθάνει τριγυρισμένο από παιδιά και εγγόνια. Και ας μη θυμάται το όνομα του κάνεις μετά από χρόνια…