Καλό μήνα (χθες ήταν πρωτομηνιά, αλλά δεν θα τα χαλάσουμε για μια μέρα) σε όλους και καλές διακοπές (για όσους πάνε). Μπήκε ο «Αύγουστος που είναι παχιές οι μύγες», ο μήνας της μεγάλης εορτής Παναγίας αλλά και μήνας του αράγματος και των «μπάνιων του λαού», φράση που είχε πει ο Ανδρέας Παπανδρέου το καλοκαίρι του 1987, όταν μετά τον φονικό καύσωνα εκείνης της εποχής, δεχόταν εισηγήσεις για να πάει σε πρόωρες εκλογές, αλλά δεν το έκανε για να μην ταράξει την ραστώνη του Έλληνα.
Θα πει κάποιος, ότι ο Έλληνας δεν πάει να ψηφίσει σε μια κανονική περίοδο, θα το κάνει μέσα στο κατακαλόκαιρο, αφήνοντας την ξαπλώστρα, την παραλία και το εσπρέσο – μακιάτο (μέχρι και τραγούδι στην Eurovision έγινε por favor); Ο φραπές είναι πια ντεμοντέ, όλοι με ένα φρεντάκι στο χέρι – η μόδα της εποχής, έστω κι αν είναι κι αυτό πλέον ακριβό.
Δεν πληρώνουμε όμως μόνο τον καφέ ακριβά. Γενικά πληρώνουμε τα… σπασμένα και τα φαγωμένα από τα σκάνδαλα τα οποία τείνουν να μας πνίξουν ως χώρα. Τα σκάνδαλα που «ξεφυτρώνουν» με μεγαλύτερη συχνότητα πλέον και από τα μανιτάρια, σε σημείο που μας πήραν χαμπάρι στο εξωτερικό οι Ευρωπαίοι εισαγγελείς και μας έστειλαν το… μπουγιουρντί, αλλά για εμάς εδώ είναι ακόμα… Σάββατο.
Τι έχουμε ζήσει τα τελευταία χρόνια: υποκλοπές, Τέμπη, να σου τώρα και ο ΟΠΕΚΕΠΕ – είναι μόνο μερικές από τις υποθέσεις που συγκλόνισαν τη χώρα και όλες έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: το μπάζωμα.
Ο Μητσοτάκης, έτσι όπως το πάει, θα μείνει στην ιστορία ως ο πιο καλός… μπαζωματής (κατά το μπαλωματής – καμιά σχέση αλλά κάνει ρίμα…). Είναι σίγουρα ο πιο καλός ο μαθητής, του πατέρα του αλλά και του αείμνηστου Σημίτη – η Κυβέρνησή του είναι γεμάτη από αποτυχημένους υπουργούς και βουλευτές του πρώην πρωθυπουργού.
Οι άνθρωποι δεν παίζονται, πλέον, έχουν φτάσει σε άλλο επίπεδο, ανάγοντας το μπάζωμα σε… επιστήμη. Είναι και το μόνο στο οποίο είναι πραγματικά… άριστοι – όνομα και πράγμα.
Είναι κρίμα που δεν υπάρχει πλέον στην Ελλάδα πολιτική επιθεώρηση – με ελάχιστες εξαιρέσεις. Διότι η πολιτική σκηνή θα μπορούσε να δώσει τροφή για σπουδαίες παραγωγές, που θα έβγαζαν πολύ γέλιο – αν και όλα όσα συμβαίνουν είναι πολύ σοβαρά για να σε κάνουν να γελάσεις.
«Ωρέ, πού πάμε, ρε, πού πάμε» που έλεγε και ο Βασίλης Αυλωνίτης στην «Ωραία των Αθηνών», ή «είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα, είμαστε» που είχε πει ο Ντίνος Ηλιόπουλος στον «Ατσίδα». Πλέον, έχουμε περάσει στους «Ατσίδες με τα μπλε», μόνο που δεν πρόκειται για κωμωδία, αλλά για ταινία δράσης με «κλέφτες και αστυνόμους», με «εγκληματικές οργανώσεις» και εισαγγελείς.
Στο ποδόσφαιρο, όταν τα πράγματα άρχισαν να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο, φέραμε ξένους διαιτητές αλλά και κουμανταδόρους της διαιτησίας. Ήρθε και το VAR από κοντά και η κατάσταση, κάπως βελτιώθηκε. Στην πολιτική ζωή του τόπου, έπρεπε να παρέμβει μια Ευρωπαία εισαγγελέας για να έρθει στο φως το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Προς το παρόν όμως, ούτε αυτό φαίνεται πως είναι αρκετό για να φέρει την κάθαρση, αφού στην Ελλάδα όποιο σκάνδαλο ξεφεύγει… μπαζώνεται.
Όλο αυτό που έγινε προχθές στη Βουλή, με την αποχώρηση της κυβερνητικής πλειοψηφίας και τις επιστολικές ψήφους για την σύσταση της Προανακριτικής Επιτροπής, συνιστά προσβολή στον θεσμό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Σε μια τελευταία δημοσκόπηση, το ποσοστό της κυβερνητικής παράταξης, μετά το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, έπεσε στο 24%. Με τέτοιες πρακτικές είναι σίγουρο ότι έχει και πιο κάτω. Το θέμα είναι όμως ότι μαζί πάει πιο κάτω και η Ελλάδα, κι όσο κι αν είμαστε σαν λαός «χύμα στο κύμα», δεν το αξίζουμε όλο αυτό που γίνεται.