Αύριο χτυπά το «πρώτο κουδούνι» κι όσο κι αν φέρνει χαρά και ευφορία το γεγονός, δημιουργεί και περίσκεψη και προβληματισμό. Ο λόγος είναι ότι από τη μια χρονιά στην άλλη, αναπτερώνονται για να διαψευστούν στη συνέχεια οι ελπίδες για καλύτερη παιδεία.
Η αλήθεια είναι πως εδώ και δεκαετίες η εκπαίδευση, ξεκινώντας από τα νηπιαγωγεία και φθάνοντας ως τα διδακτορικά, στην Ελλάδα αποτελεί συνεχώς πεδίο δράσης και πειραμάτων.
Γίνεται δε «εργαλείο» στα χέρια της κάθε Κυβέρνησης και του κάθε υπουργού, που φέρνει μεταρρυθμίσεις επί μεταρρυθμίσεων, προκειμένου να βελτιώσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες εκπαίδευσης.
Πολλοί από αυτούς τους νεωτερισμούς έρχονται από το εξωτερικό ως τμήματα ενός πιθανώς επιτυχημένου συστήματος, που στη συνέχεια «φυτεύονται» σε μια άκρη ή σε μια μέση του εκπαιδευτικού μας συστήματος, μοιάζοντας πραγματικά ξέτεροι ή ξένοι, αφού όλα δίπλα του «άλλα λένε».
Ενέργειες από άλλες εκπαιδευτικές κουλτούρες και δοκιμασμένες σε ανθρώπους με διαφορετική ιδιοσυγκρασία και άλλο μπαγκράουντ, αποτυχαίνουν στο δικό μας σύστημα. Και μετά έρχονται άλλα και άλλα σε έναν φαύλο και ατέρμονο κύκλο.
Κανείς στην Ελλάδα όταν μπαίνει σχολείο δεν ξέρει ούτε με ποιο σύστημα θα το τελειώσει, ούτε πώς θα μπει στο Πανεπιστήμιο, ούτε τι θα κάνει μετά το πτυχίο.
Μόρφωση χωρίς αντίκρισμα; Προφανώς. Αλλά η ιστορία, εκεί που το καταλαβαίνει κανείς, φαίνεται να φθάνει στο τέλος της, για να ξεκινήσει μετά η αναζήτηση της τύχης του απόφοιτου στην κανονική ζωή. Αλλά πριν από αυτό έχουν προηγηθεί μια σειρά άλλων γεγονότων, εξίσου επίπονων.
Μαθήματα από κουρασμένους καθηγητές, που νιώθουν συνεχώς να εγκλωβίζονται και να χάνουν τη δημιουργικότητά τους, σε αξιολογήσεις που δέχθηκαν ή δεν δέχθηκαν, πίεση για να βγει η ύλη, διάβασμα, ξενύχτι, πολλά λεφτά και άλλες τέτοιες διαστάσεις, που τα όνειρα τα μικραίνουν ή και τα εξαφανίζουν. Αγώνας επιβίωσης για πολλούς ή απλώς πεδία μάχης για καθηγητές, μαθητές, γονείς, τα ελληνικά σχολεία.
Αυτά τα σχολεία που συντηρούν την απαραίτητη εξωσχολική παιδεία, δεν την λέμε παραπαιδεία, που έρχεται να καλύψει κενά και να συντηρήσει λογικές και φιλοσοφίες που κάνουν τα παιδιά λιγότερο παιδιά, λιγότερο χαρούμενα και λιγότερο ευτυχισμένα. Το ίδιο και τους μεγάλους.
Έτσι, αυτό που λέμε δίψα για μάθηση, δεν έχει πια χαρά και αύριο τα κουδούνια δεν θα χτυπήσουν παντού ή θα χτυπήσουν με λιγότερους δασκάλους από όσους χρειάζονται. Και ο Θεός ξέρει πότε επιτέλους θα καλυφθούν οι ανάγκες.
Πίστευα πάντα πως η εξέλιξη είναι για καλό. Όπως όμως εξελίσσονται τα πράγματα, αμφιβάλλω. Νόμιζα πως από την εποχή που η κυρία Μαρία η φυσικός, αναγκάστηκε να με διδάξει ιστορία και ο φιλόλογος, που μου διαφεύγει το όνομά του, πολιτική οικονομία, κάτι είχε αλλάξει.
Όμως βλέπω πως τελικά δεν αλλάζει και όχι μόνο αυτό· με στοιχειώνει και κείνη η κουβέντα που είχε πει η Μαρία Ευθυμίου: «Ο απόφοιτος δημοτικού πριν 40 χρόνια ήξερε περισσότερα από τους αποφοίτους λυκείου σήμερα».
Ξέρω πως υπάρχουν δάσκαλοι που διδάσκουν εκτός από μαθήματα και ζωή, που τους ενδιαφέρουν τα παιδιά τους και τα αγαπούν και τα φροντίζουν. Και είναι οι περισσότεροι νομίζω. Αλλά ποιες δυνατότητες άραγε δίνει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δείχνει να λειτουργεί συνέχεια ως μεταρρυθμιζόμενο και ποτέ μεταρρυθμισμένο; Κι αν δούμε δηλαδή και τις μεταρρυθμίσεις που ως σήμερα έγιναν, ίσως να ήταν καλύτερα και να μας έλειπαν.
Καλή σχολική χρονιά!