Ο κ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ κάλεσε σε «αγώνα για πρόοδο και μία Ελλάδα αγνώριστη σε σύγκριση με το κακό παρελθόν της». Δεν δίστασε μάλιστα να τονίσει ότι ο αγώνας είναι και πάλι «δυσχερής», ξεχνώντας ότι απευθύνεται σε έναν λαό που βίωσε πρωτόγνωρη κρίση, εν μέσω μνημονίων.

Σήμερα λοιπόν ο κ. Μητσοτάκης ζητά από τους πολίτες να σηκώσουν για ακόμα μια φορά δυσανάλογο βάρος στις πλάτες τους για να υλοποιηθεί το πρόγραμμα της Κυβέρνησής του. Ένα πρόγραμμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από νεοφιλελεύθερη πολιτική, αντεργατικά και αντιλαικά μέτρα.

Η σημερινή Κυβέρνηση οφείλει να θυμάται ότι η μεταπολίτευση και το όραμα εκδημοκρατισμού, ελευθερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης συνόδεψε τους Έλληνες για πολλά χρόνια. Οραματιστήκαμε, εμπιστευτήκαμε, αγωνιστήκαμε αλλά και διαψευστήκαμε σε πολλά επίπεδα. Η διάψευση ήρθε με δραματικές οικονομικές, κοινωνικές και αξιακές συνέπειες, λόγω των λανθασμένων πολιτικών αποφάσεων και χειρισμών των κομμάτων που κυβέρνησαν τον τόπο αυτό, για πολλά χρόνια.

Η έλλειψη σε μεγάλο βαθμό της ηθικής και της πλήρους λογοδοσίας στην πολιτική τα τελευταία 35 χρόνια μετέτρεψαν την πολιτική σε εργαλείο προώθησης ομάδων συμφερόντων. Εστίες παθογένειας όπως, η οικειοποίηση του κράτους και του δημοσίου χρήματος από τους εκάστοτε κυβερνώντες, ο λαϊκισμός που δημιουργεί προσδοκίες για το ανέφικτο αφήνοντας να χαθεί η ευκαιρία υλοποίησης του εφικτού, η διαπλοκή με οικονομικά συμφέροντα, η σύνδεση του πολιτικού κόστους με τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και την αναπτυξιακή στρατηγική είναι μερικές από τις παθογένειες – αιτίες της κατάρρευσης όχι μόνο του σαθρού πολιτικού συστήματος αλλά και της οικονομίας της χώρας.

Δυστυχώς τα λάθη επαναλαμβάνονται και μέσω της ομιλίας του, ο Πρωθυπουργός κατέστησε σαφή την επιθετική πολιτική που θα ασκήσει η σημερινή Κυβέρνηση. Το θράσος και η αλαζονεία είναι τουλάχιστον δύο χαρακτηριστικά, που μπορεί κανείς να προσδώσει στους κυβερνώντες.

Ο κ. Μητσοτάκης έχει σχέδιο για την παιδεία, την υγεία, την εργασία, τις ευάλωτες ομάδες!

Η ΝΔ έχει ταυτιστεί με μνημονιακές μεταρρυθμίσεις που διέλυσαν την αγορά εργασίας, το σύστημα δημόσιας υγείας, την παιδεία και είχαν τραγικές επιπτώσεις για την κοινωνία.

Για πολλά χρόνια στον χώρο της Παιδείας μιλούσαμε για απολύσεις εκπαιδευτικών, υποστελεχωμένα σχολεία, χωρίς κατάλληλες για την υγεία και ασφάλεια των μαθητών, υποδομές. Από το 2015 δόθηκε, από τον ΣΥΡΙΖΑ, ένας διαρκής αγώνας ώστε τα σχολεία κάθε σχολική χρονιά να ανοίγουν στην ώρα τους, χωρίς ελλείψεις βιβλίων και με τις τάξεις να είναι στελεχωμένες από εκπαιδευτικό προσωπικό. Το Υπουργείο Παιδείας είχε θέσει τότε ως προτεραιότητα την ανάπτυξη της Ειδικής Εκπαίδευσης, προχωρώντας σε μια σειρά από νομοθετικές ρυθμίσεις με σαφή ενταξιακή προοπτική και ίδρυσε νέες δομές ειδικής αγωγής, μετά από χρόνια μνημονιακής στασιμότητας.

Ο κ. Μητσοτάκης, από την μεριά του, δεν έκανε καμία μνεία στις μεγάλες εκπαιδευτικές ανάγκες, στις αναγκαίες προσλήψεις που απαιτούνται στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, στις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της διαδικασίας 4.500 μόνιμων διορισμών στην Ειδική Αγωγή, ακυρώνοντας μάλιστα τις προγραμματισμένες 10.500 προσλήψεις της Κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.

Αναπάντητα ερωτήματα άφησε στη ΔΕΘ ο Πρωθυπουργός και για τον Τομέα της Υγείας, καθώς επικρατεί ασάφεια ως προς τον σχεδιασμό της Κυβέρνησης για την αναβάθμιση της δημόσιας φροντίδας Υγείας αλλά και για το ανθρώπινο δυναμικό του συστήματος, που αποτελεί ζωτική ανάγκη για το ΕΣΥ.

Όταν παρέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας ο ΣΥΡΙΖΑ, η Δημόσια Υγεία ήταν στα όρια της κατάρρευσης μετά από κατασπατάληση πόρων, υπερτιμολογήσεις φαρμάκων και προμηθειών και μεγάλα σκάνδαλα που έμεναν για πολλά χρόνια στο σκοτάδι. Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε συστηματικά να ενισχύσει το ΕΣΥ με το αναγκαίο προσωπικό, με πόρους πολλών εκατομμυρίων ευρώ για την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών των νοσοκομείων και των δομών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας στάθηκε ξανά στα πόδια του και οι ανασφάλιστοι συμπολίτες μας έχουν πλέον πλήρη πρόσβαση σε αυτό.

Σαφές στίγμα της σημερινής κυβέρνησης ως προς την αντεργατική πολιτική που υιοθετεί

Όλο το προηγούμενο διάστημα νομοθετήθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ παρεμβάσεις για την ενίσχυση και προστασία στο χώρο της εργασίας, με πρόβλεψη κυρώσεων για εργοδότες που παραβιάζουν τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, με την ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών και την ισχυροποίηση του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου, απόδειξη ότι η ασυδοσία των εργοδοτών ελέγχεται και οι εργαζόμενοι προστατεύονται από την αδήλωτη εργασία, φαινόμενο που όχι μόνο παραβιάζει βασικά δικαιώματα, αλλά πλήττει και τα δημόσια έσοδα και το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας.

Αντίθετα, η ΝΔ κατά τα έτη 2010-2014 είχε βάλει στο στόχαστρο τις Σ.Σ.Ε. και τα κατώτατα όρια προστασίας της εργασίας, είχε ανατρέψει τις συλλογικές εργασιακές σχέσεις και είχε καταργήσει τις ρυθμιστικές διατάξεις που καθόριζαν το πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων και τη λειτουργία των συλλογικών συμβάσεων. Η οικονομική κρίση συνοδεύτηκε από λανθασμένες πολιτικές στην αγορά εργασίας, οι οποίες ισοπέδωσαν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και αύξησαν την ανεργία, τη φτώχεια και τις κοινωνικές ανισότητες.

Η μείωση του μισθολογικού κόστους, που είχε υιοθετηθεί, σε καμία περίπτωση δεν δημιούργησε προοπτικές ανταγωνιστικότητας. Οι παρεμβάσεις στο ύψος του εργασιακού κόστους ακύρωσαν στην πράξη τη βιοποριστική λειτουργία του μισθού, ταυτόχρονα οδήγησαν σε βαθιά ύφεση, κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης και εν τέλει σε δραματική αύξηση της ανεργίας, της φτώχειας και των κοινωνικών ανισοτήτων.

Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις για τη ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη είναι ιδεοληψία της αριστεράς και θέλει σήμερα ο Πρωθυπουργός να μας πείσει ότι οι παρεμβάσεις της Κυβέρνησής του είναι προστατευτικές για τους εργαζόμενους, όταν μάλιστα έχει ήδη καταργήσει δύο πολύ σημαντικές ρυθμίσεις προστασίας της εργασίας, το αιτιολογημένο των απολύσεων και την προστασία των εργαζομένων στις εργολαβίες και έχει ήδη προαναγγείλει ότι θα καταργήσει το νόμο του ΣΥΡΙΖΑ για τη δήλωση των υπερωριών, δημιουργώντας εργασιακή επισφάλεια, καθώς και ότι θα θεσπίσει την ηλεκτρονική κάρτα εργασίας, κάτι το οποίο θεσμοθετήθηκε το 2011 και ουδέποτε εφαρμόστηκε.

Το πιο επικίνδυνο όλων όμως είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε την κατάργηση των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που ο ΣΥΡΙΖΑ επανέφερε στη χώρα το 2018, έχοντας δώσει μεγάλους αγώνες και καταφέρνοντας να ισχυροποιήσει σημαντικά την διαπραγματευτική θέση των εργαζομένων, μετά από 8 χρόνια υποβάθμισης. Μετά από 8 χρόνια μνημονιακών μεταρρυθμίσεων, που συμπίεσαν τα δικαιώματα στο χώρο της εργασίας και όξυναν σε μεγάλο βαθμό τα προβλήματα.

Οι βλέψεις της ΝΔ να καταργήσουν τον μηχανισμό με τον οποίο μπορούν να επιτευχθούν αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων σε όλα τα μισθολογικά κλιμάκια και να δημιουργηθούν ευνοϊκότεροι όροι σε κλάδους της οικονομίας, μας γυρνούν σε προ του 2015 επίπεδα, το έτος 2012, τότε που είχαν βασίσει την πολιτική τους στην συμπίεση των μισθών και των όρων εργασίας προκειμένου να υπάρξει δήθεν ανάπτυξη της οικονομίας.

Είναι αστείο λοιπόν, η σημερινή κυβέρνηση να υπόσχεται ανάπτυξη για όλους, την ίδια ώρα που καταργεί κεκτημένα των εργαζομένων που είχαν καταργηθεί την περίοδο των μνημονίων και τις είχε επαναφέρει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι αστείο ο κ. Μητσοτάκης να οικειοποιείται συστηματικά το έργο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, όπως τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, που νομοθετήθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ, τον Δεκέμβριο του 2018, τη ρύθμιση των 120 δόσεων, με νόμο του ΣΥΡΙΖΑ, τη μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις που είχε ξεκινήσει ήδη, επί ΣΥΡΙΖΑ, από το 2019 κατά μία ποσοστιαία μονάδα κάθε χρόνο ως το 25%, ακόμη και την πρόωρη αποπληρωμή των ακριβών δανείων του ΔΝΤ, που είχε ξεκινήσει από την προηγούμενη περίοδο διακυβέρνησης και τα οποία έδωσαν ανάσα στους πολίτες.

Είναι αστείο η ΝΔ να καρπώνεται την πλήρη άρση των capital controls, όταν ουσιαστικά η διαδικασία είχε ολοκληρωθεί επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, με τον κ. Στουρνάρα να εξυπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες και να κωλυσιεργεί να υπογράψει, ώστε να ολοκληρωθεί και τυπικά το τελευταίο βήμα της άρσης των κεφαλαιακών ελέγχων, μόνο και μόνο για να στηρίξει πολιτικά τον κ. Μητσοτάκη.

Ταυτόχρονα, ο Πρωθυπουργός ισχυρίζεται ότι ως Κυβέρνηση δίνουν κάθε μέρα μάχη για να κάνουν καλύτερη και πιο εύκολη την καθημερινότητα όλων και ιδίως των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας, την ώρα που τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους, καθώς στη ρύθμιση του δικτύου κοινωνικής προστασίας, για πολλά χρόνια, υπήρχε μόνο σταθερή μείωση του Κοινωνικού Προϋπολογισμού και καμία ενίσχυση του δικτύου κοινωνικής προστασίας, παρά μόνο επί κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Η ΝΔ έχει ταυτιστεί με τους μακροχρόνια άνεργους, τους επισφαλώς εργαζόμενους, τους συνανθρώπους μας στα συσσίτια, τις περικοπές συντάξεων και θέλει σήμερα ο κ. Μητσοτάκης να μας πείσει ότι κάνει στροφή στην ενίσχυση του κοινωνικού κράτους.

Από την άλλη πλευρά, ο ΣΥΡΙΖΑ, ταγμένος με συνέπεια στο πλευρό των πολλών, έδωσε μάχες, πέτυχε νίκες και έθεσε νέους στόχους για ένα σύγχρονο κοινωνικό κράτος που ανταποκρίνεται στην κοινωνική πλειοψηφία. Αγωνίστηκε με καθολικό αίτημα την ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους και την αλληλεγγύη στην πράξη όσων έχουν ανάγκη. Ως εκ τούτου, είμαστε πάντα σε ετοιμότητα να βάλουμε φρένο σε όσους ονειρεύονται μία Ελλάδα των λίγων.

Δεσμευτήκαμε και θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για μια κοινωνία της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας, των ίσων δικαιωμάτων και των ίσων ευκαιριών.

 

*Ο Σωκράτης Βαρδάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Ηρακλείου