Στην Ελλάδα, την τελευταία εβδομάδα, καταγράφονται περίπου 18000 κρούσματα ημερησίως από COVID-19, ευτυχώς μειωμένα, όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δυστυχώς όμως οι θάνατοι, παρότι μειώνονται σε όλον τον κόσμο, στην Ελλάδα αυξάνονται και διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα και αντίθετα αποφασίστηκε χαλάρωση των προστατευτικών μέτρων.
Το ανησυχητικό είναι ότι το ενδιαφέρον της πολιτείας εστιάζεται στη μετάλλαξη Όμικρον, η οποία φαίνεται να έχει χαμηλότερη θνησιμότητα, και όχι στη Δέλτα, στην οποία οφείλεται η πλειοψηφία των θανάτων, οι οποίοι παρουσιάζουν συνεχή αύξηση. Την τελευταία εβδομάδα καταγράφονται κατά μέσο όρο 102 ή 9,53 θάνατοι/εκατ. πληθυσμού ημερησίως.
Είναι ανησυχητικό ότι για τόσους θανάτους κάθε μέρα δεν γίνεται σοβαρή αναφορά και συζήτηση, ενώ αντίστοιχα νούμερα θανάτων από άλλες φυσικές καταστροφές, όπως σεισμούς, πλημμύρες και πυρκαγιές, κουβεντιάζονται επί μακρόν σε πολλά επίπεδα. Π.χ. το ρήγμα της Πάρνηθας το 1999 προκάλεσε σεισμό 5,9 Ρίχτερ και τεράστιες ζημιές ενώ συνολικά 143 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Η καταρρακτώδης βροχή του 1961 προκάλεσε το απόλυτο χάος στην Αθήνα, πολλά σπίτια κατάρρευσαν και 43 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Τέλος, η φωτιά στο Μάτι Αττικής το 2018 στοίχησε τη ζωή σε 102 ανθρώπους. Ακόμα και σήμερα πραγματοποιούνται πολυεπίπεδες συζητήσεις και λαμβάνονται μέτρα πρόληψης και αποφυγής στο μέλλον αντίστοιχων φαινομένων.
Οι θάνατοι από τον COVID-19 ενδεχομένως αποτελούν βαλβίδες εκτόνωσης, που τρόπον τινά αποτρέπουν την έκρηξη και την περαιτέρω υποβάθμιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), αλλά από την άλλη μεριά χάνονται πολλές ζωές, ενώ εμφανίζονται και φαινόμενα ύπαρξης Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) με πολύ υψηλά ποσοστά θνησιμότητας ή φαινόμενα ασθενών διασωληνωμένων εκτός ΜΕΘ σε απλά κρεβάτια νοσηλείας.
Πάντως, η πολιτεία δεν φαίνεται να ανησυχεί και να προτίθεται να λάβει στοχευμένα συμπληρωματικά μέτρα, ενδεχομένως ηπιότερα αυτών, που είχαν ληφθεί πριν από ένα χρόνο περίπου, όταν στην Ελλάδα είχαμε σαφώς λιγότερα κρούσματα ημερησίως, ελάχιστους θανάτους και lockdown. Ενδεχομένως, ο χαρακτήρας της μετάλλαξης Όμικρον και το δυσβάστακτο οικονομικό βάρος, που θα προκαλούσαν επιπλέον μέτρα, αποτελούν τα κύρια αίτια της διαφορετικής αυτής συμπεριφοράς. Τα ερωτήματα όμως παραμένουν!
΄Ομως, αντί η χώρα μας να συγκρίνεται με χώρες του ιδίου βεληνεκούς, συγκρίνεται με πολύ πλουσιότερες χώρες και με μεγαλύτερο ιστορικά θεσμικό βάρος. Αλλά, όταν διακυβεύεται η υγεία του πληθυσμού μιας χώρας, το όποιο πολιτικό ή οικονομικό κόστος δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.
Είναι αυτονόητο ότι και η παραβίαση ατομικών ελευθεριών είναι αναπόφευκτη, όταν τίθενται σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές και το οικονομικό κόστος, από τη μείωση των δραστηριοτήτων, δεν πρέπει να αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τη λήψη πρόσθετων μέτρων προστασίας της υγείας των ανθρώπων. Αντίθετα, σπασμωδικές κινήσεις και προχειρότητα στην επιβολή των μέτρων υποσκάπτουν την αξιοπιστία της πολιτείας και των θεσμών, εγείρουν εύλογα ερωτήματα και προκαλούν οργή, κυρίως στους νέους συνανθρώπους μας.
* Ο Απόστολος Γ. Ρουμπελάκης είναι Καρδιοχειρουργός, διευθυντής Γ΄Καρδιοχειρουργικής Κλινικής Ιατρικού Κέντρου Αθηνών