Ροή ειδήσεων
Τετάρτη, 17 Σεπτεμβρίου 2025
Γιορτάζουν: Σοφιανός, Πίστη, Ελπίδα, Αγάπιος, Σοφιάννα, Αγαθοκλής, Ολιβιανός, Παντολέων, Πηλεύς
22°
Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ
Των Δρ. Σταύρου Χατζηφώτη, Δρ. Ιωάννη Νέγκα, Δρ. Ελένης Φουντουλάκη,Δρ. Ιωάννη Κοτζαμάνη (ΕΛΚΕΘΕ)

Παρότι διάφορες μορφές εκτατικής εκτροφής ψαριών υπάρχουν για αιώνες, εντούτοις τα τελευταία 40-50 χρόνια ο κλάδος των ιχθυοκαλλιεργειών, συγκεκριμένα του σολομού στη βόρεια Ευρώπη και το λαβράκι-τσιπούρα στη Μεσόγειο, έχει μετεξελιχθεί σε μια εντατική-βιομηχανική δραστηριότητα, καθώς έχουν μεγαλώσει οι ανάγκες για σίτιση του αυξανόμενου παγκόσμιου πληθυσμού για ποιοτικά αλλά και οικονομικώς προσιτά τρόφιμα. Ακόμα και για την Ελλάδα, μια κατεξοχήν νησιωτική και παράκτια χώρα, οι εντατικές ιχθυοκαλλιέργειες αποτέλεσαν μια νέα δραστηριότητα για την κοινωνία και την επιστημονική κοινότητα. Ο κύκλος ζωής των ψαριών μυστηριώδης, συναρπαστικός και απόμακρος, φύλαγε τα μυστικά του βαθιά μέσα στη θάλασσα ακόμη και από τους επαγγελματίες ψαράδες, πόσο μάλλον για τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ιχθυοκαλλιέργειες δεν διαφέρουν από τις άλλες μορφές εκτροφής παραγωγικών ζώων, πάνω στις οποίες βασίζεται η διατροφή μας για χιλιετίες, παρά μόνο στο ότι η εκτροφή των ψαριών γίνεται μέσα στη θάλασσα ή σε λίμνες και ποτάμια.

Βασική παράμετρος για μια επιτυχημένη εκτροφή των ψαριών είναι η ισορροπημένη διατροφή τους. Το θέμα της διατροφής προσεγγίστηκε στην αρχή με βάση τις παρατηρήσεις από το θαλάσσιο περιβάλλον, δηλαδή, ακατέργαστα αλιεύματα προσφέρονταν αυτούσια στα εκτρεφόμενα ψάρια. Ωστόσο αυτή η «πρωτόγονη» πρακτική ήταν συνυφασμένη με την εμφάνιση πολλών προβλημάτων, όπως η διαθεσιμότητα των αλιευμάτων, ασθένειες των άγριων ψαριών που μεταφέρονταν στα εκτρεφόμενα ψάρια, το μεγάλο χρονικό διάστημα εκτροφής με συνέπεια το υψηλό κόστος παραγωγής που καταλήγει να επιβαρύνει τον καταναλωτή. Αλλά υπήρχαν και οικολογικά προβλήματα, όπως η επιβάρυνση του θαλάσσιου περιβάλλοντος με ακατέργαστα και συνήθως αγνώστου προέλευσης και ποιότητας αλιεύματα, και η υπεραλίευση των ιχθυοαποθεμάτων μεταξύ των άλλων. Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων άρχισε σταδιακά να αναπτύσσεται ένας ξεχωριστός κλάδος εντός της βιομηχανίας των ιχθυοκαλλιεργειών, ο κλάδος των ιχθυοτροφών.

Είναι αλήθεια ότι υπάρχει μια δικαιολογημένη ευαισθησία των καταναλωτών για το θέμα των ιχθυοτροφών αφού η επικρατούσα αντίληψη είναι «ό,τι τρώει το ψάρι τελικώς το τρώμε και εμείς». Όμως θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η βιομηχανία παραγωγής ιχθυοτροφών, στην οποία εντάσσονται και μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, βασίζεται πάνω σε μια αυστηρή ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία και έχουν θεσμοθετηθεί ελεγκτικοί μηχανισμοί για την εφαρμογή της. Επακολούθως η ποιότητα και η ασφάλεια των ιχθυοτροφών βρίσκεται υπό συνεχή έλεγχο από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες. Επιπλέον, μέσω της εφαρμογής των νέων συστημάτων ιχνηλασιμότητας υπάρχει απόλυτος έλεγχος σε όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας των ιχθυοτροφών. Επομένως δεν έχει βάση η κάθε είδους φοβία, επιφύλαξη ή κατηγορία έναντι των ιχθυοτροφών.

Καλό είναι να γνωρίζουμε πως παράγονται και τι περιέχουν οι σημερινές ιχθυοτροφές. Τα εκτρεφόμενα ψάρια στη χώρα μας (τσιπούρα – λαβράκι) είναι σαρκοφάγοι οργανισμοί και ως εκ τούτου απαιτούν την κατανάλωση ζωικής προέλευσης τροφών για να μεγαλώσουν.  Οι πλέον θρεπτικές πρώτες ύλες για τις τροφές αυτές είναι το ιχθυάλευρο και το ιχθυέλαιο, που στην ουσία είναι άλευρο και έλαιο προερχόμενα κυρίως από αλιεύματα του Ειρηνικού και του Ατλαντικού ωκεανού. Οι ύλες αυτές περιέχουν τα απολύτως απαραίτητα αμινοξέα και λιπαρά οξέα που απαιτούνται για την αύξηση των ψαριών. Είναι οι ίδιες θρεπτικές ουσίες που πρέπει να συμπεριλαμβάνουμε και εμείς καθημερινά στην ισορροπημένη διατροφή μας. Πέρα από αυτά, υπάρχουν και άλλα συστατικά που στόχο έχουν να αυξήσουν την θρεπτική αξία των ιχθυοτροφών αλλά και να τους προσδώσουν μια συνεκτική μορφή ώστε να μην θρυμματίζονται κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και αποθήκευσης, όπως είναι το άλευρο του σιταριού και καλαμποκιού. Σε αυτά προστίθενται και ανόργανα μακροστοιχεία όπως το ασβέστιο, φωσφόρος, νάτριο, κάλιο, μαγνήσιο αλλά και ιχνοστοιχεία όπως σίδηρος, ψευδάργυρος, ιώδιο, σελήνιο μαζί με απαραίτητες βιταμίνες και αντιοξειδωτικές ουσίες. Γενικώς τα όποια πρόσθετα των ιχθυοτροφών είναι ίδια με αυτά που συμπεριλαμβάνονται σε όλα τα τρόφιμα ανθρώπινης κατανάλωσης ή/και υπάρχουν ως συμπληρώματα διατροφής. Όλα τα παραπάνω προστίθενται σε ποσότητες σύμφωνα με τη νομοθεσία και ανάλογα με το αναπτυξιακό στάδιο του ψαριού για να προσδώσουν ένα πλήρως θρεπτικό σιτηρέσιο.

Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη για τη σύσταση των ιχθυοτροφών εκτός από τις διατροφικές ανάγκες των ψαριών. Αυτοί σχετίζονται κυρίως με περιβαλλοντικά και οικονομικά θέματα. Η αλιευτική πίεση στα φυσικά ιχθυοαποθέματα που ασκείται από τον άνθρωπο εξ αιτίας της υπεραλίευσης, καθώς και η κλιματική αλλαγή, οδήγησαν στην σταδιακή μείωση του ποσοστού των ιχθυαλεύρων και ιχθυελαίων στις ιχθυοτροφές και η επιστημονική κοινότητα στράφηκε στην αναζήτηση εναλλακτικών πηγών πρωτεϊνών και λιπών για την κάλυψη των αναγκών των διαφόρων ειδών ψαριών. Έτσι σήμερα υπάρχουν διαθέσιμες μια ποικιλία από φυτικές πρώτες ύλες μεταξύ των οποίων η σόγια, το ηλιάλευρο, η ελαιοκράμβη κλπ. καθώς και τα φυτικής προέλευσης έλαια που έχουν μειώσει κατά πολύ την εξάρτηση από τις θαλάσσιες πηγές πρώτων υλών. Προϊόντα που προέρχονται από άλλες βιομηχανίες τροφίμων για τον άνθρωπο, όπως για παράδειγμα τα υπολείμματα από τη φιλετοποίηση άλλων ειδών ψαριών, τα οποία είναι πλούσια σε θρεπτικά συστατικά, όχι μόνο συνεισφέρουν στη θρέψη των ψαριών αλλά ελαττώνουν την πίεση στο περιβάλλον μέσω της μείωσης των αποβλήτων και της υλοποίησης της κυκλικής οικονομίας. Οι χρησιμοποιούμενες εναλλακτικές πρώτες ύλες έχει αποδειχθεί ότι δεν επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη των ψαριών. Σήμερα το ιχθυάλευρο συνιστά περίπου το 20% των συστατικών των ιχθυοτροφών. Οι συνεχείς ερευνητικές προσπάθειες των τελευταίων ετών είναι επικεντρωμένες στη δημιουργία νέων πρώτων υλών από εναλλακτικές βιώσιμες πηγές, όπως είναι το φυτοπλαγκτόν, τα φύκια, το άλευρο των προνυμφών των εντόμων και άλλα. Όλες αυτές οι πηγές βρίσκονται χαμηλά στην τροφική αλυσίδα, αποτελούν μέρος της φυσικής διατροφής των ψαριών, χωρίς να είναι ανταγωνιστικές με άλλες χρήσεις, παρέχουν τη δυνατότητα ανακύκλωσης μη χρησιμοποιούμενων υλικών και προσδίδουν προστιθέμενη αξία στα παραγόμενα προϊόντα. Το παραγόμενο ψάρι σιτιζόμενο με τα παραπάνω συστατικά αποτελεί μια εξαιρετικής ποιότητας τροφή για τον άνθρωπο καθώς είναι πλούσιο σε ω-3 λιπαρά οξέα και ιχνοστοιχεία ενώ ειδικά για τα Μεσογειακά είδη αυτά χαρακτηρίζονται από υψηλή γευστικότητα.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να θυμόμαστε ότι η διατροφή των ψαριών λειτουργεί μέσα σε ένα περιβάλλον που έχει τρεις κύριες συνιστώσες. Πρώτη είναι η κοινωνική συνιστώσα που έχει να κάνει με το πώς βλέπει η κοινωνία συνολικά τα εκτρεφόμενα ψάρια ανάλογα με τις συνήθειές της και τις προτεραιότητες που θέτει. Η δεύτερη συνιστώσα αφορά το οικονομικό κομμάτι και σχετίζεται με το κόστος παραγωγής των ψαριών, το οποίο με τη σειρά του θα διαμορφώσει το κόστος των εκτρεφόμενων ψαριών και το κατά πόσο είναι οικονομικώς προσιτά στους καταναλωτές. Τέλος, η τρίτη συνιστώσα είναι η τεχνολογική, δηλαδή το κατά πόσο υπάρχουν οι κατάλληλες γνώσεις και δυνατότητες για την οποιαδήποτε παραγωγή και επεξεργασία των πρώτων υλών και του τελικού προϊόντος. Σε αυτές τις τρεις συνιστώσες εμπλέκεται η πολιτεία με τις αποφάσεις της και τις νομοθεσίες που θεσπίζει, οι ιχθυοπαραγωγοί που επενδύουν τα κεφάλαια τους και παράγουν το προϊόν και τέλος εμπλέκονται τα κάθε είδους ερευνητικά κέντρα και πανεπιστήμια που δημιουργούν, μεταδίδουν και εφαρμόζουν τις νέες γνώσεις και τεχνολογίες. Η αρμονική σχέση όλων των παραπάνω είναι αυτή που δίνει την ώθηση για περαιτέρω ανάπτυξη.

Κάνοντας μια αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν, παρά τις όποιες δυσκολίες, μπορούμε να υπερηφανευόμαστε ότι η Ελλάδα αξιοποίησε ορθώς το συγκριτικό πλεονέκτημά της στην περίπτωση των υδατοκαλλιεργειών, κατακτώντας μια κυρίαρχη θέση τόσο στον τομέα της παραγωγής όσο και της επιστήμης, της εκπαίδευσης και της έρευνας. Είναι χρέος όλων μας, της πολιτείας, των παραγωγών του κλάδου και των επιστημόνων η συνέχιση της αρμονικής συνεργασίας με την ίδια προσοχή και αφοσίωση για τη διατήρηση της θέσης αυτής.