Απουσίαζα από το Ηράκλειο και όταν γύρισα την Τρίτη 1 του Δεκέμβρη 2020, με περίμενε ένας κεραυνός στην πρώτη σελίδα της αγαπητής Πατρίδας. Κεραυνός τυλιγμένος με πολύ τρυφερά και εύστοχα λόγια.

Τα δημιοσεύματά σας «Ο αγαπημένος μας κύριος Μανώλης», «Τελευταίο αντίο στον Μανώλη Φαρσάρη», και «Αποχαιρετώντας έναν σπουδαίο άνθρωπο», δίδουν  αψεγάδιαστη την εικόνα του Μανώλη και προβάλλουν τις αξίες που υπηρέτησε με συνέπεια σε πολύ δύσκολους καιρούς. Έχομε τόση ανάγκη σήμερα από ανθρώπους με το ήθος, την ευγένεια, την καλοσύνη, την ευθυκρισία, την έγνοια και την αξιοπρέπεια του Μανώλη Φαρσάρη.

Στη μνήμη του -αν αυτά που ακολουθούν δεν κινδυνεύουν να θεωρηθούν ως ευκαιρία αυτοπροβολής- καταθέτω το παρακάτω περιστατικό που φανερώνει τις δημοκρατικές αντιλήψεις, την έγνοια, τα αισθήματα και τον τρόπο που σκεφτόταν, όχι μόνο για τους φίλους, αλλά και για τους συνανθρώπους του γενικά.

Στις 15 Μαρτίου 1973 στη δεύτερη σελίδα της εφημερίδας «Πατρίς» δημοσιεύτηκε ένα πόνημα μου με τίτλο «Παραλλαγή σε Σκούρο και Ανοιχτό». Ανεξήγητο πώς, το άφησε να δημοσιευτεί η λογοκρισία του τύπου εκείνη την εποχή. Επαναδημοσιεύτηκε στη συλλογή μου Αντιστροφικά το 1980 με αριθμό 34 χωρίς τίτλο.

Όταν εκείνο το πρωινό 07.30’ έφτασα στο γραφείο μου στην Υπηρεσία Επιμελητών του Δικαστηρίου Ανηλίκων (Δικαστικό μέγαρο Ηρακλείου) βρήκα το Μανώλη να περιμένει απ’ έξω από το γραφείο γεμάτος αγωνία. Το πρόσωπο του ήταν ολοκόκκινο. Την αρχή νόμισα ότι κάποια υπόθεση παιδιού τον απασχολούσε και είχε μεγάλο άγχος. Τον καλημέρισα, αλλά χωρίς να απαντήσει με ρώτησε βιαστικά.

-Δε σε πιάσανε ακόμη;

-Για ποιο λόγο; τον ρωτώ. (Δεν είχα δει ακόμη την Πατρίδα.)

-Το κείμενο που δημοσιεύει σήμερα η Πατρίδα, δεν είναι δικό σου;

-Έχω πάει ένα κείμενο στον Σταύρο Σταυρακάκη (Αρχισυντάκτης της εφημ. «Πατρίς» τότε), αλλά δεν ξέρω αν το δημοσίευσε.

Μου έδωσε την εφημερίδα και έφυγε. Αλλά όλη τη μέρα πήγαινε κι ερχόταν στους διαδρόμους του Δικαστικού Μεγάρου πολύ ανήσυχος. Όταν σχολάσαμε τον βρήκα να περιμένει στην έξοδο των Δικαστηρίων. Ανταλλάξαμε χαιρετισμό με νόημα και φύγαμε. Την επομένη επανέλαβε τις ίδιες κινήσεις.

Έκτοτε, ποτέ δεν ξέχασα τη στάση του, την έγνοια, την ανησυχία και ένα υπομηδίαμα που σήμαινε -υποθέτω- ότι ήταν μεν σύμφωνος με την ενέργειά μου, όπως και με το ρίσκο της Πατρίδας, αλλά ο κίνδυνος που διατρέχαμε από το καθεστώς της εφτάχρονης Δικτατορίας, ήταν παραπάνω από πραγματικός. Ο Μανώλης δε δείλιασε ούτε λεπτό. Με τον τρόπο του έδειχνε ότι ήταν παρών για όποιο ένδεχόμενο. Συμπαραστάτης «έτοιμος από καιρό».

Η ανησυχία του με έκαμε να καταλάβω την αντίδραση που θα μπορούσε να προκαλέσει το κείμενο εκείνο στους Απριλιανούς και να συλλογιστώ τις συνέπειες εις βάρος της εφημερίδας και του απατού μου. Όμως δεν υπήρξε ενόχληση τουλάχιστον για κείνες τις ημέρες. Ίσως, έτσι περνούσαν μηνύματα για την ανύπαρκτη βέβαια ελευθερία του τύπου.

Κλείνοντας, συλλυπούμαι εκ βαθέων την οικογένεια και στην εφημερίδα «Πατρίς» εκφράζω τα καλύτερα των αισθημάτων μου για τον δίκαιο αποχαιρετισμό που κάνατε σε ένα υπέροχο ανιδιοτελή Άνθρωπο, συνεπή δημοκράτη και αγαπημένο φίλο.

Το Μανώλη Φαρσάρη,

Δικηγόρο.