Ποιο είναι το τωρινό πρόσωπο του τόπου μας; Πρέπει να το ξέρω αυτό το πρόσωπο. Γιατί έτσι μπορώ να είμαι παρών, να είμαι μέσα στην πατρίδα μου αλληλέγγυος μαζί της. Όμως τώρα δεν ξεχωρίζω όπως άλλοτε το πρόσωπο του τόπου μας. Μου είναι θολό σαν να το σκεπάζει βουρκιασμένο νερό, που διαλύει το σχήμα του και στρεβλώνει τα χαρακτηριστικά του. Νομίζω μάλιστα πως το μόνο που με σαφήνεια διακρίνω είναι να έχει μια βουβή έκφραση αγωνίας.

Την αγωνία εκείνου που παρασύρεται σε μια σκοτεινή εξαφάνιση. Έτσι η προσπάθειά μου συγκεντρώνεται από μόνη της στο να εντοπίσω τις στρεβλώσεις του. Και αυτή την ώρα της προσπάθειας προβάλλει επιτακτικά η ανάγκη να καθοριστούν χωρίς γενικότητες και πατριδοκαπηλίες, ρητορείες, που δεν έχουν πέραση στις σχέσεις με τη συνείδηση. Τι είναι απλά αυτός o τόπος, αυτή η πατρίδα, που για χάρη της ανακαλύφθηκε δυσβάσταχτο φορτίο ζωής; Αυτόν τον τόπο που παράφορα λάτρεψαν γενεές γενεών τώρα τον δολοφονούμε αδιάκοπα.

Έλεγε ο Σεφέρης «Όπου κι αν ταξιδέψω η  Ελλάδα με πληγώνει». Σήμερα αυτό είναι λίγο. Κατρακυλήσαμε. Τώρα  όπου κι αν πάω και μέσα σ’ όποια ανθρώπινη σχέση κι αν βρεθώ νιώθω  δράστης μιας συμφοράς. Γιατί κάθε μέρα ασταμάτητα χωρίς συναίσθηση και δίχως ντροπή καταστρέφομε ένα ευλογημενο τόπο και  εκχυδαϊζόμαστε σαν λαός που βάδισε αιώνες φτιάχνοντας ένα καλό πρόσωπο του ανθρώπου.

Σήμερα όπου κι αν πάω η Ελλάδα με πνίγει στην απόγνωση. Κλοπές, διαρρήξεις, ληστείες, πυρκαγιές, απάτες, αυτοκτονίες, γυναικοκτονίες, βιασμοί, τροχαία δυστυχήματα,  σεξουαλικές παρενοχλήσεις, εμπόριο ναρκωτικών, φοροδιαφυγή, ελάχιστες δημόσιες υπηρεσίες απαντούν εγγράφως στα έγγραφα  αιτήματα πολιτών, (άρθρο 10 παρ. 3 του Συντάγματος), συντάξεις πείνας, παράνομη μετανάστευση, ενδοοικογενειακή βία, γραφειοκρατία,  Όλα αυτά φανερώνουν το τωρινό πρόσωπο του τόπου μας.

Εκτός απ’  αυτά υπάρχει και το ψέμα που πολύ πληθαίνει στον καιρό μας και πάει να μας πνίξει. Κατάντησε η φράση του Τσαρούχη «Στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις» να απειλεί να γίνει εθνικό χαρακτηριστικό. Όπου κι αν γυρίσεις να κοιτάξεις βλέπεις να σκαρφαλώνουν ξεδιάντροπα καγχάζοντας τους πολλούς αυτοί που δηλώνουν ό, τι τους κατέβει και  ό,τι τους συμφέρει. κι όλο ανεβαίνουν κοροϊδεύοντας, γλείφοντας, ξεπουλώντας και βέβαια παραμερίζοντας αυτούς που θέλουν να είναι σωστοί και όχι κίβδηλοι. Εκείνη τη ρίζα που είχαμε κάποτε τη χάνομε  αδιάκοπα. Την καταχωνιάζομε σε μπάζα σπιτιών την ποδοπατούμε κι από πάνω με λύσσα λες για να ξεραθεί ολότελα.

Στον τόπο μας ο πόνος των όσων συμβαίνουν είναι σπαρακτικός, γιατί όλοι μας πλούσιοι, φτωχοί, γέροι, στραβοί ίσιοι και ανάποδοι έχομε  ξαμοληθεί ενάντια στη γη μας και την ξεσχίζομε με την ψυχή μας. Σ’ αυτό έχομε μεγάλη ψυχή. Είμαστε η καινούρια περίπτωση μιας ολάκερης  κοινωνίας που έχει βαλθεί να καταστρέψει τη χώρα της τόσο δραστήρια,  τόσο ασύδοτα, τόσο ασυνείδητα, τόσο κεφάτα. Γίναμε οι χειρότεροι εχθροί της. κι αυτή δέχεται τα κτυπήματα, ανυπεράσπιστη κι εκθέτει τις πληγές της βουβή ζητιάνα του οίκτου μας. Ντρέπομαι και λυπάμαι τον  τόπο μας, τις πεδιάδες, τα βουνά του. Τα βουνά είναι πάντα στη θέση τους και οι ακτές προσπαθούν να κρατήσουν τους ελιγμούς τους.

Όμως  εδώ κι εκεί διακρίνονται «τα έργα των ανθρώπων». Τα καμένα δάση σαν εκζέματα στις ράχες των βουνών. Και κάπου κάπου κάτι πελώριες πληγές σαν ξεκοιλιάσματα. Η αγιάτρευτη λέπρα των λατομείων. Το παιχνίδι των  ελιγμών στις ακτές κάπου διακόπτεται βάναυσα. Τη χάρη τους (των  ακτών) τη διαδέχεται απότομα μια αδέξια, ίσα και επίπεδη επιφάνεια, καφετιά χρωματικά, χωμάτινη. Είναι το μπάζωμα.

Η πιο ηλίθια επέμβαση στο λειτούργημα της δημιουργίας. Στις πλαγιές και στις κοιλάδες, ο επισκέπτης βλέπει κάτι παράξενες κι αφύσικες χαρακιές. Είναι οι χαραγμένοι δρόμοι της οικοπεδοποίησης. Λένε πως ο σεβασμός στα  δέντρα και στα δάση είναι από τις πιο χειροπιαστές εκδηλώσεις του ψυχικού δεσίματος ενός λαού με τη χώρα του κι έτσι της ιστορικής του  συνείδησης. ΓΙ’ αυτό εκείνοι που καίνε τα δάση και κόβουν άσκεφτα τα δέντρα δεν είναι απλά ηλίθιοι και κακοποιοί. Είναι ακόμα κάτι χειρότερο. Είναι εχθροί της ιστορικής υπόστασης του λαού.

Σήμερα στον τόπο μου, στο τόπο μας όπου κι αν βρεθεί κάποιος ακούγοντας το βογγητό που βγάζει ο πόνος των όσων συμβαίνουν προβληματίζεται και διερωτάται: Μήπως έχουν παγώσει η ευθύνη, το ήθος, η αρετή και η  συνείδηση; Γιατί όμως όλα αυτά; Τι λείπει για να θεραπευτεί το τωρινό πρόσωπο του τόπου; Εκείνο που λείπει περισσότερο και που έλειπε πάντοτε είναι η περιπέτεια της σκέψης. Κι αυτό είναι ένα από τα πρώτα  μειονεκτήματα που θα πρέπει να πολεμηθεί. Πώς; Από ποιον; Με ποιον φορέα; ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ ΜΑΣ.