Οι ανατιμήσεις στην αγορά είναι ένα αδιαμφισβήτητο φαινόμενο. Ανεξάρτητα το πώς τις μετρά ή τις αποτιμά κάποιος οι ανατιμήσεις είναι υπαρκτές. Όπως παρούσα είναι και η ανησυχία που προκαλούν στους πολίτες. 

Πρόκειται για ανησυχία που εισπράττουμε καθημερινά από παράγοντες της οικονομίας και απλούς πολίτες και δεν θα ήταν δόκιμο να την υποτιμήσουμε. Αντιθέτως, είναι επιβεβλημένο να την αποτιμήσουμε. 

Είναι κατανοητό, θεωρώ, στην πλειονότητα των πολιτών ότι το φαινόμενο είναι απότοκο της υγειονομικής κρίσης που προέκυψε προ δυο ετών περίπου και εξακολουθεί, δυστυχώς, να υφίσταται. 

Κατ’ επέκταση γίνεται ότι ένα φαινόμενο που εκδηλώνεται σε όλον τον Πλανήτη δεν μπορεί να αποδίδεται σε κυβερνητικές αστοχίες, ελλείψεις ή παραλείψεις. Αντιθέτως, είναι οι στοχευμένες παρεμβάσεις και οι επίμονες κυβερνητικές προσπάθειες που περιορίζουν την εξάπλωση και την ένταση του. Και αυτό, θεωρώ, ότι επίσης γίνεται κατανοητό από την πλειονότητα των πολιτών. 

Προφανώς, μια τέτοια παραδοχή δεν δικαιολογεί δικαιολογίες. Ας μην κρυβόμαστε, η κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί την δυσχερή κατάσταση. Η κυβέρνηση να υποδεχτεί παράπονα και προβληματισμούς. Η κυβέρνηση να επωμιστεί τυχόν ευθύνες που τις αναλογούν. 

Ωστόσο, σε τέτοιες περιπτώσεις επανέρχεται επιτακτικά ένα καίριο ερώτημα: Θα μπορούσε να γίνει κάτι καλύτερο; Θα ήταν καλύτερα τα πράγματα αν την ευθύνη της διακυβέρνησης δεν είχε η ΝΔ; 

Στο πρώτο ερώτημα η απάντηση είναι διαυγής. Η κυβέρνηση εργάζεται για το καλύτερο. Αναζητεί τις ενδεδειγμένες λύσεις σε πολύπλοκα ζητήματα και είναι ανοικτή σε ιδέες και προτάσεις. Υπάρχουν; Τουλάχιστον εμείς δεν τις βλέπουμε… 

Στο δεύτερο ερώτημα η απάντηση είναι προφανής, ακόμα και από τους πιο ένθερμους επικριτές της σημερινής κυβέρνησης. Ας μην επαναλαμβανόμαστε… 

Ωστόσο ένα απλό παράδειγμα είναι αρκετό για να επιβεβαιώσει του λόγου το ασφαλές. Από την στιγμή που μια βασική αιτία των ανατιμήσεων είναι η αύξηση στις τιμές των πρώτων υλών στην ενέργεια, ποιες θα ήταν οι δυσμενείς επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία από μια απαξιωμένη ΔΕΗ; Ουδείς θέλει να φανταστεί τι θα συνέβαινε σήμερα αν η αξία της ΔΕΗ είχε παραμείνει στα 300 εκ.ευρώ που την παρέλαβε η παρούσα κυβέρνηση, την ίδια στιγμή που μπορεί να σκεφτεί ότι υπάρχει προοπτική να ξεπεραστεί ευκολότερη η παρούσα κρίση με την σημερινή αξία της ΔΕΗ να έχει ανέλθει περίπου στα 6 δισ. ευρώ. 

Και πράγματι με μια ισχυρή ΔΕΗ μπορούμε πράγματι να ελπίζουμε βάσιμα ότι θα διανύσουμε με ασφάλεια και σιγουριά το μονοπάτι (και μάλλον μονόδρομο) της πράσινης μετάβασης. Γιατί όπως κάθε μετάβαση για να είναι κατά το δυνατό πιο ανώδυνη, οφείλουμε να την πραγματοποιούμε με σχεδιασμό, μετριοπάθεια και υπευθυνότητα που η παρούσα κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι διαθέτει… 

  

* Ο Μάξιμος Σενετάκης   είναι πολιτικός μηχανικός,   βουλευτής ΝΔ Ηρακλείου