Κάθε χρόνο, στις 26/10, ημέρα που πέθανε ο Νίκος Καζαντζάκης, ανεβαίνω στον τάφο του στο Μαρτινέγκο. Φέτος, δεν τα κατάφερα, γι αυτό την επαύριο των Χριστουγέννων 2021, ανέβηκα κι όπως το συνηθίζω, κρατώ τα δώρα μου στο μεγάλο μας στοχαστή, δεντρολίβανο, φλισκούνι και φασκομηλιά από το χωριό της μάνας του, τους Ασσυρώτους.

Καθώς όμως πλησίαζα, είδα για πρώτη φορά να έχει μουσαφίρηδες, τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο και τον Μίκυ Θεοδωράκη, εκλεκτούς προσκαλεσμένους.

Κι όπως τους είδα μαζεμένους, μου φάνηκε πως σήκωναν στις πλάτες τους, ολόκληρη την ανθρωπότητα. Η Ευρώπη θα πρέπει να υπερηφανεύεται γι αυτούς τους Κρητικούς γιατί γνωρίζει ό,τι και τα θεμέλια της στηρίζονται στον Ελληνικό πολιτισμό.

Αξιοσημείωτο δε είναι ότι φορούσαν και οι τρεις μάσκες. Ο Καζαντζάκης με πήρε χαμπάρι και μου έγνεψε με το χέρι του να τους πλησιάσω. Κρατούσε στο χέρι του ένα σακούλι, το άνοιξε και έβγαλε από μέσα ένα κονδυλοφόρο, ένα μελανοδοχείο, μου τα έδωσε και μου είπε..

-“Με αυτά τα σύνεργα, θέλω να γράφεις και να πολεμάς την αδικία, χωρίς ατομικό σκοπό και συμφέρον. Να αγαπάς την ευθύνη και να λες, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω την γη, αν δεν σωθεί, εγώ φταίω. Να είσαι ελεύθερος άνθρωπος και την ασκιανάδα σου να μην την βλέπεις ποτέ πρωινές ώρες, να την μετράς στο σίσιλο του μεσημεριού, ντάρα μεσημέρι“.

– “Παππού; Για τον κορονοϊό και τους αρνητές τι μπορώ να γράψω;“ του είπα καθώς απομακρυνόμουν.

– “Όλοι αυτοί, ανιψιέ, οι αρνητές και οι υπερασπιστές του συντάγματος όπως αποκαλούνται, θέλουνε κουτσομούρισμα*“, μου είπε χαμογελώντας..

Εκείνη όμως την ώρα, ένιωσα ένα δυνατό τράνταγμα, ξύπνησα, ήταν η γυναίκα μου, με είχε πάρει ο ύπνος πάνω στα χειρόγραφα, φώτα, τηλεόραση, ανοιχτά, άσκοπη σπατάλη. Είχε πια ξημερώσει, η σύζυγος μου τραβούσε τα μαλλιά της γιατί θα ήταν άλλη μια φορά μείων τα οικονομικά μας. Με έντονο δε ύφος, μου είπε προχωρώντας προς την κρεβατοκάμαρα…

-“Αύριο που θα ‘ρθει ο λογαριασμός του ρεύματος, να μουρμουρίζεις πάλι, να δούμε, θα φτάσει η σύνταξή σου για να τον ξεπληρώσεις;“

-“ Γυναίκα… θα τη διακόψω την ΔΕΗ, για δεν την κάνω ζάφτη,

για να ‘χω φως πολιτισμού, λύχνο διπλό να ανάφτει“.

Υ.Γ. * Κουτσομούρισμα: Στα χωριά μας κόβανε του μουσούδι του χοίρου για να μην καταστρέφει τους κήπους και τα περβόλια μας.

*Ο Νίκος Σκουραδάκης είναι από τους Ασσυρώτους, το σημερινό Κρυονέρι Μυλοποτάμου