Ευγνωμονώ από καρδιάς τους ανθρώπους του Μεγάλου Κάστρου, οι οποίοι με δέχτηκαν την δεκαετία του ’60, γιατί μέχρι και σήμερα η φιλοξενία τους είναι παράδειγμα προς μίμηση.
Περιτριγύρισα τότε το Μ. Κάστρο για μια πρώτη γνωριμία, όπως και σήμερα, όχι βέβαια για γνωριμία, αλλά ένα οδοιπορικό στο χρόνο, για τις ορισμένες οικιστικές ή κοινωνικές, ή επαγγελματικές αλλαγές, που έχουν επέλθει από τότε και στο μυαλό μου ήρθαν θύμησες πριν 60 χρόνων.
Τότε από το Μεγάλο Κάστρο δεν είχαν αφαιρεθεί μέρη των ενετικών τειχών, που το περιέκλειαν και κάνοντας μια βόλτα, ως πρώτη φορά επισκέπτης, θυμάμαι ότι δεν υπήρχε το άνοιγμα που σήμερα ονομάζεται ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΠΟΡΤΑ (ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ). Άλλωστε γι’ αυτό ονομάστηκε έτσι, επειδή ανοίχτηκε μια νέα, καινούρια πόρτα, εισόδου τροχοφόρων και εξόδου από και προς την παλιά πόλη, το έτος 1970.
Επίσης δεν υπήρχε η διάνοιξη, που υπάρχει στο σημερινό ΚΟΜΜΕΝΟ ΜΠΕΝΤΕΝΙ, η οποία γεφυρωποιήθηκε επί δημαρχίας του αείμνηστου δημάρχου Ηρακλείου Γεωργίου Γεωργιάδη, το έτος 1962.
Τα τείχη ήταν ενιαία με μικρά θυρώματα πεζής ή έφιππης επικοινωνίας.
Ακόμη θυμάμαι ότι πολλές περιοχές εκτός τειχών, αλλά πολύ κοντά σε αυτά, ήταν είτε λόφοι είτε χέρσα χωράφια είτε σταφιδάμπελοι, όπως στην περιοχή Ατσαλένιου, ή ανατολικά της σημερινής λεωφόρου Χρυσοστόμου, δυτικά του Μαρτινέγκο κ.ά.
Οι διανοίξεις αυτές βοήθησαν αρκετά και θετικά την όλη εξέλιξη και επέκταση της πόλης του Ηρακλείου, νότια, νοτοδυτικά και αλλαχού.
Επίσης θυμάμαι διάφορους χώρους αναψυχής όπως το παλιό καλοκαιρινό σινε-ΣΤΑΥΡΩΤΗ στο σημερινό σταυροδρόμι Αθανασίου Διάκου και Αθηνάς, ΤΟ ΣΙΝΕ ΚΑΣΤΡΟ επί της λ. Δημοκρατίας, το ΣΙΝΕ-ΝΤΟΡΕ, αλλά και το ΣΙΝΕ ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ επί της λ. Δικαιοσύνης, έναντι των Δικαστηρίων, με τον μεγάλο εξώστη από τον οποίον οι μικροί θεατές πετούσαν τις χάρτινες «σαΐτες» και έπεφταν στα κεφάλια των θεατών της (πλατείας) μεγάλης αίθουσας, στους διαδρόμους της οποίας κυκλοφορούσαν οι φυστικάδες (φυστίκια, στραγάλια, πασατέμπο σε χωνάκια εφημερίδας, μαντολάτα, καραμέλες, σοκολάτες).
Εκείνο που μου έχει μείνει ήταν η ευγένεια με την οποίαν υποδέχονταν τον κάθε θεατή στην είσοδο της μεγάλης αίθουσας οι κοπέλες ΤΑΞΙΘΕΤΡΙΕΣ, οι οποίες σύμφωνα με τον αριθμό του εισιτηρίου εκάστου θεατή τον οδηγούσαν, συνοδεία φακού, με χαμόγελο, στην ανάλογη θέση, χωρίς ο θεατής να αισθάνεται άβολα.
Αυτόν όμως τον σεβασμό, την ευγένεια, την θερμή υποδοχή και την φιλική εξυπηρέτηση και συμπαράσταση, τα θετικά αισθήματα, τα συνάντησα και στις διάφορες τότε γνωριμίες, μέχρι να εγκατασταθώ μόνιμα. Μου έχουν μείνει βαθειά χαραγμένα στη μνήμη.
Ως συμπέρασμα από το σύντομο και περιορισμένο αυτό χρονολογικό μου οδοιπορικό του τότε και του σήμερα, εξάγεται ότι τα διάφορα οικιστικά έργα βοήθησαν στην πολυπληθή εξάπλωση της πόλης του Μεγάλου Κάστρου ως και στην πολυπολιτισμική ανάπτυξή της.
Όσον αφορά την κοινωνική ανάπτυξη, σήμερα ελλείπουν τα τότε μέσα αναψυχής ή διασκέδασης, γιατί κάποια άλλα φανερώθηκαν τα οποία ίσως είναι πιο ωφέλιμα οικονομικά. Δηλαδή επήλθε μια, άλλης μορφής, οικονομική ανάπτυξη (εξάπλωση χώρων εστίασης, nternet, T.V. κλπ), τα οποία συνέτειναν στη διαμόρφωση καλύτερης ποιότητας ζωής, αν έτσι νομίζετε!
Σαν κοινωνία διαπιστώνουμε ότι, μετά από το πέρασμα χρόνων, επέρχεται και η αλλαγή νοοτροπίας και ανθρώπινης συμπεριφοράς… Αυτό δυνατόν να συμβεί, κατά τις σημερινές επιστημονικές μελέτες και σε μικρότερο χρονικό διάστημα με την επικράτηση διαφόρων δυσμενών γεγονότων, που επηρεάζουν σημαντικά την όλη ζωή του ανθρώπου. Όπως συνέβη με την διασπορά, πριν δύο και πλέον ετών, από της εμφανίσεως (26/2/2020) της πανδημίας του κορονοϊού.
Η όλη συμπεριφορά των ανθρώπων της δεκαετίας του ’60 ήταν πολύ διαφορετική από την σημερινή και τούτο ίσως επειδή επήλθε, με τον χρόνον, μια ανάμειξη διαφορετικών πολυπολιτισμικών τρόπων αντιμετώπισης δράσης και αντίδρασης και μιας επιφυλακτικότητας.
Θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε την ανθρώπινη κοινωνική συμπεριφορά, εκείνης της δεκαετίας (βραδινές βεγγέρες, ευγενείς χαιρετισμοί, άδολα πειράγματα, ανοιχτά παράθυρα, ύπνος στην ταράτσα, εγκάρδιοι χαιρετισμοί) με την κοινωνία μιας κυψέλης μελισσών, μέσα στην οποία επικρατεί «η ομοιομορφία, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός, η αγάπη, η φιλική μεταξύ τους ανταλλαγή «σκέψεων» και η αναγνώριση». Όχι ότι σήμερα συμβαίνει κάτι αντίθετο, αλλά τότε ήταν πιο δεμένοι οι άνθρωποι της κοινότητας, δηλαδή είχαν μεταξύ τους μια εσωτερική ψυχική συνοχή.
Μέσα στις θύμησες και αναμνήσεις αυτές, της εποχής εκείνης, περπατώντας σε δρόμους και σοκάκια της πόλης μας, ήρθαν στο μυαλό μου, αλλά με πολλή συγκίνηση και πέρασαν σαν κινηματογραφική ασπρόμαυρη ταινία, με ό,τι μπορεί αυτή να θυμίζει στον καθένα, οι μορφές καλοκάγαθων μικροπωλητών ή μικρομάγαζων χειρωνάκτων επαγγελματιών, που με τον χαρούμενο και γελαστό χαιρετισμό τους, ομόρφαιναν το υπόλοιπο της διαδρομής ή ακόμη και όλης της ημέρας.
Συνάντησα, λέει, τον ΚΟΥΛΟΥΡΑ να διαλαλεί τα φρέσκα κουλούρια.
Αντάμωσα τον ΓΑΛΑΤΑ με φορτωμένα, στον γαϊδαράκο ή στο ποδήλατο, τα δοχεία φρέσκου γάλακτος.
Βοήθησα νοερά τον κουρασμένο ΠΑΓΟΠΩΛΗ, να τραβά το καρότσι γεμάτο κολώνες πάγου για τα τότε ψυγεία.
Σταμάτησα, με εσωτερική συναισθηματική φόρτιση, κοιτάζοντας τον γελαστό κυρ-Βασίλη τον ΤΣΑΓΚΑΡΗ, στο μικροτσαγκάρικό του, καθιστό να καρφώνει σόλες και γυναικεία τακουνάκια.
Οσφράνθηκα μυρωδιές κασσίτερου και άκουσα τον χτύπο του ΓΑΝΩΤΖΗ του κυρ-Νίκου στο τενεκετζίδικο ή γανωτζίδικο να γανώνει, δηλαδή να επικαλύπτει τα τότε μπακιρένια οικιακά σκεύη με ένα στρώμα από καλάι-κασσίτερου.
Φτάνοντας στο τέρμα της διαδρομικής μου επίσκεψης και κάνοντας μια στροφή 180 μοιρών στον χρόνο και στο σώμα μου, στράφηκα στο παρελθόν και αναπόλησα όλα αυτά τα αξιόλογα και αξιοσυμπάθιστα αλλοτινά χειρώνακτα επαγγέλματα, που σήμερα αποτελούν ένα ανεπανάληπτο παρελθόν και τα οποία έχουν πλέον είτε εξαφανιστεί είτε αντικατασταθεί από βιομηχανικά κατασκευάσματα με τις τεράστιες εξελίξεις της τεχνολογίας.
Στη σύντομη αυτή οδοιπορική μου διαδρομή στον χρόνο και στον τόπο…
Πολλές οι θύμησες στο νου, πολλές κι οι αναμνήσεις
θα τσι βαστώ θέλω γερά, ως τα στέρνα τση ζήσης.
Τα επαγγέλματα χεριού, έχουν μεγάλη αξία
η κοινωνία τα βαστά, γράφονται και βιβλία.
Σήμερα δεν κυκλοφορούν στου Κάστρου τα σοκάκια
τα έπαψ’ η εξέλιξη και τα πολλά χρονάκια.
Αλλοτινές μου εποχές, αλλοτινοί μου χρόνοι
μα κι αν επόνεσα σκληρά, περάσανε οι πόνοι!
Ήθελα να ξανάρθετε, εδά που σουρουπώνει…
μα πριν να ‘ρθεί το δειλινό, που η ζωή τελειώνει.
Ευχαριστώ ΣΕ Κάστρο μου, για τη φιλοξενία
ευγνωμοσύνη εγώ χρωστώ σ’ όλη την κοινωνία.