Το μόνο που μπορεί
να μεταβάλει το πένθος
είναι η δικαιοσύνη
Στην καρδιά του χειμώνα,
ανακάλυπτα επιτέλους
πως φύλαγα μέσα μου
ένα αήττητο καλοκαίρι
ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΥ
Η συγγραφέας Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα, μέσα από το βραβευμένο με Pulitzer (2024) βιβλίο αυτοβιογραφίας, φεμινιστικής δημοσιογραφίας και κοινωνιολογικής μελέτης, μας περιγράφει τη γυναικοκτονία της εικοσάχρονης αδερφής της Λιλιάνα Ριβέρα Γκάρσα, που έλαβε χώρα το 1990 στο Μεξικό από τον σύντροφό της, ο οποίος και δεν συνελήφθη ποτέ, καθότι δραπέτευσε.
Στόχος της συγγραφέως είναι να δώσει φωνή στο θύμα, όχι μόνο παρουσιάζοντας το έγκλημα το οποίο τελέστηκε εναντίον του αλλά και γιορτάζοντας τη ζωή που έζησε εκείνο, ως μαθήτρια και αργότερα ως φοιτήτρια της αρχιτεκτονικής, ούσα μια πραγματικά τολμηρή και παθιασμένη γυναίκα.
Η πεζογράφος παίρνει συνεντεύξεις από τους συμφοιτητές της αδερφής της, από τους γονείς τους και από συγγενικά πρόσωπα. Επισκέπτεται το νεκροταφείο, το πανεπιστήμιο, την παλιά γειτονιά και το φοιτητικό σπίτι της θανούσας, αλλά χρησιμοποιείται και ένα αρχείο που κρατούσε η Λιλιάνα με τα προσωπικά αποτυπώματά της και συμπεριλαμβάνει σημειώσεις, μηνύματα, ποιήματα, μαθητικά και φοιτητικά τετράδια, σχέδια γραμμάτων, κασέτες και ημερολόγια.
Έτσι πλέον δεν έχουμε μπροστά μας έναν στερεοτυπικό στατιστικό αριθμό θύματος έμφυλης βίας, αλλά ένα υπαρκτό πρόσωπο με προσωπικότητα, καθημερινότητα, όνειρα και φιλοδοξίες.
Το βιβλίο το γράφει πλέον η νεκρή, προκειμένου να μην ξεχαστούν η ζωντάνια και η ίδια της η ύπαρξη.
Αλλά αναπόφευκτα και μέσα στο πλαίσιο της γυναικοκτονίας, κατονομάζεται και σκιαγραφείται και ο δράστης Άνχελ Γκονσάλες Ράμος, ο οποίος ασκεί για έξι χρόνια σωματική και σεξουαλική βία στην Λιλιάνα, απειλεί ότι θα αυτοκτονήσει ή ότι θα βλάψει τους δικούς της αν εκείνη τον εγκαταλείψει, την παρακολουθεί, την παρενοχλεί και κρατάει πάντα ένα όπλο πάνω του.
Τελικά όμως εκείνη ανακαλύπτει πως στην καρδιά του χειμώνα φύλαγε μέσα της ένα αήττητο καλοκαίρι και έτσι ύστερα από αναρίθμητους χωρισμούς και επανασυνδέσεις, είναι έτοιμη να δώσει ένα οριστικό τέλος σ’ αυτήν την τοξική σχέση.
Αποτέλεσμα αυτού, η δολοφονία της και ο βιασμός της.
Η Τζάκλιν Κάμπτελ, ερευνήτρια στην ενδοοικογενειακή βία, αναφέρει ότι ο κίνδυνος δολοφονίας της γυναίκας ανεβαίνει δραματικά όταν εκείνη επιχειρεί να αφήσει τον θύτη. Μόνο που η Λιλιάνα, αν και θεωρεί τον φίλο της οξύθυμο, επιθετικό και λίγο ανόητο, σε καμία περίπτωση δεν πιστεύει πως είναι κακός άνθρωπος. Θα έλεγε κανείς πως δεν οσμίζεται τον κίνδυνο.
Σιωπά, μοιάζει να μην καταλαβαίνω, είναι σαν να θεωρεί πως μπορεί να αντιμετωπίσει την πατριαρχία μόνη της. Εξάλλου, εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν ούτε οι λέξεις, ούτε η γνώση του φαινομένου.
Μάλιστα σε μία κοινωνία σαν του Μεξικό, που καθημερινά συντελούνται 10 γυναικοκτονίες, μόνο το 2012 αναγνωρίστηκε το ιδιαίτερο έγκλημα της γυναικοκτονίας για εκείνον που αφαιρεί τη ζωή μιας γυναίκας λόγω φύλου. Μέχρι τότε το δικαστικό σύστημα έκανε λόγο για εγκλήματα πάθους, ξεπλένοντας με αυτόν τον τρόπο τους δράστες και ουσιαστικά χαρακτηρίζοντας τις δολοφονικές τους πράξεις ως αγάπη.
Εν κατακλείδι, όπως σημειώνει η Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα, «το μόνο που μπορεί να μεταβάλει το πένθος είναι η δικαιοσύνη, ούτε η συγχώρεση, ούτε η λήθη».