Ο ταλαντούχος Νίκος Χρυσικάκης έδωσε το πιο ουσιαστικό βιογραφικό ντοκιμαντέρ για Έλληνα ποιητή με την ταινία του «Τίτος Πατρίκιος: Ποιητής σε επισφαλή ισορροπία». Ο τίτλος αυτός είναι ένας στίχος του ίδιου του Πατρίκιου. Η ποίηση για τους υπερρεαλιστές είναι ανάπτυξη στίλβοντος ποδηλάτου, παρά ταύτα ο ευγενής των ελληνικών γραμμάτων μικρή επιρροή φέρει από τον υπερρεαλισμό.

Στην περίπτωση του Πατρίκιου περισσότερο η ποίηση της ηγετικής γενιάς του 1930 θα επηρεάζει το βαθμό εμπλοκής με το μύθο και την πραγματικότητα.

Η δουλειά του Κωνσταντίνου Καβάφη, του Κώστα Καρυωτάκη και του Γιώργου Σεφέρη θα γίνει μια επιρροή καταλύτης για τον Πατρίκιο.  Ο μέγιστος των μεγάλων, ο Αλεξανδρινός θα είναι σε πατρογραμμική συγγένεια γιατί ο Καβάφης θα στιγματίσει, όχι τη θεματική, αλλά το ύφος και τα διακείμενα (λ.χ. Παράθυρα, Ιθάκη, Οιδίποδας, Ποσειδωνία).

Από το 1954 οπότε δημοσιεύει το «Χωματόδρομο», την πρωτόλεια συλλογή, ο διάκοσμος του Καβάφη, του Καρυωτάκη και κυρίως του Σεφέρη ηχοποιεί το ποιητικό σύμπαν του Πατρίκιου. Η «Μαθητεία» το 1963 επισημοποιεί τις σχέσεις, άδηλες ή φανερές, όποτε τις επιλέγει.

Η ποίηση του Πατρίκιου δεν είναι μόνο κοινωνική ή πολιτική, όπως έχει επικρατήσει στη βιβλιογραφία έως σήμερα, αλλά βαθιά ανθρώπινη.

Διακρίνω δύο φάσεις:  πρώτη τη στρατευμένη φάση στους κοινωνικούς αγώνες από το 1945 έως το 1975 οπότε το πολιτικό εισχωρεί σε όλα τα γραφόμενα (ποίηση, μετάφραση, αρθρογραφία) και δεύτερη την καλλιτεχνική φάση με την επικαιροποίηση αρχαίων μοτίβων από το 1975 έως το 2015 όταν η ελληνική αρχαιότητα μετασχηματίζει το έργο εκείνου σε αρτιότερες κλίμακες του αισθητικού λόγου.

Ο Τίτος Πατρίκιος, γιος καλλιτεχνών ο ίδιος, συναντάει τις Μούσες στον Ελικώνα, όπως ο Ησίοδος στη «Θεογονία» του λέγοντας αληθινές ιστορίες μέσα από το πρίσμα της ιστορίας.

Ο μοντέρνος δημιουργός γεννήθηκε στην Αθήνα (γενν. 21 Μαΐου 1928) του ακμάζοντος Μεσοπολέμου και ως ο πολυγραφότερος μεταπολεμικός μας δεικνύει συνέχεια ένα διάλογο με την ευρωπαϊκή γραμματεία, ανοιχτό και διαρκή. Η αρθρογραφία, κυρίως στην εμβληματική «Επιθεώρηση Τέχνης» (1954-1967) και ιδρυτικό μέλος της, τον καθιστά πρώιμο οπαδό της θεωρίας της πρόσληψης από την αμερικάνικη και ευρωπαϊκή ποίηση και πεζογραφία.

Οι περιπέτειες σε πολλές σχεδίες συνεχίζουνε ακόμα μέσα από μελέτες για τη λογοτεχνία και τις κοινωνικές επιστήμες ακόμα σήμερα. Εάν τελικώς είχε ακολουθήσει τη δημοσιογραφία, όπως κάποτε ξεκίνησε, η ελληνική κοινωνία θα είχε βγει πολλαπλώς ωφελημένη από το καθαρό της σκέψης και της γραφής του.

Ως νομικός επιστήμονας και κυρίως ως κοινωνιολόγος στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών από συστάσεως, σχεδόν μόλις είχε επιστρέψει από το Παρίσι, έδωσε αναγνώσεις ήθους και σεβασμού στη ζωή και στη λογοτεχνία.

Κυνηγημένος από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της χούντας και της δεξιάς έμεινε εξόριστος σε Μακρόνησο και Άγιο Ευστράτιο για τρία χρόνια, εκεί γνώρισε τον Γιάννη Ρίτσο και μυήθηκε στην ποιητική τέχνη.

Εάν η Ιστορία θέλει να έχει Πατρικίους, ο Θεός θα πρέπει να μην τους στενοχωρεί αλλά να τους ευγνωμονεί. κ. Πατρίκιε, σας ευχαριστούμε.

   *Η Γεωργία Τσατσάνη είναι φιλόλογος- συγκριτολόγος.