Ένα από τα χαρακτηριστικά της ιδιαίτερης ελληνικής ιδιοσυγκρασίας και παρά τις ξεχωριστές μας αρετές, είναι δυστυχώς η διχόνοια, που σαν βαριά κατάρα ακολουθεί τον Έλληνα στο ρου της Ιστορίας για να καταστρέφει ό,τι καλό θα μπορούσε να ανθίσει.
Το σχολείο θα είχε τη δυνατότητα, με ιδιαίτερα αποτελεσματικό τρόπο να ανατρέψει την κατάσταση αυτή στα πλαίσια της κοινωνικής του αποστολής, μεταλαμπαδεύοντας στις τρυφερές ψυχές των μαθητών τη συλλογικότητα, την ομαδικότητα, τον αλτρουϊσμό. Η σχολική κοινότητα αποτελεί το καταλληλότερο πλαίσιο για να συνειδητοποιήσουν οι μαθητές και αυριανοί πολίτες ότι το καλό του διπλανού τους είναι και δικό τους καλό, καθώς για να ευημερεί το άτομο χρειάζεται να ευημερεί το ευρύτερο σύνολο στο οποίο ανήκει: η σχολική τάξη, το σχολείο, η πόλη, η κοινωνία, το έθνος.
Αντί για αυτό όμως, τι διδάσκονται με τρόπο βιωματικό που εντυπώνεται βαθιά στην εφηβική ψυχή τους; Ποιο μήνυμα μεταφέρει η μεγαλύτερη δοκιμασία της σχολικής τους ζωής για την οποία προετοιμάζονται σε όλο το Λύκειο;
Ότι για να πετύχει κάποιος θα πρέπει να ανταγωνιστεί το διπλανό και να χαρεί με την αποτυχία του. Γιατί οι θέσεις, ιδιαίτερα στις περιζήτητες σχολές είναι περιορισμένες και όσο χειρότερα αποδώσουν οι υπόλοιποι τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες του κάθε μαθητή να κατακτήσει το στόχο του. Η αγωνία για το μέλλον, η οικονομική κρίση, το νεφελώδες εργασιακό τοπίο, έρχονται να ενισχύσουν το συναίσθημα του ανταγωνισμού και η πρώιμη μετεφηβική ηλικία στιγματίζεται από την έντονα φορτισμένη εμπειρία των εξετάσεων και διαμορφώνεται από αυτήν.
Έτσι, αφήνοντας πίσω τα σχολικά χρόνια, εξακολουθούν να μεταφέρουν τον ίδιο τρόπο σκέψης στην ενήλικη ζωή τους και μπαίνοντας στον εργασιακό στίβο προσπαθούν να επιτύχουν, χωρίς να είναι εύκολο να αφήσουν πίσω τη νοοτροπία – ο θάνατος σου, η ζωή μου- που τα σχολικά χρόνια εντύπωσαν στην ψυχή τους. Η ιδεολογία αυτή είναι αρκετή για να επηρεάσει την προσωπικότητα, τις επιλογές, τις προτεραιότητες και τη συμπεριφορά των νέων.
Λύσεις υπάρχουν και θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί πολλές: όπως για παράδειγμα την ύπαρξη μιας προκαθορισμένης βάσης την οποία θα πρέπει να προσεγγίσει ο υποψήφιος, χωρίς η επιτυχία του να σχετίζεται με την επίδοση των συμμαθητών του. Κι αν αυτό σημαίνει ότι σε κάποιες σχολές οι εισακτέοι θα αυξηθούν, αυτό θα θεράπευε και μια ακόμα πληγή: την αιμορραγία της ελληνικής κοινωνίας από τα νέα παιδιά που καταφεύγουν στις γείτονες χώρες για να μορφωθούν, επιβαρύνοντας τα ήδη δυσοίωνα δημογραφικά δεδομένα του τόπου μας, τον ψυχισμό των ίδιων και των οικογενειών τους, αλλά και το Α.Ε.Π.
Το ελληνικό σχολείο είναι ο θεσμός που θα μπορούσε να αποτελέσει αρωγό και φορέα αλλαγής, σμιλεύοντας την προσωπικότητα των νέων όπως ο γλύπτης που δίνει στο ακατέργαστο μάρμαρο την πιο όμορφη εκδοχή του. Προς την κατεύθυνση αυτή η συλλογικότητα και η ομαδοσυνεργατικότητα είναι τα θεμέλια. Και σε αυτό το πλαίσιο το παρόν σύστημα εισαγωγής είναι επιεικώς απαράδεκτο.
* Η Γιάννα Χουρδάκη είναι ψυχολόγος – παιδοψυχολόγος