Του Νίκου Φλεμετάκη
Φωτογραφίες οι παλιές και τι δε μας θυμίζουν!
Μέρες χαράς που ζήσαμε, μα πίσω δε γυρίζουν.
Χριστούγεννα Πρωτοχρονιά, ολοι στην εκκλησία
και το βραδάκι χαβαλές, στη Λιονταριών πλατεία
Σε τόπους που γλεντήζαμε, τα περασμένα νιάτα
σ αυτούς που μαζευόμαστε να πούμε τα μαντάτα
Οι τόποι εμαγνητίζανε κι ώσπου να ξημερώσει
Η Κρήνη επλημμύριζε, γινόμαστε άλλοι(ν)τόσοι
Πόσοι δε μαζευόμαστε, σ’ αυτούς εδώ τους τόπους!
Κι όλοι τους σεβόμαστε, σα τους παλιούς Ανθρώπους.
Στα Λεοντάρια αράζαμε και είχαμε και για φάρο
Κιρκόρ-μπογάτσα, Μακριμίχαλο για σέρτικο τσιγάρο.
Πριχού σ’ αυτούς να φτάξουμε, εις το CAPRIS κρασάκι
στο δίπλα εστιατόριο, του Γιάννη Μαζωνάκη.
Κάθε πρωί Θεού χαρά, ήτανε στα Λιοντάρια
Στου Ρεγγινάκη στη Βουλή, αφήναμε τ’ αχνάρια.
Εκεί κι η Βικελαία μας, μιας εποχής φανάρι,
Δεντρί καλό όπου ανθεί, κάθε λογής κλωνάρι
Κι όποιου, για αγάπη αληθινή, πονούσε το δοντάκι
τον στέλναμε για φάρμακο, στου Γιάννη Χλουβεράκη…
Στο φαρμακείο που συχνά έβλεπες το Φραγκούλη
κι αν είχες τύχη θ άκουες για τη ζωή του Ούλη.
Το φάρμακο θα έλεγε αμέσως ο Φραγκούλης
γιατί θα καταλάβαινε πως ήσουνα καψούρης.
«Ισόβια σε δίκασε, ποινή πολύ μεγάλη
θέλεις να κάμεις φυλακή στην εδική τση αγκάλη»
Μα κείνο απού έλεγε και άπου πολλούς αγγίζει
είναι η πείνα κι η ξυπολησιά, που σε πολλούς θυμίζει
«Ξυπόλυτος ξενίκησα κοπέλι από τη Λάστρο
και πορπατάρης έφταξα εις το Μεγάλο Κάστρο».
Μα και βιβλία αν θέλαμε του Νίκου Καζαντζάκη
το βρίσκαμε στο φίλο μας Γρηγόρη Αστρακιανάκη
Ε ! πώς αλλάζουν οι καιροί κι αλλάζουν κι ανθρώποι
Μα οι αναμνήσεις μένουνε κι ας άλλαξαν οι τόποι
Μα οι τόποι κι αν αλλάξανε και χρώμα πήραν άλλο
Να τσοι διαβαίνουμ’ εμείς κι ας πηαίνουμ’ ζάλο ζάλο.
Γιατί μ’ αυτές τις θύμησες, δεμεν’ ειν’ η ζωή μας
γι’ αυτό θα τους βαδίζουμε ,ως τη στερνή πνοή μας.