Ο τίτλος προέρχεται από μια φράση που μεταχειρίζομαι συχνά, για να δηλώσω με έμφαση την κυρίαρχη ανάγκη της ελληνικής οικονομίας: το “μεγάλωμα της πίτας”, την εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό και την αύξηση της παραγωγής στο εσωτερικό. Πιστεύω ακράδαντα ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος, δεν υπάρχει άλλος δρόμος ανάπτυξης για να βαδίσει η εθνική μας οικονομία από αυτόν. Είναι κάτι που έχει αποδείξει και η οικονομική ιστορία, αλλά και η εμπειρία.

Μετά την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ξεκίνησε μια αλυσίδα από ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης και δημοσίων επενδύσεων. Αυτά τα “πακέτα”, όπως ονομάστηκαν από πολλούς, είχαν στόχο να βοηθήσουν την ταχύτερη ολοκλήρωση της ελληνικής οικονομίας στο δυτικοευρωπαϊκό πλαίσιο και ήταν σαφέστατα μια πολύ θετική συμβολή.

Είχαν όμως και κάποιες αρνητικές συνέπειες. Εμπέδωσαν σε μεγάλο κομμάτι του επιχειρηματικού, αγροτικού και επαγγελματικού κόσμου, αλλά και στην κοινωνία ευρύτερα την αντίληψη ότι περίπου ό,τι κι αν κάνουμε ή δεν κάνουμε εμείς είναι δεδομένο ότι από κάπου ψηλά θα “βρέχει” χρήματα. Χρήματα που δίδονται κατά κανόνα χωρίς ιδιαίτερο έλεγχο και αποστολή τους είναι να αναβαθμίσουν το βιοτικό, δηλαδή το καταναλωτικό, επίπεδο των Ελλήνων. Αυτό όμως ήταν ριζικά λάθος και οδήγησε σε μεγαλύτερα λάθη, ωθώντας τις κυβερνήσεις σε περισσότερο δανεισμό για να εξυπηρετηθούν κοινωνικές παροχές.

Το αποτέλεσμα ήταν, ενώ συνολικά η οικονομία μας μεγεθύνθηκε σημαντικά μετά τη δεκαετία του ‘80, να ατονήσουν σε μεγάλο βαθμό οι παραγωγικές και ανταγωνιστικές της δυνατότητες και να αυξηθούν τα ελλείμματα. Αυτό το σκηνικό οδήγησε στην μεγάλη οικονομική κρίση που περάσαμε. Σήμερα έχουμε βγει από αυτή την πολύ δυσχερή συγκυρία της κρίσης, αλλά η οικονομία μας χρειάζεται ακόμα αρκετά βήματα για να αποκτήσει ανθεκτικότητα. Χρειάζεται να εξοπλιστεί με τα στοιχεία εκείνα που θα την καταστήσουν ικανή να ανταποκρίνεται καλύτερα σε διεθνείς κραδασμούς που δεν θα λείπουν ούτε στο μέλλον, να πάψει να είναι ο “συνήθης ύποπτος” και ο “αδύναμος κρίκος” της ευρωπαϊκής οικογένειας. Γι’ αυτό τον σκοπό έχουμε ανάγκη από διαφορετικά πρότυπα ανάπτυξης.

Η απάντηση βρίσκεται στη φράση “ελληνικό οικονομικό θαύμα”, δηλαδή στην εικοσιπενταετία από τις αρχές της δεκαετίας του ‘50 ως τα μέσα της δεκαετίας του ‘70. Έχοντας βιώσει μια σημαντική οπισθοδρόμηση λόγω της εμπόλεμης δεκαετίας του ‘40, η ελληνική οικονομία απορρόφησε κεφάλαια αρχικά από τα προγράμματα στήριξης των ΗΠΑ και στη συνέχεια από το μεταναστευτικό και ναυτιλιακό συνάλλαγμα. Ταυτόχρονα, με χαμηλή εισοδηματική βάση εκκίνησης μπόρεσε να αντλήσει φθηνό εργατικό δυναμικό από τον μαζικά αστικοποιούμενο πληθυσμό της υπαίθρου.

Με την ολοκλήρωση της νομισματικής σταθεροποίησης το 1955 είχαν ενεργοποιηθεί όλοι οι παράγοντες που διαμόρφωσαν ένα αναπτυξιακό ράλι εικοσαετίας για την Ελλάδα, με ρυθμούς ανάπτυξης αντίστοιχους μόνο με εκείνους της Νότιας Κορέας. Η μεγάλη εισοδηματική διανομή των δεκαετιών 1970-90 υπήρξε αποτέλεσμα αυτής της επιτυχίας.

Σήμερα, η ελληνική οικονομία συμπληρώνει αρκετές αντίστοιχες δυνατότητες σε ένα σαφώς διαφορετικό τοπίο. Η διεθνής οικονομική κρίση δεν θα κρατήσει για πάντα, και η Ελλάδα έχει να επιδείξει αξιοσημείωτη σταθερότητα, ικανή δυναμική κι ένα πολύ θετικό momentum που πρέπει να εκμεταλλευτεί. Η στρατηγική επένδυση στην αναβάθμιση και διεύρυνση του τουριστικού προϊόντος, η έμφαση στην προσέλκυση νέων μεγάλων επενδύσεων, ιδίως σε περιβάλλον υψηλής τεχνολογίας, η ενίσχυση των εξαγωγών που ήδη πηγαίνουν πολύ καλά, μια νέα αγροτική μεταρρύθμιση με παραγωγικό προσανατολισμό και η κατεύθυνση ευρωπαϊκών κεφαλαίων στον χώρο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι τα μεγάλα βήματα για να περάσουν τα “καινούργια λεφτά” μέσα στο νευρικό σύστημα της ελληνικής οικονομίας.

Η μονοκαλλιέργεια της απορρόφησης των ευρωπαϊκών και δανειακών πόρων και της καταναλωτικής ανακύκλωσης των εθνικών κεφαλαίων έχει περάσει την ημερομηνία λήξης της. Χρειαζόμαστε μια φυγή προς τα εμπρός και η συγκυρία είναι θετική για κάτι τέτοιο. Στόχος μας πρέπει να είναι μια οικονομία με ανθεκτική και σταθερή αναπτυξιακή δυναμική, ώστε να μπορούμε ως κοινωνία να προστατεύουμε τους πιο αδύναμους όταν εμφανίζονται συνθήκες κρίσης. Η πολιτική σταθερότητα, η προοπτική διατήρησης μιας ικανής και αξιοπρεπούς διεθνώς διακυβέρνησης και ο φιλελεύθερος προσανατολισμός είναι οι κρίσιμοι παράγοντες που μπορούν να δώσουν την τελική ώθηση και η Νέα Δημοκρατία είναι η μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί να εγγυηθεί αυτή την προοπτική.