Ενάντια στον πουριτανικό μισογυνισμό, οι μαζικές εκκλήσεις γυναικών από το Αφγανιστάν για διεθνή προστασία, ειδικά των πνευματικών ανθρώπων, γυναικών πολιτικών, καλλιτεχνών και δημοσιογράφων, όλες οι αναρτήσεις απηχούνε τη νέα οδυνηρή συνθήκη της άνισης μεταχείρισης του μισού πληθυσμού (οι Αφγανές υπολογίζονται σε 18 εκατομμύρια) και μάλιστα του πλέον ενεργού ανθρώπινου δυναμικού της χώρας.
Οι κινηματογραφημένες με προσοχή συνεντεύξεις στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, ειδικά μετά το 2019 επίσης φανερώνουν ποιες φεμινίστριες είναι αποφασισμένες και παρούσες διαρκώς. Άλλωστε, οι δύο δεκαετίες που πέρασαν δεν έχτισαν κράτος στο Αφγανιστάν παρά ενίσχυσαν μία κρατική μηχανή (state-strengthening) που αναπαράγει τη στείρα ανταπάντηση μέσα από μία άστοχη διασπάθιση χρημάτων σε εξοπλισμούς και σε ένα εργατικό δυναμικό –συχνά εξειδικευμένο στις ΗΠΑ– που σήμερα είναι όλοι και όλες απείρως εκτεθειμένοι σε θανάσιμο κίνδυνο στην πατρίδα τους ως στιγματισμένοι συνεργάτες.
Παράλληλα στις επίσημες συνεντεύξεις τύπου οι φαινομενικά πασιφιστές εκπρόσωποι διακηρύττουν την εκπαιδευτική όσο εργασιακή ελευθερία των γυναικών στα διεθνή μέσα ενημέρωσης και στα τηλεοπτικά κανάλια ακόμα και στην Ελλάδα. Δέκα ημέρες πάντως μετά την ανάληψη της εξουσίας, οι Ταλιμπάν στις 25 Αυγούστου ανακοίνωσαν ότι οι γυναίκες απαγορεύεται να πηγαίνουνε στην εργασία τους, με πρώτη την εξαίρεση όσων γυναικών εργάζονται στην υγεία μόλις τρεις ημέρες αργότερα (μελλοντικά ίσως των εκπαιδευτικών), προφανώς διαπιστώνοντας τις ζωτικές ανάγκες.
Στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα εφαρμοστεί μάλλον η κατά φύλο διαμοίραση στις τάξεις, καθηγητών και μαθητών, και γι’ αυτό θα χρειαστούν τις γυναίκες εκπαιδευτικούς. Η τριτοβάθμια όμως εκπαίδευση είναι ανέκαθεν το κόκκινο πανί στον ισλαμικό φανατισμό. Προς το παρόν η παύση εργασίας και ανώτερων σπουδών για τις γυναίκες δεν συνεπάγεται το τέλος, αλλά ουδέν μονιμότερον του προσωρινού.
Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης αυτή τη φορά γίνονται το όχημα αποκάλυψης του τί μέλλει γενέσθαι μέσα στο νέο Ισλαμικό Εμιράτο του Αφγανιστάν από γυναίκες οι οποίες αναρτούν τα επόμενα βήματα εφαρμογής του νόμου της Σαρίας, ήτοι του κοινωνικού αποκλεισμού για το γυναικείο φύλο. Τίποτε δεν έχει αλλάξει προς το παρόν ως προς το διαδίκτυο (όσο ακόμα είναι ανοιχτό) και η πρόσβαση στα social media, εφόσον συνεχίσουνε να επιτρέπονται στο μέλλον, πιστεύω ότι ενδέχεται τα ηλεκτρονικά μέσα να λειτουργήσουνε ως μοχλός πίεσης για περισσότερη «επικοινωνιακή ελευθερία».
Ωστόσο, η επιτρεπόμενη χρήση του διαδικτύου για όλες τις γυναίκες, χωρίς περιορισμούς στην πρόσβαση σε δίκτυα και υπηρεσίες, προσωπικά είναι κάτι για το οποίο διατηρώ πάντοτε επιφυλάξεις, ανακαλώντας την παλαιότερη απαγόρευση των κοινωνικών μέσων δικτύωσης και σε άλλες ισλαμικές χώρες εξίσου φανατικές, πλέον λιγότερο κλειστές για τους ξένους. Ο εκπατρισμός δεν είναι πανάκεια πάντα όταν μάλιστα η Συνθήκη της Γενεύης δεν προσφέρει ειδική μέριμνα για την παραχώρηση ασύλου με γνώμονα το φύλο.
Ξεχωρίζει η περίπτωση της Αφγανής πολιτικού Zarifa Ghafari η οποία ανήρτησε την πρώτη κιόλας ημέρα το αδιέξοδο, καθώς δεν γνώριζε πώς να διαφύγει, αλλά τελικώς η δημοσιοποίηση έφερε την επιθυμητή λύση. Σήμερα η ίδια και όλη η οικογένεια της βρίσκονται ασφαλείς στη Γερμανία μέσω Τουρκίας – η Zarifa Ghafari ας σημειωθεί πως έχει ήδη επιζήσει σε τρεις δολοφονικές απόπειρες εναντίον της κατά τη διάρκεια της θητείας της ως δήμαρχος.
Πρόκειται για την πιο προβεβλημένη και νεαρότερη γυναίκα δήμαρχο στη χώρα της και μάλιστα κόρη στρατιωτικού ο οποίος δολοφονήθηκε από τους Ταλιμπάν τον περασμένο χειμώνα. Αντίστοιχα, η διάσημη ακτιβίστρια και δημοσιογράφος Shukria Barakzai, πρώην βουλευτής και επιφανής φεμινίστρια του ισλαμικού κόσμου, η ίδια κατάφερε να διαφύγει στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Shukria Barakzai επέζησε τρομερού τρομοκρατικού χτυπήματος εις βάρος της το 2014 σε κεντρικό δρόμο στην Καμπούλ με τελικό απολογισμό εννέα νεκρούς και τριάντα τραυματίες – το μήνυμα είναι προφανές από τα κέντρα των φανατικών.
Το 2005 η Ύπατη Αρμοστεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) έδωσε το ποσοστό 3% για τους εκπατρισμένους ανθρώπους στον κόσμο που σταδιακώς μειούμενο κυμάνθηκε σε 1% το πρόσφατο 2019. Η νέα εισβολή όμως των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν μας φέρνει προ των πυλών του επόμενου μεταναστευτικού ρεύματος από την άλλοτε Ελβετία της Ασίας προς την Ευρώπη και ενδεχομένως προς τις ΗΠΑ.
Οι επαρκώς γνωρίζοντες όλα τα παρασκήνια τονίζουνε ότι ως χώρα οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί, ιδίως απέναντι σε όσους δεν άλλαξαν τις διμερείς σχέσεις στη διπλωματία αμέσως μετά την εισβολή στις 15 Αυγούστου.
Τα τείχη που υψώνονται στην Ασία και στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρόκειται να εμποδίσουνε την απόδραση των εκατομμυρίων ανθρώπων που θα σπεύσουνε να σωθούνε προς τη Δύση. Άμεσο κίνδυνο διατρέχουνε οι αλλοδαποί υπάλληλοι και όσοι Αφγανοί συνεργάστηκαν με τις ξένες κυβερνήσεις και τις αντιπροσωπείες τους, άνδρες και γυναίκες, μεταφραστές και κυρίως οι δημοσιογράφοι οι οποίοι διακινδυνεύουνε την τιμωρία με την εσχάτη των ποινών για προδοσία, δηλαδή με θάνατο.
* Η Γεωργία Τσατσάνη είναι φιλόλογος- συγκριτολόγος