Ζούμε σε ένα κράτος που οι πρόγονοί μας έκαναν γνωστή στα πέρατα του κόσμου τη Δημοκρατία. Και με αφορμή αυτή τη λέξη-έννοια ήθελα να αναφερθώ, χρόνια τώρα, σε ένα θέμα που απασχολεί διαχρονικά χιλιάδες Έλληνες. Και μπορώ να πω τους “ΆΡΙΣΤΟΥΣ”, διότι άριστοι είναι εκείνοι στην Ελλάδα που επιχειρούν, εργάζονται και βιοπορίζονται χωρίς να έχουν φιλήσει τις “ποδιές” των πολιτικών για μια θέση ή ένα “βόλεμα” στο δημόσιο.
Βιώνουμε μια μακροχρόνια οικονομική κρίση, που αρχίζει για μένα από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, και μία από τις συνέπειες αυτής της κρίσης είναι η ανεργία, που πλήττει κυρίως τον οικονομικό τομέα.
Εγώ εργάζομαι από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 ως μισθωτός (ΙΚΑ).
Εγώ και πολλοί άλλοι που προερχόμαστε από τον καλλιτεχνικό -εικαστικό κλάδο, μας έχει πλήξει πρώτους η ανεργία, αλλά φυσικά και πολλά ακόμα επαγγέλματα, που δεν θέλω τώρα να αναφερθώ λεπτομερώς.
Αποτέλεσμα αυτής της οικονομικής κρίσης είναι να αναζητούμε άλλους τρόπος επιβίωσης για μας και τις οικογένειές μας, καθώς των μνημονίων ακολούθησε ο κοροναϊός.
Τώρα ήθελα να αναφερθώ στο κυρίως θέμα που γράφω αυτό το σημείωμα, στο “ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ”… δηλαδή στο θέμα της συντάξεως, που δικαιούται ο εργαζόμενος. Η οικονομική κρίση και η ανεργία, στέρησαν από πολλούς τη δυνατότητα συμπλήρωσης των απαιτούμενων ενσήμων και τώρα αναγκάζονται να αγοράσουν τα ένσημα της στρατιωτικής τους θητείας, για να φτάσουν στην πολυπόθητη σύνταξη. Πόσοι όμως έχουν τη δυνατότητα να δώσουν περισσότερα από 6.000 ευρώ;
Μπορεί κάποιος να μου απαντήσει για την χρονική περίοδο που ξεκινά από τη μεταπολίτευση, από αυτούς που νομοθετούν ή “λειτουργούν τη δημοκρατία” τους, πώς μπορεί ένας εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα που δεν του έχει “ΧΑΡΙΣΤΕΙ” τίποτα, να βρει αυτό το ποσόν για να εξαγοράσει τη στρατιωτική του θητεία, όταν μάλιστα σήμερα ακόμα και η ΕΠΙΒΙΩΣΗ καθίσταται δυσχερής;
Εγώ όταν στρατεύθηκα το 1981 η θητεία στο Ναυτικό (Π.Ν.) ήταν 26 μήνες.
26 ΜΗΝΕΣ από τη δημιουργική ζωή μου ως νέου-είχα τελειώσει τη σχολή μηχανολόγων και στρατεύθηκα με αναβολή και η μηνιαία αποζημίωσητου στρατεύσιμου τότε ήταν 50 δραχμές, εάν πει κάποιος ότι αμείφθηκα ή αποζημιώθηκα, γιατί σήμερα υπάρχουν και αυτοί…
Τότε που ως νέος είχα τη δύναμη και την όρεξη για εργασία και η θητεία μού σταμάτησε την επαγγελματική και δημιουργική ζωή.
Σήμερα, στη ηλικία που είμαι εγώ, καθώς και χιλιάδες ομοιοπαθείς, είναι σχεδόν αδύνατον να εξασφαλίσουμε τη σύνταξη που δικαιούμαστε με τις υπάρχουσες προϋποθέσεις εντός Ελλάδος, διότι εκτός των άλλων εδώ στη γη που γεννήθηκε η δημοκρατία υπάρχει το ΟΞΥΜΟΡΟ. Δηλαδή, οι συνταξιούχοι να αμείβονται περισσότερο από τους εργαζόμενους, εκεί που η σύνταξη ενός συνταξιούχου έπρεπε να είναι τα 2/3 του μισθού ενός εργαζόμενου μισθωτού!
Λοιπόν, δεν κλαίμε, δεν ζητιανεύουμε. Απαιτούμε από το κράτος δικαίου που αναφέρονται κατά κόρον και που κόπτονται οι πολιτικοί και οι τεχνοκράτες, να σκύψει πάνω σε αυτό το θέμα και να παρέχει αρωγή και λύσεις. ΝΕΜΕΣΙΣ γύρω από αυτό το ζήτημα και ν’ αποκαταστήσουν τη τάξη, έστω και τώρα γιατί αυτό είναι το δίκαιο, και αυτό απαιτεί η λογική ΣΗΜΕΡΑ.
ΔΗΛΑΔΗ Η ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΘΗΤΕΙΑ ΝΑ ΥΠΟΛΟΓΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΣΥΝΤΑΞΙΜΑ ΧΡΟΝΙΑ – ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΝΑΓΚΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΤΗΝ ΕΞΑΓΟΡΑΖΕΙΣ.
* Ο Χρήστος Κορναράκης είναι αγιογράφος