-Μα αλήθεια μπρε, Κωνσταντή, πως πολλοί αποθαμένοι πάνε λέει στην Αθήνα και στη Βουλγαρία, απού χουνε εκειά φούρνους και τσι ψήνουνε;
-Αλήθεια Διογένη, εκεί πάνε όποιοι δεν θένε να θαφτούνε εδώ και τους κάβουνε τους καίνε στους φούρνους εκεί.
-Και αλήθεια είναι κιόλας πως πληρώνουνε λέει και 15 και 10 χιλ. ευρώ;!
-Αλήθεια είναι Διογένη.
-Ε, μάνα μου μπρε τοσονά ακριβά είναι εκειά τα ξύλα.
Να μην ήτανε τοσονά ακριβά Κωνσταντή ήθελα κι εγώ να πήγαινα εκεία να καφτώ να ξεβρομίσω!…
-Από τι να ξεβρομίσεις Διογένη;
-Από ήντα; Εγώ να σου πω επαέ φοβούμαι να ποθάνω ετσά που σκέφτομαι πως δα με πηγαίνουνε από τη μια μπάντα στην άλλη, στσι δρόμους, στσι εκκλησές, να μ’ έχουνε στο σπίτι όλη νύχτα να με κλαίνε, να ‘ρχεται όλο το χωριό με τα κεριά να με προσκυνούνε, να θωρούνε τη μούρη μου να ‘ναι σαν τ’ αποθαμένου, να φοβούνται τα κοπέλια και το χειρότερο, άμα με πάνε στο μνήμα και τ’ ανοίξουνε να βγάλουνε τον παλιό από μέσα να πιάσουνε όλοι τσι μύτες τους από το βρώμο!
Ευτυχώς απού δεν τρως Κωνσταντή να μην… ξεράσεις! Δεν θέλω να πω άλλα σιχαμερά, Παναγία μου! Και να με βάλουν ύστερα κι εμένα εκειά μέσα!…
-Τρομερά και μακάβρια τα λες Διογένη μα αυτή είναι η αλήθεια.
-Και οντέ δα ξαναρθούνε πάλι να μ’ ανοίξουνε να ξαναβρομέσω κι εγώ τσ’ ανθρώπους!
-Εσύ Διογένη μπορεί να βγάλεις άγια λείψανα μυρωδάτα.
-Κατέχεις ήντα σκέφτομαι Κωνσταντή; Ν’ αρχίξω να φυλάσσω τα λεφτά να πάω στη Βουλγαρία κι εγώ…
-Καθυστέρησέ το όσο μπορείς Διογένη, μήπως προλάβεις να σε κάψουνε εδώ…
Που εδώ στο φούρνο του σπιτιού μου, απού ζυμώναμε και ψήναμε το ψωμί;
-Όχι Διογένη στο Ηράκλειο λένε από χρόνια ότι θα τονέ κάμουνε και αν είσαι τυχερός μπορεί να προλάβεις…
Γι’ αυτό σου λέω καθυστέρησέ το όσο μπορείς. Μη βιαστείς…
-Μα αλήθεια μου το λες; Να τονέ κάμουνε θέλει στη χώρα!
Ε, εντάξει άμα γενεί σε ένα -δυο χρόνια δα τα καταφέρω…
-Αν δεν προσθέσες Διογένη δύο-τρία χρόνια, πολύ φοβάμαι πως θα πας στη Βουλγαρία!
-Εμά μπρε! Ντα εγώ σε μια βδομάδα έχτισα τον εδικό μου φούρνο…
-Μα εδώ είναι Ελλάδα Διογένη, δεν έιναι… χωριό!
Εδώ πρέπει πρώτα το κάθε έργο να το κουβεντιάζουνε δύο χρόνια μέχρι να συμφωνήσουνε ότι θα γίνει.
Μετά άλλα δύο μέχρι να καταλήξουνε σε ποιο χώρο θα γίνει.
Μετά άλλα δύο για να τα βρούνε με τις υπηρεσίες, άλλα δύο με τους κατοίκους, ύστερα θα πρέπει να το αφήσουνε να… ωριμάσει, όπως το προζύμι ή όπως το φρούτο.
Καμιά φορά τυγχάνει και πολυωριμάζει και πέφτει και σαπίζει! Πιστεύω αυτό το έργο να μην καθυστερήσει και να γίνει το χατίρι σου, Διογένη.
-Και δε μου λες μπρε, να σε ρωτήξω εσύ να ανημένεις θες να γενεί ο φούρνος, γή θες να σε φάνε οι σκουλήκοι;!
-Θέλω Διογένη, ούτε να με φάνε, ούτε να βρομέσω, ούτε να με σιχαθούνε, όπως θα ‘θελε ο κάθε λογικός άνθρωπος.
-Μα αυτοί που δα δουλεύγουνε εκειά δα πρέπει να ‘ναι φουρνάρηδες, ε;…