Πληροφορούμαι και οι πληροφορίες μου είναι αντικειμενικά ορθές, ότι το Υπουργείο Παιδείας ετοιμάζεται να βελτιώσει και να αναδιατάξει το εκπαιδευτικό σύστημα, ώστε τούτο να καταστεί αξιόμαχο και ικανό, να παράξει αυτό που τόσο λείπει από τον τόπο μας δηλαδή ΠΑΙΔΕΙΑ!
Βήμα καθοριστικό, οι διορισμοί εκπαιδευτικών!
Να στελεχωθούν επιτέλους με επάρκεια τα σχολεία από την αρχή του σχολικού έτους και να σταματήσει πια αυτή η φασαρία με τα κενά. Επόμενο καθοριστικό βήμα, η επαναφορά σε ενέργεια ενός “δασκαλογέννητου” θεσμού, που είχε καταργήσει η προηγούμενη κυβέρνηση. Ο δασκολογέννητος αυτός θεσμός δεν είναι άλλος από το θεσμό του ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ.
Θα αναφερθώ επίσης σε έναν ακόμα “δασκαλογέννητο” θεσμό που είναι ο διευθυντής του σχολείου. Και οι δύο αυτοί θεσμοί της εκπαίδευσης, πρόσωπα κλειδιά, θα αναλάβουν να καθοδηγήσουν το εκπαιδευτικό σύστημα, στην παραγωγή, πραγματικής αγωγής ώστε τούτο να διαπλάθει ισορροπημένες και ολοκληρωμένες προσωπικότητες που θα αποτελέσουν τον αυριανό πολίτη.
Οι δύο αυτοί θεσμοί, με την βοήθεια και του διευθυντή εκπαίδευσης, θα αναλάβουν ακόμα το δύσκολο και πολυσύνθετο έργο της ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ, τόσο του εκπαιδευτικού έργου όσο και ενός εκάστου των εκπαιδευτικών.
Ενδεικτικά αναφέρω τώρα ευκαιριακά, ότι εγώ που διορίστηκα το έτος 1974, αμέσως μετά την απόλυσή μου από την επιστράτευση, έχω αξιολογηθεί σε όλη την καριέρα μου μόνο δύο φορές. Και ας εκφράσω –νομίζω ότι θα μου επιτραπεί από τους αναγνώστες – το παράπονό μου ότι κανείς δεν με αξιολόγησε ως διευθυντή Α/θμιας εκπαίδευσης, παρόλο που έπρεπε να αξιολογηθώ πρώτος στο Νομό μου από σύμβουλο του παιδαγωγικού ινστιτούτου.
Τούτο δε συνέβη παρά εκδιώχθηκα από τη θέση μου από την αλλαγή της κυβέρνησης το 2004. Το έργο βέβαια ενός εκάστου παραμένει ανεξίτηλο στη συνείδηση της κοινωνίας. Καιρός είναι λοιπόν να θεσμοθετηθεί η αξιολόγηση. Όχι η τιμωρητική και αυταρχική αξιολόγηση, αλλά η αξιολόγηση για βελτίωση όλων των παραμέτρων της εκπαίδευσης, όπως αναλυτικά προγράμματα, εγχειρίδια, εκπαιδευτικοί, σχολικές μονάδες.
Χαρακτηρίζω τους παραπάνω θεσμούς “δασκαλογέννητους”, γιατί γεννήθηκαν μέσα από το όραμα και τους σχεδιασμούς, του ακμαίου εκείνη την εποχή, διδασκαλικού κινήματος, το οποίο εκτός από τους διεκδικητικούς προσανατολισμούς του, διέθετε αμέριστη αγάπη, γνώση και εμπειρία, γύρω από τα καυτά θέματα της εκπαίδευσης παρά τις υπερβολές του και τις κακές του στιγμές.
Ας αναφερθούμε όμως στο συγκεκριμένο θεσμό του ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ γιατί για το θεσμό του διευθυντή του σχολείου θα αναφερθώ λόγω χώρου σε άλλη εργασία μου.
ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ, μια δυνατότητα για τη συνείδηση και τα έργα του «ΕΜΕΙΣ».
«Είμαστε εις το εμείς και όχι εις το εγώ» όπως το υπέγραψε ο στρατηγός Μακρυγιάννης.
Ας μεταφερθούμε περίπου σαράντα πέντε χρόνια πίσω. Είναι η εποχή που η Ελλάδα, πληγωμένη από τα κακουργήματα της χούντας των Απριλιανών λαχταρά την αυγή μιας καινούργιας ζωής. Το αίτημα «ποτέ πια φασισμός – Δημοκρατία» φουντώνει. Κάθε δημοκρατικός άνθρωπος ζει βαθιά την εθνική και δημοκρατική επιταγή, για κάθαρση από το νεοφασιστικό άγος και τον εκδημοκρατισμό της χώρας.
Το όραμα αυτό συγκινεί ιδιαίτερα και το δημοκρατικό, συνδικαλιστικό εκπαιδευτικό κίνημα, που έζησε τα δεσμά της τυραννίας και έγινε μάρτυρας του αυταρχισμού στην αγωγή και στην εκπαίδευση. Τότε έμαθε καλά, πως δεν μπορεί να ζήσει η Δημοκρατία χωρίς τη δημοκρατική εκπαίδευση και παιδεία.
Η εκπαιδευτική μεταρρυθμιστική ιδέα, που τόσες φορές είχε ανακοπεί ο δρόμος της, αποκτά καινούργιο δυναμικό περιεχόμενο και ιδεολογικό βάθος. Ο αγώνας του εκδημοκρατισμού επικεντρώνεται στο αίτημα «κάθαρση στην εποπτεία των σχολείων».
Μέσα στον κλάδο των δασκάλων είχε απλωθεί ευρύτατα, η αποτυχία του θεσμού του Επιθεωρητή. «Τους βλέπουμε σαν ξένο σώμα». «Θέλουμε ανθρώπους και όχι αφεντικά». «Κανένας δάσκαλος δεν διδάχτηκε από τον επιθεωρητή του».
Ο επιθεωρητής μέχρι τότε, συγκέντρωνε στο πρόσωπό του την ευθύνη για επιστημονική, παιδαγωγική, διδακτική, καθοδήγηση, καθώς και τη διοικητική μέριμνα. (Διορισμός, ορκωμοσία, τοποθέτηση, προαγωγή, μισθοδοσία, μετάθεση κ.ά.). Όλα αυτά δεν μπορούσαν να συμβαδίσουν με επιτυχία. ΄Ετσι με σκληρούς αγώνες και απεργίες, ήρθε κάποτε μετά το 1981, ο Νόμος 1304/1982 που κατάργησε τον θεσμό του επιθεωρητή σχολείων και εισήγαγε τον “δασκαλογέννητο” θεσμό του σχολικού συμβούλου. Με το άρθρο 1 εισάγει το θεσμό του ΣΣ με έργο, όχι τη διοίκηση του σχολείου πλέον, αλλά:
– Την επιστημονική – παιδαγωγική καθοδήγησή του.
– Τη συμμετοχή στην αξιολόγηση και στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, και
– Την ενθάρρυνση κάθε προσπάθειας, για επιστημονική έρευνα και επίλυση εκπαιδευτικών προβλημάτων που βαρύνουν μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Σχολικός είναι εκείνος που ρίχνει και βλέπει το μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο βάρος της προβληματικής και της δράσης του στο σχολείο.
Εκείνος που ανήκει στο σχολείο ολοκληρωτικά. Το σχολείο βέβαια, δεν είναι μια «διοικητική μονάδα» συνηθισμένου τύπου, αλλά είναι η πιο ευαίσθητη περιοχή όπου ριζοβολεί η πρόοδος του ανθρώπου, στην πιο σημαντική εξελικτική του φάση. Για το λόγο αυτό δεν του χρειάζεται εννοείται του ΣΣ καθόλου η έπαρση και ο καισαρισμός.
Του χρειάζονται η ταπεινότητα, η συναδελφικότητα, η συνεργασιμότητα, η ευγένεια, η δύναμη να εμψυχώνει και να εμπνέει, η ικανότητα να προλαμβάνει προβλήματα και προπάντων η εργατικότητα. Στο παρελθόν υπήρξαν άξιοι ΣΣ. Υπήρξαν όμως και κάποιοι που δεν ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις του θεσμού.
Εύχομαι αυτή τη φορά, που οι απαιτήσεις της κοινωνίας είναι πολύ μεγαλύτερες, ο θεσμός που πρόκειται να επανέλθει, να γνωρίσει μόνο την επιτυχία. Το έχει απόλυτη ανάγκη τόσο η κοινωνία όσο και η εκπαίδευση.
Για το θεσμό του διευθυντή του σχολείου θα επανέλθω σε άλλη εργασία μου.
Υ/Γ Προσοχή: Πολλές φορές τα πτυχία, τα μεταπτυχιακά έως και τα διδακτορικά διπλώματα δεν πρέπει να είναι τα κυρίαρχα κριτήρια. Ας ψάξουν να βρούν ανθρώπους με μεράκι, με ζήλο, με ανησυχίες. Αυτοί είναι σίγουρο ότι θα επιτύχουν.