Πριν από 15 χρόνια, η Ελλάδα απαγόρευσε για πρώτη φορά το κάπνισμα σε όλους τους εσωτερικούς δημόσιους χώρους -γραφεία, νοσοκομεία, σχολεία, μπαρ, κλαμπ, εστιατόρια και καφετέριες. Ωστόσο, όπως γνωρίζει κάθε Έλληνας, και ιδιαίτερα το 70% του πληθυσμού που δεν καπνίζει, η απαγόρευση αυτή παραβιάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τους ιδιοκτήτες των καταστημάτων εστίασης και διασκέδασης.

Επιπλέον, οι «σκληροπυρηνικοί» καπνιστές παρέμεναν πεπεισμένοι ότι είχαν δικαίωμα να αψηφούν τον νόμο, να δηλητηριάζουν τα σώματά τους και να παραβιάζουν τα δικαιώματα των μη καπνιστών που βρίσκονταν κοντά τους και ήθελαν να απολαύσουν έναν χώρο ελεύθερο από καπνό.

Ωστόσο, τον Νοέμβριο του 2019 εισήχθη ένας πολύ αυστηρότερος αντικαπνιστικός νόμος από την νεοεκλεγείσα Κυβέρνηση Μητσοτάκη. Η ενισχυμένη νομοθεσία προέβλεπε πρόστιμα ύψους 100 ευρώ για τους πελάτες που κάπνιζαν σε εσωτερικούς χώρους, καθώς και πρόστιμα έως 10.000 ευρώ για τους ιδιοκτήτες καταστημάτων που επέτρεπαν το κάπνισμα στους χώρους τους.

Τέλος, την 1η Ιουλίου 2024, η Ανεξάρτητη Εθνική Αρχή Διαφάνειας λάνσαρε μια εθνική γραμμή καταγγελιών μέσω της ιστοσελίδας 1142.aead.gr, ενθαρρύνοντας τους Έλληνες πολίτες να καταγγέλλουν παραβιάσεις της αντικαπνιστικής νομοθεσίας.

Τι έχει αλλάξει λοιπόν; Αν κρίνει κανείς από την εικόνα που παρουσιάζουν τα μπαρ, τα εστιατόρια και τα καφέ στο Ηράκλειο, τα Χανιά και τον Άγιο Νικόλαο, η απάντηση είναι: απολύτως τίποτα.

Στη συνοικία της Θερίσου στο Ηράκλειο, όπου διαμένω, μόνο ένα κατάστημα εφαρμόζει την απαγόρευση του καπνίσματος σε εσωτερικούς χώρους. Πιθανότατα αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι διαθέτει επιπλέον εξωτερικό χώρο στην απέναντι πλευρά του δρόμου, όπου μπορούν να συγκεντρώνονται οι καπνιστές.

Ωστόσο, όλα τα υπόλοιπα καταστήματα της περιοχής αγνοούν ανοιχτά την απαγόρευση. Σε μία περίπτωση, ένα νεοσύστατο καφέ ζήτησε από μη καπνιστές να αποχωρήσουν αν δεν τους άρεσε η συνύπαρξη με καπνιστές, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι «είναι νόμιμο το κάπνισμα όταν ανοίγουμε τα παράθυρα».

Φυσικά, όταν επικοινώνησα με τις αρμόδιες Δημοτικές Αρχές του Ηρακλείου, μου είπαν ότι κάτι τέτοιο είναι εντελώς αβάσιμο και ότι δεν υπάρχει κανένα «παραθυράκι» στον νόμο που να επιτρέπει το κάπνισμα σε εσωτερικούς χώρους.

«Όταν ένας καπνιστής γνωρίζει ότι υπάρχουν κενά στο σύστημα που μπορεί να εκμεταλλευτεί, θα το κάνει», δήλωσε ο Στάθης Παπαχρήστου, ψυχολόγος και στέλεχος του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας στο γραφείο διακοπής καπνίσματος, σε άρθρο των New York Times τον Δεκέμβριο του 2024.

Σύμφωνα με τη μελέτη Saving Lives Like Sweden του 2023, την οποία επικαλείται η Καθημερινή σε άρθρο της στις 29 Αυγούστου 2023, το κάπνισμα σκοτώνει περίπου τους μισούς χρήστες του. Κάθε χρόνο, 8 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν παγκοσμίως από ασθένειες που σχετίζονται με τον καπνό, ενώ στην Ελλάδα ο αριθμός αυτός ανέρχεται σε 24.407 θανάτους ετησίως.

Περιφρονώντας ανοιχτά τον νόμο

Και όταν τους υπενθυμίζει κανείς τη σχετική νομοθεσία, πολλοί ιδιοκτήτες καφέ και εστιατορίων στο Ηράκλειο γελούν. Γνωρίζουν καλά ότι δεν διενεργούνται έλεγχοι, ότι η αστυνομία δεν επιβάλλει την απαγόρευση καπνίσματος σε εσωτερικούς χώρους και προτιμούν να διευκολύνουν πρόθυμα τους καπνιστές, που αποτελούν λιγότερο από το 30% του ελληνικού πληθυσμού, παρά να σεβαστούν το νόμιμο δικαίωμα της πλειοψηφίας των μη καπνιστών.

Είναι προφανές ότι τόσο οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων όσο και οι πελάτες τους αδιαφορούν πλήρως για τον καπνό που εισπνέουν οι μη καπνιστές. Η ιατρική κοινότητα έχει τεκμηριώσει επανειλημμένα ότι το παθητικό κάπνισμα αποτελεί σοβαρή απειλή για την υγεία και σχετίζεται άμεσα με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.

Η Ελλάδα καταλαμβάνει τη δεύτερη υψηλότερη θέση στην Ευρώπη όσον αφορά το ποσοστό των καπνιστών -μια σίγουρα αρνητική διάκριση. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση του Eurobarometer για τις καπνιστικές συνήθειες των Ευρωπαίων πολιτών, που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2024, το 36% των Ελλήνων χρησιμοποιεί προϊόντα καπνού, όπως τσιγάρα του πακέτου ή στριφτά, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Ενδεικτικά, σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Γαλλία, το ποσοστό αυτό κυμαίνεται γύρω στο 17%, ενώ συνολικά στην ΕΕ ο μέσος όρος φτάνει το 24%. Η μόνη χώρα με υψηλότερο ποσοστό καπνιστών από την Ελλάδα είναι η Βουλγαρία, με 37%. Οι Έλληνες καπνιστές καταναλώνουν κατά μέσο όρο 18,13 τσιγάρα την ημέρα -αριθμός που τους κατατάσσει στην πρώτη θέση στην ΕΕ, όπου ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 14,1 τσιγάρα ημερησίως.

Καμία διάθεση αντιμετώπισης του καπνίσματος στο Ηράκλειο

Το Ηράκλειο αποτελεί παράδειγμα όσον αφορά την αποτυχία εφαρμογής και σεβασμού του τροποποιημένου εθνικού αντικαπνιστικού νόμου του 2019, που θεσπίστηκε με σκοπό τη μείωση του καπνίσματος στη χώρα, ιδίως μεταξύ των νέων.

Όποιος ζει στην πόλη γνωρίζει καλά πως μαθητές λυκείου καπνίζουν και ατμίζουν ανενόχλητοι σε καφέ και εστιατόρια, σε ένα είδος «τελετουργίας ενηλικίωσης», όπου το τσιγάρο παρουσιάζεται ως σημάδι ανδρισμού ή κοινωνικής αποδοχής.

Η Ελλάδα καταγράφει υψηλά ποσοστά εμφάνισης καρκίνου, καρδιοπαθειών και πνευμονολογικών νοσημάτων σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης -γεγονός που σχετίζεται άμεσα με τα σταθερά υψηλά ποσοστά καπνιστών στον πληθυσμό. Οι ιδιοκτήτες καταστημάτων εστίασης που επιτρέπουν το κάπνισμα στους εσωτερικούς χώρους συμβάλλουν σε αυτούς τους δείκτες.

Η αδράνεια της Δημοτικής Αρχής και της Αστυνομίας στο Ηράκλειο, που δεν προβαίνουν σε καμία ενέργεια για την εφαρμογή της απαγόρευσης καπνίσματος, ενθαρρύνει ουσιαστικά τους παραβάτες να συνεχίσουν ανενόχλητοι να αγνοούν τον νόμο, στερώντας από την πλειοψηφία των πολιτών που δεν καπνίζει το δικαίωμά της σε καθαρό αέρα.

Έφτασε η ώρα να εφαρμοστεί μια πολιτική μηδενικής ανοχής στο κάπνισμα σε εσωτερικούς χώρους. Σε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, οι καπνιστές έχουν αποδεχτεί την απλή πρακτική να βγαίνουν έξω για λίγα λεπτά όταν θέλουν να καπνίσουν.

Γιατί, λοιπόν, κάποιοι καπνιστές θεωρούν στην Ελλάδα ότι έχουν το δικαίωμα να παραβιάζουν τον νόμο και ταυτόχρονα να καταπατούν το δικαίωμα των διπλανών τους να μην εισπνέουν τον καπνό τους;

Ο Harold von Kursk είναι δημοσιογράφος καναδογερμανικής καταγωγής και τα τελευταία χρόνια ζει τον περισσότερο καιρό στο Ηράκλειο, όπου και ετοιμάζει την ταινία “Disappearance”