Ερωτήματα γεννώνται για το αν έχει υπάρξει στο παρελθόν, Υπουργός Παιδείας, με τόση εμπάθεια και μίσος απέναντι στην εκπαιδευτική και μαθητική κοινότητα. Απέναντι στο δημόσιο σχολείο, που με κυνικότητα και πλήρη απάθεια, στήνει στο απόσπασμα.
Θα ήταν για γέλια αν δεν ήταν για κλάματα, ο ευφάνταστος τίτλος που η ΝΔ έδωσε στο νομοσχέδιο που έφερε για να ολοκληρώσει την ισοπέδωση της δημόσιας παιδείας, βαφτίζοντας “αναβάθμιση” του σχολείου, διατάξεις που μυρίζουν ναφθαλίνη.
Καταργεί κάθε έννοια συλλογικής έκφρασης στην εκπαίδευση, επαναφέροντας ένα συγκεντρωτικό, προσωποκεντρικό σύστημα, δομημένο από έναν αδιανόητο αριθμό στελεχών, υπο-στελεχών και παρα-στελεχών, με μοναδικό αντικείμενο τον έλεγχο επί των διαδικασιών της αξιολόγησης, ενώ μετατρέπει τα Περιφερειακά Κέντρα Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού, σε εξωτερικούς αξιολογητές, εκφυλίζοντας πλήρως τον συνεργατικό και διεπιστημονικό τους χαρακτήρα.
Από την άλλη πλευρά, ευνουχίζει τον σύλλογο διδασκόντων, παραχωρώντας πλήθος αρμοδιοτήτων στον διευθυντή του σχολείου, μετατρέποντάς τον -θέλει δεν θέλει- σε αξιολογητή, δικαστή, τιμωρό και απόλυτο εξουσιαστή της σχολικής μονάδας. Αλήθεια, πόση ακόμα διχόνοια θα σπείρει αυτή η κυβέρνηση στην εκπαιδευτική κοινότητα;
Ξέθαψαν μέχρι και τους παλιούς επιθεωρητές του ‘70. Τους βάφτισαν “σχολικούς συμβούλους” και τους πλαισίωσαν με τους Επόπτες Ποιότητας, όχι για να συμβουλεύουν, αναφορικά με το παιδαγωγικό και εκπαιδευτικό έργο των σχολείων, αλλά για να αξιολογούν και να αναφέρουν.
Όσο για την “ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών” που διατυμπανίζουν, θα είχε πολύ ενδιαφέρον να ακούγαμε τι έχουν να μας πουν γι‘ αυτήν, οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί. Οι εκπαιδευτικοί τους οποίους δένουν πισθάγκωνα, απειλώντας τους με πειθαρχικά και στερήσεις μισθού, τη στιγμή που τους αφαιρούν και το παραμικρό ίχνος αυτενέργειας.
Αδιανόητη είναι και η διάταξη, που αναφέρει ότι σε περίπτωση που το έργο του εκπαιδευτικού κριθεί ως μη ικανοποιητικό, εκείνος θα παρακολουθεί υποχρεωτικό επιμορφωτικό πρόγραμμα. Τις επιμορφώσεις που κατέστη ανίκανο να υλοποιήσει το Υπουργείο, την εποχή της μεγάλης ανάγκης της τηλεκπαίδευσης και τους τελευταίους μήνες αγκομαχά να ολοκληρώσει, σε πλατφόρμες που για μια ακόμη φορά υπολειτουργούν, θα τις επιβάλλει ως ποινή στους εκπαιδευτικούς!
Από το βήμα της Βουλής, η κα Κεραμέως όλες αυτές τις μέρες μιλά για αυτονομία των σχολικών μονάδων, για αποκέντρωση και για ελευθερία, που συμβάλλουν στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Ωστόσο, δεν ειπώθηκε τίποτα, από την αρμόδια Υπουργό για τα ευκόλως εννοούμενα. Για τα σχολεία, που θα κατηγοριοποιούνται ανάλογα με την απόδοσή τους, για την πρόσβαση στους πόρους, που θα είναι ανάλογη των επιδόσεών τους, αλλά και για το ότι θα διαμορφωθούν σχολεία δύο και τριών ταχυτήτων. Αυτά που θα παίρνουν όλες τις επιχορηγήσεις και θα απευθύνονται στην ελίτ και τα άλλα, που θα συνεχίσουν να υποχρηματοδοτούνται και να υποβαθμίζονται, μέχρι το οριστικό κλείσιμό τους.
Πραγματικά είναι απύθμενο το θράσος της Υπουργού Παιδείας. Της Υπουργού, που όταν άρχισε η πανδημία, ξεκίνησε την τηλεκπαίδευση χωρίς καμία προετοιμασία, αφήνοντας μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς αβοήθητους, ενώ την ίδια στιγμή αύξανε το όριο των μαθητών ανά τμήμα και άφηνε τη σχολική κοινότητα απροστάτευτη απέναντι στον κορωνοϊό, με μοναδικό όπλο τις μάσκες – αερόστατα και τα παγούρια, απαξιώντας να διαθέσει πόρους για την ασφαλή επιστροφή στις σχολικές αίθουσες.
Το μόνο που αποδεικνύει η κυβέρνηση με αυτό το νομοσχέδιο, τώρα, που εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές χρειάζονται τη μεγαλύτερη δυνατή στήριξη, τώρα που οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες είναι πιο έντονες από ποτέ και τα ψυχοσυναισθηματικά, αλλά και μαθησιακά προβλήματα των μαθητών αδιαμφισβήτητα, είναι τα μίλια που την χωρίζουν από την καθημερινή πραγματικότητα της μέσης οικογένειας.
*Ο Σωκράτης Βαρδάκης είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Ηρακλείου.