Στην Ελλάδα για τρία χρόνια (2016-2019) υπήρξε ορατή άνοδος του τουρισμού στη χώρα και επομένως αισθητή άνθηση της οικονομίας, πράγματι ήτανε το αποτέλεσμα της ενιαίας στρατηγικής πολιτικής εκτός των τειχών ανεξαρτήτως προσώπων.

Μολονότι η υγειονομική και η οικονομική κρίση δεν έχουνε ολοκληρώσει τον κύκλο τους, η γενική εικόνα των στατιστικών δεικτών προ κορονοϊού αποτελεί την επίσημη αιτία μιας συγκρατημένης έλπισης.

Το σύνολο των αφίξεων είτε αεροπορικώς είτε οδικώς μας υποδεικνύει ότι η χώρα έχει ανακτήσει την αξιοπιστία της παγκοσμίως ως ένα μέρος ευεξίας και χαλάρωσης ή ακόμα εναλλακτικών μορφών τουρισμού όπως ο συνεδριακός, ο ορειβατικός, ο θρησκευτικός και ο ιαματικός τουρισμός.

Ο αριθμός των επισκεπτών κατ’ έτος ξεπέρασε τα 30 εκατομμύρια, ένας αριθμός ρεκόρ από μια επισκεψιμότητα άνευ προηγουμένου, σαφώς μια ένεση οικονομική.

Ο ΣΕΤΕ στα πλήρη στατιστικά στοιχεία μόνο για τα αεροδρόμια δίνει αριθμούς πέρα από κάθε προσδοκία: οι αεροπορικές αφίξεις ήτανε 23.185.366 για το 2018 και αντίστοιχα 23.994.165 αεροπορικές αφίξεις για το 2019. Το ΙΝΣΕΤΕ δίνει επιπλέον πάνω από δώδεκα εκατομμύρια οδικές αφίξεις για το 2018 και 2019.

Η μαζική είσοδος τουριστών στην Ελλάδα από τη δεκαετία του 1950 έβαλε νέους προορισμούς στο χάρτη των Ευρωπαίων travel agents, όπως η Ελλάδα, αλλά η Ευρώπη δυστυχώς ξέχασε ότι η Ελλάδα έβγαινε από μία εμπόλεμη διεθνή συνθήκη αλλά κυρίως μία εμφύλια διαμάχη.

Την ίδια τραυματική δεκαετία, οι νέοι διέφευγαν στις ξένες χώρες με βιομηχανία, όπως η Δυτική Γερμανία, και επίσης ας μην λησμονεί κανείς ότι ο εγχώριος πληθυσμός ήτανε απροετοίμαστος όσο επιρρεπής στο εύκολο χρήμα, όπως περίπου ακόμα συμβαίνει.

Η ίδια μαζικότητα σήμερα στον τουρισμό μας επιβάλλει άρρητα την ανάπτυξη θεμελιωδών υποδομών, πανάκριβων νέων αερολιμένων και λιμανιών, από μία αναπτυσσόμενη χώρα με βασικές πλέον ανάγκες για κάλυψη, lockdown και διαρροή του κύριου εργατικού δυναμικού στο εξωτερικό για εργασία ξανά. Αυτή η συννοσηρότητα μας επιβάλλει να συλλογιστούμε επίσης τρόπους επίλυσης, όχι απλώς διαφυγής.

Η υπερβολική επέκταση φέρει μια ημισόρροπη ανάπτυξη που αφουγκράζεται την οικονομική ευμάρεια αλλά δεν δύναται να την στηρίξει με υποδομές αξιοπρέπειας. Το διακύβευμα δεν είναι το ανοδικόν στους δείκτες αλλά το know how, δηλαδή το «πώς» της ευμάρειας, που οιονεί η τουριστική εγχώρια βιομηχανία για όλους εμάς που ζούμε στη νησιωτική χώρα και καλούμαστε σε μια καλοκαιρινή σαιζόν αποστασίωσης να συντονιστούμε.

Τα δέκα αεροδρόμια με τη μεγαλύτερη εισροή τουριστών, εκτός της πρωτεύουσας, είναι τα αεροδρόμια σε Ηράκλειο, Ρόδο, Θεσσαλονίκη, Κέρκυρα, Κω, Χανιά Ζάκυνθο, Σαντορίνη, Μύκονο και Κεφαλονιά. Τα νησιά μας υφίστανται τη μαζική υποδοχή, άρα οι νησιώτες φέρουμε το βάρος της κίνησης όπου το διαβατήριο στην επιτυχία είναι η διασφάλιση της υγείας.

Ο ελληνικός τουρισμός πέρα από επώνυμος (branding) έχει αρνητικές πτυχές. Πολλές εφημερίδες στο εξωτερικό αποθεώνουν τη χώρα μας ως ασφαλή ταξιδιωτικό προορισμό στη μετά πανδημία καλοκαιρινή περίοδο (λ.χ. η Telegraph και η Bild), ενώ οι μισοί Βρετανοί δεν αναγνωρίζουνε την ελληνική σημαία (δημοσκόπηση από την Daily Mail). Σημασία δεν έχει το πού ακριβώς πας, αλλά να ξεφαντώσεις.

Περιμένοντας τη συνεδρίαση της Επιτροπής Τουρισμού για τη συγκρότηση Σχεδίου Ανασυγκρότησης, το παιχνίδι της σφαγής στον ελληνικό τουρισμό δεν είναι η ανάκαμψη, παρά η εργασία ως δικαίωμα. Η Ελλάδα στον κορονοϊό κέρδισε το στοίχημα γιατί έπαιξε με σύστημα, αλλά τώρα περιμένει το baiocco.

Για περισσότερα κλικ @ https://sete.gr