Ξημερώνει. Δεν έχει σημασία η μέρα. Μετράει το ότι ξημερώνει και ξεκινά ένα ακόμη ταξίδι ανέγνωρο με απόπλους και είσπλους πρωτόγνωρους. Κι όταν βραδιάζει, μετράει που βλέπουμε τη σκιά της σκιάς μας, τα βραδινά σινιάλα των ταξιδιωτών.

Αναβοσβήνουμε τους φάρους της ασφάλειάς μας, παρατηρώντας τα ναυάγια που δεν μετουσιώθηκαν σε φως και αυτά που έπονται, παραπλανώντας τον εαυτό μας.

Με ευδιάκριτη ή δυσδιάκριτη την ίσαλο γραμμή παραμένουμε πιστοί στους θεούς των φαροφυλάκων. Πιστοί στη σιωπή, το σκοτάδι και τη θάλασσα.

Αποφασισμένοι να μην πληγωθούμε, λες και μπορούμε να προλάβουμε τις μετωπικές συγκρούσεις με τα πολλαπλά κατάγματα. Λες και δεν αλλάζουν χρώμα οι θεοί ανάλογα με την εποχή και τη διάθεσή τους. Μαχητές της προσπάθειας κατά του χρόνου και της αρμύρας στο πρόσωπο, σε ένα αμφίσημο πόλεμο που κανείς δεν νικιέται και κανείς δεν υποκύπτει.

Όμως τα κύματα έχουν φωνή και μας ρωτούν. Ποια πλάνη θα διαλέξουμε σήμερα; Ποια άλογη επιθυμία θα καταπνίξουμε; Ποιο θηρίο θα τιθασεύσουμε μέσα μας και με ποιο λάθος θα κοιμηθούμε απόψε;

Θέλουμε όλοι να είμαστε πλήρεις ημερών ή ηδονικών στιγμών και πράξεων ουσίας;

Δεν ξέρουμε τίποτα, γιατί διαφορετικά θα είχαμε τις απαντήσεις και δε θα πνίγαμε τους φαροφύλακες σε ακρωτήρια, σε νησίδες ακόμη και σε ακτές εξ ονόματος των θεών.

 

Κατερίνα Δερμιτζάκη,

Ποιήτρια