Κατά την διάρκεια της επανάστασης του ’21 και μετά, η συμβολή των Μεγάλων Δυνάμεων  στα πράγματα της Ελλάδας ήταν αποφασιστική, όπως αποφασιστικός ήταν και ο ρόλος τους  αρκετές φορές υπέρ της, βοηθώντας την να ολοκληρωθεί σαν Κράτος, άλλες, αλλάζοντας πολιτική, πάντα κατά το συμφέρον τους, συνέβαλαν σε εθνικές μας συμφορές και χορηγώντας στην φτωχή Χώρα μας  δάνεια, μονιμοποίησαν την εξάρτησή μας από αυτές.

Ο λαός και κυρίως οι πολιτικοί μας, εν μέσω των δράσεων των Δυνάμεων αυτών, μη μπορώντας να εναντιωθούν και δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στην συνέχιση του Ελληνικού Κράτους, υπέκυπταν σε κάθε εντολή και αξίωσή τους.

Έκτοτε η κοινωνία και το Κράτος μας, προσπαθεί συνεχώς  κάτω από αντίξοες συνθήκες να διαχειριστεί την κληρονομιά της επανάστασης, διαμορφώνοντας  την οικονομία, την συνέχιση του πολιτισμού του, τους κανόνες κυνηγώντας πρότυπα,  άλλες φορές οπισθοδρομώντας και άλλοτε τραβώντας προς τα εμπρός προς την εθνική ομαλότητα.

Τελικά τις πταίει και έχομε φθάσει σ’ αυτό το σημείο;

Οπως ξέρομε έχει ο «καιρός γυρίσματα» αλλά δεν το μαρτυράει από πριν. Το να είναι κάποιος πάντα προετοιμασμένος για να αντιμετωπίσει την οποιαδήποτε αναποδιά σημαίνει ότι διαθέτει  λίγη σοφία, λίγη σύνεση, έστω λίγη περίσκεψη. Και τώρα να οι εξ Ανατολών  κίνδυνοι, να τα χρέη, να οι πανδημίες. Πασιφανή δείγματα κάποιας αφροσύνης, τίνων;   Ας μην περιμένομε λοιπόν τις ευνοϊκές συνθήκες να έρχονται από μόνες τους…

Αυτό που βιώνει όλος ο πλανήτης μας τους τελευταίους μήνες που συντάρραξε και ταρακούνησε τους κατοίκους του, λειτούργησε σαν ένας ισχυρός κώδων ο οποίος έστειλε μήνυμα ή μάλλον πρόσταγμα να γίνομε σοφότεροι, δηλαδή καλύτεροι άνθρωποι και αλλοίμονο εάν χάσομε και αυτή την ευκαιρία. Ο άνθρωπος στην αναγκαστική απομόνωσή του, βρήκε τρόπους επικοινωνίας με τους συνανθρώπους του, σημάδι ότι ενδιαφέρεται ο ένας για τον άλλο, αντικαθιστώντας το «εγώ» με το «εμείς».

Ευκαιριακά, είναι χρήσιμο να αναστοχαζόμαστε την πολιτική ιστορία μας, επισημαίνοντας  τα όποια λάθη έχουν γίνει και σήμερα ξεχαστεί, ώστε να μην προσθέτομε καινούργια.  Οφείλομε με παρρησίαν να παραδεχόμαστε τις αστοχίες  που έγιναν από εμάς το εκλογικό σώμα, από το οποίο προέρχονται φυσικά και οι πολιτικοί.

Ανατρέχοντας στην Ιστορία της  Ελλάδας για πολλές δεκαετίες πίσω, θα διαπιστώσουμε πόσο σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε ο λαός,δηλαδή εμείς, στην κοινωνική, οικονομική και κυρίως πολιτική ζωή της, που ήταν και ο καθοριστικός για το μέλλον της.

Κύρια αιτία, το πόσο αδύναμος και ευάλωτος αισθανόταν και πόσο εύπιστος ήταν, έτοιμος να ασπασθεί την κάθε άποψη που του σέρβιρε το εκάστοτε πολιτικό Σύστημα, μη γνωρίζοντας ή μη έχοντας το κριτήριο για να διαμορφώσει τη δική του γνώμη.

Η ανάγκη ίσως, να έχει στο πλάι του κάποιον δυνατό παράγοντα, περιβεβλημένο με εξουσία σε κάποιο βαθμό,  ώστε να του παρέχει την εύνοια  μεσολαβώντας, κυριαρχούσε στην καθημερινότητά του, βοηθούσης της κάθε άλλο παρά άμεμπτης Δημόσιας Διοίκησης. Παροιμιώδεις είναι κάποιες ελληνικές κινηματογραφικές ταινίες.

Ετσι άρχισε μια άτυπη σχέση του πολιτικού κόσμου με τον πολίτη η οποία στην συνέχεια  «έδειξε» στους πρώτους την ευκολία της χειραγώγησης επί του δευτέρου, αρχικά με συγκεκαλυμμένες επιδιώξεις οι οποίες  μεταλλάσσονταν συνεχώς με την πάροδο του χρόνου σε συνθήματα που σκοπό είχαν την επιρροή στη γνώμη του κόσμου ώστε να επιτυγχάνεται η διάβρωση της αντίληψης και της πλήρους συναίσθησής του για τα επιδιωκόμενα πολιτικά πράγματα.

Πολλάκις, πολιτικοί αντίπαλοι στη Βουλή αναμετρώνται συναγωνιζόμενοι σε «ατάκες» κατηγορώντας αλλήλους, εκμαιεύοντας και εκτρέφοντας το ενδιαφέρον των οπαδών τους, εξασφαλίζουν την απαιτούμενη τηλεθέαση και προσδοκούν ότι θα παρεκκλίνουν την προσοχή των από τα σημαντικά κοινωνικά προβλήματα.  Κατ’αυτόν τον τρόπο, δεν άργησε να εμφανισθεί ο κομματικός φανατισμός ο οποίος συνέβαλε στην επιβολή και την πλήρη παράδοση του λαού και της ψήφου του στους πολιτικούς.

Αργά και σταθερά στο όνομα πάντα του ιδίου, οι διάφοροι «χαρισματικοί» πολιτικοί επιτύγχαναν του σκοπού τους συνειδητά ή χωρίς να το αντιλαμβάνονται ότι εκτρέπονταν του γνήσιου συμφέροντος του Εθνους καθώς εμφανίζεται πλέον και το ατομικό συμφέρον ως πραγματοποιήσιμο.  Συν τω χρόνω επέρχεται η βεβαιότητα της ασυδοσίας, η σιγουριά της ατιμωρησίας  η εξαφάνιση κάθε συνέπειας, ως τιμωρία,  αφού με το χειροκρότημα ο λαός επικροτεί και επιβραβεύει κάθε εξαγγελία προ των εκλογικών αναμετρήσεων και κάθε ανατροπή των εξαγγελιών μετά  τα  αποτελέσματα.

Αλλά τα πραγματικά αποτελέσματα είναι αυτά που ζούμε τώρα και δεκαετίες, η δε τελευταία, μας φανέρωσε ευδιάκριτα και με σαφήνεια ότι χωρίς πυξίδα, χωρίς ευθυκρισία η οποία αναζητά τις ευθύνες και την ευνομία, ο πολίτης δεν θα μπορέσει να ωφελήσει  τον εαυτό του εάν προσβλέπει μόνο στην ατομική του ευδαιμονία, το δε χειροκρότημα είναι παντελώς άχρηστο και επιβλαβές.  Συζούμε με την χρεωκοπία, τις αυτοκτονίες, την φτωχοποίηση χωρίς να γνωρίζομε αν υπάρχει τέλος και πότε. Εχομε φαίνεται επαναπαυθεί, εμπιστευόμενοι  στους στίχους του εθνικού μας ποιητή ότι «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει». Η ζωή γίνεται θαμπή, στραβώνει και τελικά κλέβει την παράσταση από αυτούς που νόμιζαν πως την κατηύθυναν στην ευτυχία.

Βέβαια αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν φωτεινά παραδείγματα πολιτικών.  Υπάρχουν σε κάθε βαθμίδα εξουσίας οι οποίοι άφησαν εξαίρετο έργο ικανό να φωτίσει αυτό τον  τόπο αλλά και κάθε πολιτικό που θα θελήσει, απορρίπτοντας την ιδιοτέλεια, να παραδειγματιστεί από αυτούς.

Ευτυχώς τώρα η Χώρα μας δείχνει σημάδια σύνεσης πως κάποια πράγματα γίνονται με αποδεκτό τρόπο και είθε να συνεχίσει έτσι κρατώντας στις προθέσεις της, την ευημερία όλων των πολιτών, ελαχιστοποιώντας τα προβλήματά του.

Ο κόσμος οφείλει να αξιολογεί αντικειμενικά, δηλαδή να ενεργεί με σκέψη, όχι σαν επιθυμία, σαν σχεδιαζόμενη ενέργεια στην εξυπηρέτηση άλλων, αλλά σκέψη που να συμπληρώνει την παρατήρηση, τα πεπραγμένα, δίνει τις ερμηνείες και καθοδηγεί στην πολιτική ανεξαρτησία και στην αυτονομία, στον ορθολογισμό να επιλέγει, όχι όποιον νομίζει ότι  τον συμφέρει, «τον δικό του», αλλά αυτόν που τον διακρίνουν αρετές, η εντιμότητα, η  ηθική, η ακεραιότητα και σύνεση, τον  ευηπόληπτο πατριώτη, τον αποφασισμένο να ακολουθεί την συνείδησή του, αυτόν που επιδιώκει την ευημερία της χώρας του και ας έχει την βεβαιότητα πως η έντιμη και πατριωτική στάση του πολλές φορές  δεν θα του βγεί σε καλό, όπως λέμε,  δηλαδή πως ίσως, δεν θα συναντήσει και δεν θα εισπράξει, υποχρεωτικά, την επιβράβευση, την ηθική αμοιβή.

* Ο Γιώργος Λυδάκης είναι φαρμακοποίος.