Στην Κρήτη, τα τέκνα των παιδιών μιας μητέρας λογίζονται ως «γονάκια» – τέκνα δηλαδή των γόνων της. Αποστολή της είναι λοιπόν να τα φροντίζει κι αυτά σαν δικά της, ισότιμα παιδιά, κι ανάλογα με τον χαρακτήρα της, να ρυθμίζει το καθημερινό της πρόγραμμα.

Υπάρχει εδώ ένα κομβικό σημείο ιδιαίτερης σημασίας: τα γονάκια μαζί με τους γόνους, εμφανίζονται στα μάτια της γιαγιάς σαν να προέκυψαν ταυτόχρονα, σαν «να τα έκαναν μαζί», σαν να ανήκουν στην ίδια φύτρα της οικογένειας, στην ίδια γενιά – σαν να πρόκειται εν τέλει, για συνομήλικα.

Η φροντίδα τους συνεπώς είναι πολλές φορές εξουθενωτική για το μεγαλύτερο σε ηλικία μέλος της οικογένειας. Δουλεύει για τους γόνους και τα γονάκια, μεριμνά για τους γόνους, ξενυχτά για τα γονάκια. Το αίσθημα της προστασίας όλων και η ευθύνη που αυτό συνεπάγεται επικαλύπτουν κάθε σχεδόν συναίσθημα και λογισμό.

Στη Μακεδονία λέγανε κάποτε: «Του παιδιού μου το παιδί είναι δυο φορές παιδί». Πλήρης αντιστοιχία με το μικρό «γονάκι». Γιαγιά και μάνα παρουσιάζονται κι εδώ, σαν να γέννησαν από κοινού το εγγόνι.

Κι αυτό το καταλαβαίνεις μονάχα αν είσαι γυναίκα. Όμως τα περισσότερα βιβλία που έχουν γραφεί για τον θεσμό της οικογένειας, είναι γραμμένα από άντρες ώστε να φτάνουν σε τέτοιο σημείο συναισθηματικής και πραγματικής άγνοιας, που να θέτουν επί τάπητος ακόμη και το ζήτημα της κοινοκτημοσύνης των τέκνων μέσα σε μία κοινωνία.

Μέχρι εκεί όμως. Αλλά στην πραγματικότητα, ο άντρας της οικογένειας, «παντρεύεται τη δουλειά», γίνεται τροφοδότης και η γυναίκα του η τροφός της οικογένειας, τον ξεκουράζει.

Όμως, η οικογένεια, δεν είναι μόνο μια «οικονομική μονάδα» ή μια «δομή συγγένειας»: είναι κάτι πολύ περισσότερο. Αν θεωρήσουμε ότι ισχύει μια κάποια αντίστιξη μεταξύ οικογένειας και κοινωνίας, θα σφάλλουμε. Και θα σφάλλουμε και ριζικά και κατ’ ουσία.

Η οικογένεια είναι νοιάξιμο, νοιάξιμο βαθύ, έννοια «σφηνωμένη» μέσα στο νου και την «καρδιά της μάνας», αναπόσπαστο στοιχείο από τις ευθύνες τής κάθε μέρας που διαμορφώνουν την κοινωνική της ταυτότητα και καθορίζουν τους λογισμούς της, όσο και ολόκληρο το είναι της. Γιατί, πρόκειται για το ύψιστο σημείο αυτοπραγμάτωσης αυτό το νοιάξιμο, κι αυτή η προσφορά.

Η γέννηση ενός καινούργιου μέλους σε μια οικογένεια, συγκαλύπτει ένα θριαμβευτικό θαύμα πάνω στις απώλειες και τις φθορές της ζωής, πάνω στην καθημερινή αβεβαιότητα, πάνω στα λόγια τα πικρά. Η γέννηση είναι χαρά, χαρά αδιασάλευτη.

Γι’ αυτό και γίνεται αφορμή να αρχινίσουν να ξεδιπλώνονται άπειρες ιστορίες από κάθε στόμα που σχετίζεται με όποιο τρόπο με το νεογνό, και μάλιστα με τέτοιο τρόπο, ώστε να το συνοδεύουν από την αρχή σχεδόν της εγκυμοσύνης μέχρι το τέλος της ζωής των υπόλοιπων συγγενών.

Είναι το θαύμα της αγάπης, το θαύμα του ανθρώπου με σάρκα και οστά, το αποκορύφωμα της αθωότητας και της ουσίας της ύπαρξης επί της γης. Όσο κι αν φτάνει πολύ συχνά η γιαγιά, στα όρια της αντοχής της.

Ο Μπάμπης Λάσκαρις είναι κοινωνικός ανθρωπολόγος, μέλος της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας