Το τελευταίο χρονικό διάστημα παρατηρείται  πολύ μεγάλη αύξηση στις τιμές των προϊόντων ευρείας κατανάλωσης και όχι μόνο, η οποία   ξεκίνησε σαν ένα ψιλόβροχο και σιγά, σιγά έγινε καταιγίδα,  με αποτέλεσμα να αδειάζει γρήγορα  η τσέπη του καταναλωτή και το καλάθι, όπως λέει ο λαός μας,  της νοικοκυράς να μένει άδειο.

Ο αρχικός  παράγοντας  βέβαια  στην αύξηση της τιμής των αγαθών και  υπηρεσιών είναι  η  μεγάλη  αύξηση της τιμής των  εισαγομένων υγρών καυσίμων, η οποία επηρεάζει  άμεσα  το κόστος   ζωής.  Παρά ταύτα  όμως  αν η αιτία  της  αύξησης της τιμής των αγαθών ήταν μόνο  η αύξηση της τιμής  των εισαγομένων υγρών καυσίμων,  η κατάσταση θα ήταν αντιμετωπίσιμη, αλλά δυστυχώς   οφείλεται  κυρίως στο μακρύ χέρι της Πολιτείας  η οποία  με την πολλή  υψηλή φορολογία  που έχει επιβάλει  στα εισαγόμενα υγρά  καύσιμα    όπως είναι  ο   Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (ΕΦΚ), ο ΦΠΑ και  πολλοί άλλοι μικρότεροι  φόροι,   οι οποίοι καλύπτουν  τα δύο τρίτα (2/3) της συνολικής τιμής των υγρών  καυσίμων, επιβαρύνουν σημαντικά την τελική  τιμή τους, με αποτέλεσμα  να  γίνονται απρόσιτα στους καταναλωτές.

Από την υψηλή φορολογία όμως που  έχει επιβάλει   το Κράτος στα υγρά καύσιμα, το ίδιο έχει σημαντικά έσοδα,  αφού από τα  εκατό (100) ΕΥΡΩ  που πληρώνει ο καταναλωτής για την αγορά των  υγρών καυσίμων,  τα εβδομήντα (70) ΕΥΡΩ  καταλήγουν στον κρατικό κορβανά. Εάν λοιπόν το Κράτος  θέλει  πράγματι να βοηθήσει τον Έλληνα καταναλωτή, πρέπει   να  μειώσει  τον  Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης  στα καύσιμα ή ακόμη και  τον ΦΠΑ,     διαφορετικά  είναι  σαν να  παίρνει πέντε από τους πολίτες  και να τους δίνει ένα  και  μάλιστα  ότι πρέπει να είναι και ευχαριστημένοι.

Επίσης   η  μεγάλη αύξηση που έχει γίνει στην τιμή  του ηλεκτρικού ρεύματος   δημιουργεί  τεράστια  προβλήματα  στους πολίτες οι οποίοι με το πολύ χαμηλό εισόδημα που διαθέτουν, δεν μπορούν  να αντιμετωπίσουν  την νέα πραγματικότητα.

Για του λόγου το αληθές  αν και οι αριθμοί είναι κουραστικοί, αλλά είναι οι μόνοι που λένε την αλήθεια, παραθέτω παρακάτω στοιχεία κατανάλωσης  οικιακού ηλεκτρικού ρεύματος  του  λογαριασμού της οικίας μου όχι  τον εκκαθαριστικό  αλλά τον  ΕΝΑΝΤΙ, που αφορά την ίδια χρονική περίοδο ( δίμηνο Αυγούστου – Σεπτεμβρίου)  της τελευταίας εξαετίας.  Η χρέωση λοιπόν   για κάθε δίμηνο των ετών  2016, 2017, 2018  (ΣΥΡΙΖΑ) ήταν  90, 98, και 99  ΕΥΡΩ  αντίστοιχα και  2019, 2020, 2021  (Ν.Δ.) 108, 114  και  151 ΕΥΡΩ.

Επειδή λοιπόν  ο λογαριασμός ενός πελάτη της ΔΕΗ σχετίζεται με  όλους τους λογαριασμούς των  άλλων καταναλωτών  της Χώρας,   φαίνεται  ξεκάθαρα  πόσο  επιβαρύνεται   ο  κάθε καταναλωτής  ρεύματος από χρόνο σε χρόνο. Ειδικότερα μάλιστα το ποσό του τελευταίου διμήνου (2021), δείχνει  ξεκάθαρα  την  πολύ μεγάλη επιβάρυνση  του λογαριασμού ηλεκτρικού ρεύματος σε σχέση με τα αντίστοιχα προηγούμενα δίμηνα των προηγουμένων ετών.   Αν λοιπόν  η Κυβέρνηση   θέλει πράγματι  να βοηθήσει τους καταναλωτές ρεύματος,  πρέπει,  αντί  για τα μικροποσά που υπόσχεται, τα οποία με τις προϋποθέσεις που βάζει  στο εισόδημα και προπάντων στα  αντικειμενικά κριτήρια,  αποκλείει τους περισσότερους καταναλωτές ρεύματος,   να προχωρήσει στη  μείωση των πολύ υψηλών φόρων που επιβαρύνουν την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, ώστε ο  καταναλωτής  να αισθανθεί κάποια οικονομική  ανακούφιση.

Επίσης δεν πρέπει   να λησμονούμε  το γεγονός,  ότι η Χώρα μας έχει διαχρονικά το ακριβότερο ηλεκτρικό ρεύμα από όλες τις  άλλες Χώρες της Ευρώπης, το οποίο μάλιστα επιβεβαιώνεται  από   στοιχεία που ανακοινώθηκαν στις 03-08-2021 (περίοδος καύσωνα),   τα οποία δείχνουν ότι   τη χονδρική  τιμή της Μεγαβατώρας     στη Χώρα μας ήταν  154,05 ΕΥΡΩ,  ενώ   στην Πολωνία   90,75, στο Βέλγιο 94,58, στη Γαλλία 90,06,  στην Ελβετία 89,38, στην Γερμανία 96,51, στην Ολλανδία 96,35  ΕΥΡΩ κτλ. Μπορεί  αρκετοί να μην γνωρίζουν  τι είναι Μεγαβατώρα, Κιλοβατώρα κτλ,  αλλά αριθμούς όμως μπορούν να διαβάσουν,  για να διαπιστώσουν  τη διαφορά που υπάρχει  στην τιμή του  ηλεκτρικού ρεύματος μεταξύ της Χώρας μας και των άλλων Χωρών.

Το  φαινόμενο λοιπόν της ακρίβειας   μπορεί να είναι παγκόσμιο και να πλήττει όλες τις Χώρες, αλλά η σύγκριση όμως της Χώρας μας τουλάχιστον με τις Χώρες της Ευρωζώνης,  δεν μπορεί να γίνει, επειδή οι Έλληνες πολίτες  έχουν χαμηλότερο εισόδημα,   με αποτέλεσμα  να  μην μπορούν ν΄ αντιμετωπίσουν το καθημερινό μπαράζ  των ανατιμήσεων.   Κάποιες Χώρες  μάλιστα  για να βοηθήσουν τους πολίτες  από  την αύξηση των τιμών που προκάλεσε η μεγάλη αύξηση των υγρών καυσίμων,  προχώρησαν στη μείωση του ΦΠΑ σε  βασικά προϊόντα διατροφής,  όπως  είναι η Κύπρος στο 5%,  η Ιρλανδία στο 0% κ.τλ.

Τέλος αφού σύμφωνα με ανακοινώσεις των αρμοδίων Υπουργών  της Κυβέρνησης η οικονομία της Χώρας πηγαίνει πολύ καλά, τότε  ας ενισχύσει οικονομικά  τουλάχιστον τους πολίτες   που έχουν χαμηλό εισόδημα,  ώστε  να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν  τη λαίλαπα της σημερινής  αύξησης του κόστους ζωής.

* O Ξηρουχάκης  Ιωάννης είναι πρώην δ/ντής ΕΛΤΑ