Εκτός από ένας των τελευταίων μεγάλων Κρητολόγων, ο Θεοχάρης Δετοράκης ανήκει στη σπάνια επιστημονική κατηγορία των ταγών μας για τη μοναδική συλλογική συνείδηση της πολιτικής και πολιτιστικής μας Ταυτότητας.

Μεγαλωμένος  στο περιβάλλον της νεοελληνικής εξατομίκευσης, ήμουν ανώριμος ο ίδιος να αξιολογήσω στα πρώτα βήματα της γνωριμίας μας τη σπουδαιότητα του βυζαντινού παρελθόντος, με το οποίο εκείνος μας συνέδεε.

Τα συναξαρικά μνημόσυνα λίγων ξεχωριστών προσωπικοτήτων του μεσαίωνα μας και τα λει-τουργικά ή άλλα, κυρίως εκκλησιαστικά γραπτά μνημεία που μελετούσε, προκαλούσαν περισσότερο την περιέργεια για το στριφνό και άγνωστο, ενώ σπάνια αντιπροσώπευαν πρόκληση για ένα άλλο κόσμο, που είναι δικός μας και σπουδαίος όσο τίποτε άλλο έχουμε να επιδείξουμε στο σύγχρονο κόσμο.

Κι ας έδινα ο ίδιος απόλυτη προτεραιότητα στο συλλογι-κό και την κοινή επιδίωξη, παρά στο ατομικά αναγνωρίσιμο.

Άλλωστε η αποστροφή προς το Βυζάντιο με την οποία διαποτιστήκαμε από την καθολική, και όχι μόνο Δύση, παραμένει μια υιοθετημένη, στην ουσία της ανθελληνική στάση, που σταθερά μας αποκόβει από την πιο λαμπρή περίοδο της ιστορίας μας. Το παρελθόν μας εκείνο έχει διασώσει, άλλωστε, και αυτά που σήμερα γνωρίζουμε και τιμούμε από το ακόμη απώτερο παρελθόν μας.

Ο Θεοχάρης Δετοράκης δεν ήταν μόνο ένας ακαταπόνητος μελετητής, αλλά ενσάρκωνε τον κόσμο που στις έρευνές του υπηρετούσε. Ήταν προσιτός σε όλους όσοι τον πλησίαζαν και μετέδιδε αφειδώλευτα κάθε γνωστικό στοιχείο που θα βοηθούσε τις αναζητήσεις και το έργο τους. Ποτέ η επιστημονική του αυθεντία ή η πνευματική του πατρότητα, δε στάθηκαν εμπόδιο στη μεταλαμπάδευση των γνώσεων που κατείχε.

Σαν γνήσιος Βυζαντινός ο ίδιος, πιστεύω πως υπηρέτησε στη ζωή του υποδειγματικά το συλλογικό συμφέρον και το καλό. Ανάμεσα στους συναδέλφους, τους μαθητές και φοιτητές του, όπως και σε όσους τον πλησί-αζαν δεν υπάρχει κανείς που να παραπονεθεί ότι δεν του μετέφερε αδιάκριτα και με το παραπάνω οτιδήποτε του ζητήθηκε.

Την ίδια στιγμή δεν άφησε χαμένη ευκαιρία να στερήσει το δημόσιο έπαινο και τη βοήθεια προς άτομα ή συλλογικότητες που είχαν δημόσια προσφορά άξια να αναδειχτεί. Στα χρόνια που μπορώ να θυμηθώ δεν υπάρχει άλλη προσωπικότητα στην Κρήτη που να έχει δημόσια προβάλει στον ίδιο βαθμό τόσο πολλά θετικά υποδείγματα  αξιομίμητης δράσης και πηγών έμπνευσης για θετική συνεισφορά στο κοινωνικό σύνολο.

Από τον καιρό που οι πρόγονοί μας επαναστάτησαν στον οθωμανικό ζυγό, οι δεσμοί μας με την κλασική ελληνική αρχαιότητα στάθηκαν πηγή ελληνικής και φιλελληνικής έμπνευσης, συχνά οδηγός δράσης. Στον κόσμο που αναδύθηκαν, όμως, τα κράτη-έθνη, από τον 19ο αι. οι δεσμοί μας εκείνοι έχουν αξιοποιηθεί κυρίως για την αναίρεση και ποδηγέτηση της συλλογικής μας ταυτότητας.

Το κύριο χαρακτηριστικό της σύγχρονης κοινωνίας  των εθνών, η ύπαρξη και διαχείριση συλλογικών οντοτήτων-κρατών, ελάχιστα έχουν να αποκομίσουν από το παρελθόν εκείνο. Ήταν περίοδος αδελφοκτόνων  αντιπαραθέσεων και, παρά τις κορυφαίες προσφορές του στην επιστήμη και τη φιλοσοφία, στην αρχιτεκτονική, την ποίηση και τη δραματουργία, γενικά στον πολιτισμό, υστερούν αφάνταστα σε διδάγματα συλλογικής συμπεριφοράς.

Μόνο το Βυζάντιο μπορεί να προσφέρει σε εμάς τέτοια διδάγματα, ικανά  να σταθούν οδηγός για ένα καλύτερο μέλλον. Προέρχονται από ένα παρελθόν που υιοθετή-σαμε την κακόβουλη δυσφήμιση του, εκπορευόμενη από άσπονδους φίλους και ορκισμένους εχθρούς. Επιστήμονες σαν το Θεοχάρη Δετοράκη έχουν αναπτύξει με το έργο, αλλά και με τη ζωή τους στάση εξοικείωσης με τα συγκεκριμένο παρελθόν.

Πρόκειται για προσφορά ανεκτίμητη, που ίσως μπορέσουμε να ωριμάσουμε κοινωνικά για να αξιοποιήσουμε. Όσο πιο γρήγορα καλυφθεί το κενό αυτό τόσο καλύτερα θα αντιμετωπίσουμε πρωτοφανείς προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας και πλησιάζουν απειλητικά. Προκλήσεις τόσο εξωτερικές, όσο και εσωτερικές, της κατηγορίας δηλαδή εκείνης που καταλύει και εκμηδενίζει κράτη.