Εμείς οι άνθρωποι συνεχώς συναντούμε, στην καθημερινή μας ζωή, τ’ ανυπέρβλητα ανθρώπινα όριά μας. Φτάνομε σε μια γραμμή, σ’ ένα σημείο που δεν μπορούμε να ξεπεράσομε με τις δικές μας δυνάμεις.
Δεν μπορούμε να κάμομε την υπέρβαση. Χρειαζόμαστε την άνωθεν βοήθεια. Τ’ ανυπέρβλητα όριά μας συναντούμε στο τυχαίο, στο άγνωστο, στο απροσδόκητο. Προπαντός όμως στο θάνατο, που μας χωρίζει από τ’ αγαπημένα μας πρόσωπα και υπενθυμίζει και το δικό μας θάνατο.
Ο θάνατος αγαπημένων μας προσώπων πάντα συγκλονίζει και κάνει τις καρδιές μας να ραγίζουν, να πονούν και να υποφέρουν. Ξεσπούμε σε κλάματα που συνήθως καταλήγουν σε μοιρολόγια και θρήνους. Ευρισκόμενοι σ’ αυτές τις καταστάσεις συνειδητοποιούμε πως η ζωή μας φεύγει σαν αστραπή και πολλές φορές απρόβλεπτα και βίαια.
Φεύγει χωρίς να παίρνει ή ν’ αφήνει τίποτα παρά μόνο το καλό ή το κακό ονομά της. Συνειδητοποιούμε πως η ζωή μας μοιάζει με το πέταγμα του πουλιού στον αέρα που δεν αφήνει ίχνη πίσω του. Με το καράβι που αρμενίζει και διασχίζει τη θάλασσα και δεν αφήνει ίχνη στο πέρασμά του.
Κάθε ώρα και κάθε μέρα ο άνθρωπος να σκέφτεται το θάνατο, για να λάμπει και να φωτίζει το κερί της ζωής του και να διαλύει τα σκοτάδια γύρω του
Μ. Αθανάσιος
Με τ’ όμορφο λουλούδι που μαραίνεται, πέφτουν τα φύλλα του και ξεραίνεται. Με τ’ όνειρο της νύχτας που σβήνει και χάνεται το ξημέρωμα. Συνειδητοποιούμε πως ο θάνατος είναι ο αχώριστος σύντροφος της ζωής μας. Μας συντροφεύει παντού μέρα και νύχτα. Στο σπίτι μας, στους δρόμους, στη δουλειά μας, στα ταξίδια μας κι έρχεται πολλές φορές και μας παίρνει τη ζωή βίαια και αναπάντεχα.
-Να επισκέπτεται τακτικά ο άνθρωπος τα κοιμητήρια γιατί εκεί φαίνεται η ματαιότητα των ανθρώπινων πραγμάτων
(Ι. Χρυσόστομος)
Συναντήθηκαν οι δύο φίλοι στο δρόμο. Σταμάτησαν και κουβέντιασαν για τα προβλήματά τους. Φεύγοντας αποχαιρέτησαν ο ένας τον άλλο με το συνηθισμένο “θα τα ξαναπούμε”. Σε λίγο σκοτώθηκε ο ένας σε τροχαίο. Δεν τα ξαναείπαν. Ο θάνατος δεν διαλέγει ηλικίες. Αυτό φαίνεται στα κοιμητήρια όπου υπάρχουν μνήματα μικρών και μεγάλων. Ανδρών και γυναικών. Παιδιών και βρεφών.
Στους πόνους και θρήνους του θανάτου έρχεται η Εκκλησία η Μάνα μας. Έρχεται ο Χριστός. Με το κάλεσμα “έρχου και ιδέ” μας καλεί κοντά της η Εκκλησία για να μας βοηθήσει να κάμομε την υπέρβαση του πόνου και του θρήνου. Μας παρηγορεί ο ίδιος ο Χριστός. “Μη κλαίετε ούκ απέθανεν αλλά καθεύδει”.
Μας παρηγορεί κι ελευθερώνει με τα λόγια του “Ούκ έστι Θεός νεκρών αλλά ζώντων”. Ζούμε μετά θάνατον μας βεβαιώνει ο Χριστός, και ζούμε ευσυνείδητα. Βλέπομε τους δικούς μας και καταλαβαίνομε τα μυστήρια του κόσμου. Είμαστε στη γη, στους ουρανούς. Κοντά και μακριά από τον κόσμο. Μαζί με τους αγγέλους, τους Αγίους και τους δικαίους ή και μακριά απ’ αυτούς.
Η προέκταση της επίγειας ζωής μας είναι η ζωή μετά θάνατο. Η αιώνια ζωή μας. Ο κάθε άνθρωπος έχει μέσα του την εικόνα του Θεού που τον ωθεί προς τ’ άνω. Από τα ορατά στ’ αόρατα, στα άπειρα. Όλα που θεωρούνται αξίες υποβλέπουν στην υπέρβαση και νίκη του θανάτου. Η άλλη ζωή δεν έχει θάνατο. Είναι ο τόπος όπου ο άνθρωπος ζει ενσυνείδητα. Είναι η αιώνια ζωή που όλα υπάρχουν. Πεθαίνομε για να γεννηθούμε.
Η ενανθρώπιση του Θεού και η ζωή του μέσα στον κόσμο κλωνοποίησε όλα τ’ ανθρώπινα. Ενώθηκε η θεία με την ανθρώπινη φύση. Γι’ αυτό ο θάνατος αλλάζει όνομα και λέγεται “κοίμηση” και τα νεκροταφεία “κοιμητήρια”. Η κοίμηση είναι μετάβαση στην αιώνια ζωή. Όσον καιρό ζούμε εδώ στη γη μοιάζομε με έμβρυο που βρίσκεται στη μήτρα της μάνας του. Τη στιγμή του θανάτου μας γεννιόμαστε, γι’ αυτό κι η Εκκλησία μας γιορτάζει τους Αγίους την ημέρα της κοίμησής τους. Την ημέρα του θανάτου τους.
Οι άνθρωποι μετά την κοίμησή τους ενδιαφέρονται για τους ζωντανούς που αγαπούσαν και παρακαλούν το Θεό για τη σωτηρία τους. Πάνω σ’ αυτή την αλήθεια στηρίζονται κι οι δικές μας προσευχές. Πολλές φορές κι εμείς αισθανόμαστε την αγάπη των αγίων και των δικών μας που έχουν φύγει απ’ αυτή τη ζωή.
Με την κοίμησή μας ερχόμαστε στην πραγματική μας πατρίδα που είναι ο ουρανός και όχι η γη.
Είμαστε αθάνατοι. Η αθανασία είναι μέσα μας και την αγνοούμε. Δύο δυνάμεις οδηγούν τη ζωή μας.
Η μνήμη κι η πίστη. Με τη μνήμη διατηρείται η εγκόσμια αιωνιότητα. Με την πίστη η αιωνικότητα της άλλης ζωής που έχει αρχή αλλά όχι τέλος. Τους νεκρούς κρατούμε ζωντανούς όταν τους θυμόμαστε. Με τη μνήμη. Όταν τους συνοδεύουν οι αναμνήσεις μας κι οι προσευχές μας. Όταν τους ξεχνούμε “πεθαίνουν” λέει ο Κώστας Ουράνης. “Η συναναστροφή μας με το θάνατο είναι συναναστροφή με την αιωνιότητα” λέει ο Παν. Κανελλόπουλος.
Κάποια στιγμή η γη θα ζητήσει και θα πάρει το δικό της χωματένιο σώμα μας κι ο ουρανός την αθάνατη ψυχή μας. Γι’ αυτό ας μην ξεχνούμε τα λόγια του Οράτιου “Πίστευε ότι η κάθε μέρα είναι η τελευταία που λάμπει για σένα”. Ακόμη, όταν ακούμε να χτυπά η καμπάνα να ξέρομε πως χτυπά και για μας.