Γιορτή λέμε ένα χρονικό διάστημα από μια ή περισσότερες μέρες αφιερωμένο στην τιμητική ανάμνηση ή πανηγυρισμό, θρησκευτικού ή ιστορικού γεγονότος ή προσώπου. Οι γιορτές διακρίνονται σε παγκόσμιες εθνικές θρησκευτικές τοπικές προσωπικές σχολικές επετείων κλπ. Παράλληλα σχεδόν με την εμφάνιση του ανθρωπίνου γένους, παρουσιάστηκαν και οι γιορτές θρησκευτικού ή λατρευτικού χαρακτήρα.

Στην αρχαία Ελλάδα οι γιορτές ήταν αφιερωμένες στους ολύμπιους θεούς. Παναθήναια- Ελευσίνια- Αρτεμίσια- Ηραία-Ολύμπια κλπ. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού η εκκλησία καθιέρωσε ένα ολόκληρο κύκλο γιορτών που σε μια πρώτη διάκριση είναι οι εβδομαδιαίες και οι ετήσιες. Η Κυριακή είναι εβδομαδιαία γιορτή αντίστοιχη του Σαββάτου των Ιουδαίων, είναι αφιερωμένη στη λατρεία του Θεού. Οι ετήσιες είναι αφιερωμένες στον Χριστός στην Παναγία στους Αγίους.

Από το πλήθος των γιορτών θα περιοριστώ στις Θρησκευτικές που είναι επίκαιρες. Τις γιορτές πάλι αυτές θα τις πλησιάσω απ’ έξω κοινωνιολογικά. Ως ιδιότυπο κοινωνικό φαινόμενο που διαμορφώνει σχέσεις και ρυθμίζει τη λειτουργία του κοινωνικού συνόλου και όχι από  μέσα με τα μάτια του θεολόγου.

Ποια είναι η κοινωνική σημασία των γιορτών θα καταλάβομε αν προς στιγμή φανταστούμε τη ζωή μας χωρίς γιορτές. Ένας μακρόσυρτος μονότονος χρόνος, άχρωμος, σταματημένος παγερός χρόνος πλήξης και ανίας. Όπως λέει ο Καβάφης. [Την μια μονότονη μέρα άλλη μονότονη απαράλλακτη ακολουθεί, Τα ίδια πράγματα θα γίνουν πάλι. Οι όμοιες καταστάσεις μας βρίσκουν και μας αφήνουν].

Φαίνεται ότι δεν υπάρχει μόνο ο φυσικός χρόνος ένα συνεχές μέγεθος σε σταθερή ροή που μετρά το ρολόι. Υπάρχει και ο υποκειμενικός ψυχολογικός χρόνος που δεν είναι απλά το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πραγματοποιείται η διαδοχή των ψυχικών γεγονότων αλλά τα ίδια τα γεγονότα, οι εμπειρίες και τα βιώματα. Για το χρόνο αυτό δεν υπάρχει ρολόι ακριβείας. Μπορεί να είναι φιλικός μας όταν μετράει μια ζωή γεμάτη δράση και ελπίδα. Γίνεται τυραννικός και αφόρητος όταν η ζωή μας είναι κενή χωρίς προοπτική σε κατάσταση ανίας. Τότε γίνεται αιωνιότητα χωρίς περιεχόμενο.

Οι γιορτές όμως δεν διακόπτουν απλά τη ροή τη μονότονη του χρόνου δίνοντας νόημα στην ύπαρξή μας. Συνήθως ακολουθούνται από τελετές και πανηγύρια και δίδουν την ευκαιρία στο πλήθος να ικανοποιήσει άλλη μια βασική ανάγκη την ψυχαγωγία. Στην εποχή μας οι γέφυρες που ενώνουν τους ανθρώπους είναι λιγοστές και αβέβαιες και η ψυχική επικοινωνία δύσκολη έως ανύπαρκτη.

Η συμβολή των εορτών στο πλησίασμα των ανθρώπων είναι μεγάλη. Δίνεται η μοναδική ευκαιρία να συναντήσει ανιδιοτελώς ο ένας τον άλλο ομόθρησκο και αυτός νιώθει την ίδια ανάγκη να βγει από τη μοναξιά και να επικοινωνήσει. Ν’ αποφύγει την πλήξη του ασυντρόφευτου και να δυναμώσει μέσα του τη διάθεση για ζωή. Οι γιορτές συμβάλλουν στην τόνωση των συναισθημάτων θρησκευτικών ή εθνικών και ενισχύουν την αλληλεγγύη και τη σύνδεση των ατόμων.

Αλήθεια πρέπει να είχαν θεϊκή έμπνευση αν ήταν άνθρωποι, αυτοί που οργάνωσαν και καθιέρωσαν τις θρησκευτικές γιορτές και ιδιαίτερα την εβδομαδιαία της Κυριακής. Πάνω σε αυτή στήθηκε η ζωή του Έλληνα της μεσαίας τάξης ιδιαίτερα που δεν είχε άλλη διέξοδο. Η γιορτή αυτή συντηρεί και ανανεώνει τη δύναμη και τη χαρά της ζωής για να συνεχίσουν τη σκληρή εβδομαδιαία πορεία του βιοπορισμού. Στο χωριό αλλά και στις μεγαλουπόλεις των μηχανών, η μοναξιά και η πλήξη των μοναχικών ανθρώπων είναι τραγική.

Ο κάθε ένας εκτός από τα θρησκευτικά καθήκοντα, πρωταρχική ανάγκη των πιστών, αναζητεί τη συντροφιά, την επικοινωνία, την αίσθηση ότι κάποιος τον χαιρετά, τον προσέχει τον λογαριάζει. Άρα υπάρχει δεν βρίσκεται μετέωρος στο κενό. Αυτά τα κενά έρχεται να καλύψει η Κυριακή. Την ψυχική εγκατάλειψη και ερημιά που συντηρεί η ρυθμική επανάληψη των ημερών εργασίας.

Η Κυριακή καλύπτει πλήρως βασικές ανάγκες ψυχαγωγίας επικοινωνίας και προσευχής. Από το πρωί ο Έλληνας σε μια διαδικασία ανανέωσης ετοιμάζεται οικογενειακώς για την εκκλησία. Σταματά δίπλα στους άλλους. Τους βλέπει με διαφορετικό μάτι. Ξεχνά τις διαφορές της καθημερινότητας και μένει στα κοινά σημεία. Έχουν τον ίδιο θεό και οι προσευχές τους ενώνονται ενισχυμένες στο ίδιο σημείο. Με ευλάβεια παρακολουθεί την αναπαράσταση του θείου δράματος. Την αναίμακτη θυσία. Η ψαλμωδία, το λιβάνι, η λάμψη των ιερέων με τις ανάλογες στολές, τον πάνε σε ένα άλλο κόσμο, τον εξιλεώνουν.

Απαλλάσσεται από την καθημερινότητα και πλησιάζει το Θεό. Πέρα από το δόγμα, η ορθοδοξία χρησιμοποιεί ιδιαίτερη συμβολική παραβολική γλώσσα και διευκολύνει την επικοινωνία του πιστού με τα θεία δια μέσου των λατρευτικών τελετών που δίδουν υλική υπόσταση στη θεϊκή οντότητα. Σε ατομική βάση οι γεμάτες ευλάβεια τελετουργικές ενέργειες. Το κερί, το προσκύνημα, ο σταυρός, οι μετάνοιες, ανεβάζουν ψηλά τον πιστό. Όλα αυτά αποκτούν μια άλλη διάσταση όταν πιστεύεις αληθινά και δεν ενεργείς μηχανικά. Ανάλαφρος και ανανεωμένος με διάθεση για ζωή αποχωρείς.

Οι θρησκευτικές γιορτές, εκτός των άλλων, βοήθησαν και στην ανανέωση του θεσμού των [συμποσίων]. Ένας θεσμός χαρακτηριστικός του αρχαίου ελληνικού βίου και πολιτισμού. Μια παρέα φίλων συγκεντρώνεται το βράδυ της γιορτής γύρω από το τραπέζι ενός φιλόξενου οικοδεσπότη με σκοπό να γιορτάσουν. Σε κλίμα εύθυμο συζητούν, ανταλλάσσουν πειράγματα, τραγουδούν, χορεύουν. Ο κάθε ένας βρίσκει στον άλλο ό,τι του λείπει για συμπλήρωμα. Εχει το αίσθημα ότι δεν είναι μόνος. Απλώθηκε, επικοινώνησε, ενώθηκε με τους ομοίους του. Αυτό υψώνει τη θερμοκρασία κι δίνει δύναμη για ζωή.

Για τον Ελληνισμό οι μεγάλες γιορτές της Ορθοδοξίας, Χριστούγεννα, Ευαγγελισμός, Πάσχα, Δεκαπενταύγουστος, είναι συνυφασμένες με τα ήθη και έθιμα, την οικογενειακή και κοινωνική ζωή, την νοοτροπία και τον χαρακτήρα του Έλληνα. Το Έθνος ολόκληρο αισθάνεται την ενότητα τις ημέρες αυτές και την αμοιβαία αγάπη των μελών του. Η θαλπωρή τα ζεστά κύματα που εκπέμπονται τις ημέρες αυτές από τους ναούς της Ορθοδοξίας, και τις βυζαντινές ακολουθίες, αποτελούν στοιχεία αδιάσπαστα της ελληνικής ζωής. Για αυτό δεν χωρίζεται εύκολα εκκλησία και πολιτεία. Η Ορθοδοξία είναι μέσα στον ελληνισμό αλλά και ο ελληνισμός βρίσκεται στους χώρους της Ορθοδοξίας. Αρκεί να μην ξεφεύγομε από το μέτρο.