Μια από τις πιο θεαματικές και συναρπαστικές αθλοπαιδιές με απόμακρο, μάλιστα, παρελθόν δεν παύει να είναι το ποδόσφαιρο. Κανένα ακόμα άθλημα δε γνώρισε τόσο ενδιαφέρον και ευρεία ψυχική συμμετοχή. Ιστορικά θεωρείται ότι οι Φλωρεντινοί γνώρισαν το ποδόσφαιρο από την εποχή των Μεδίκων (ΙΔ’ μ.Χ. αι.).
Δεν αποκλείεται, όμως, το άθλημα να έχει αρχαιοελληνική προέλευση και ταυτίζεται με το άθλημα «Επίσκυρος». Την άποψη αυτή υποστηρίζουν οι Ιταλοί. Ενισχυτικό ακόμα πρόσθετο στοιχείο αποτελεί μαρμάρινη ανάγλυφη παράσταση αθλητή του ποδοσφαίρου, που βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο των Αθηνών.
Η μπάλα ήταν κατασκευασμένη από 12 κομμάτια δέρματος, διαφορετικών αποχρώσεων, που συμβόλιζαν τους 12 ολύμπιους θεούς. Το άθλημα με λίγα λόγια είχε μια ιεροπρέπεια. Τα πρωτεία του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα, αναφορικά με τη σύγχρονη μορφή του, τα έχει η Θεσσαλονίκη στην οποία εμφανίζεται το 1895 για να μεταδοθεί με τον καιρό σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Στο ποδοσφαιρικό γήπεδο συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός οπαδών κάθε ηλικίας.
Είναι το παιχνίδι, που ένας μικρός αριθμός παικτών παρακολουθείται από εκατομμύρια άτομα σ’ όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Είναι φυσικό, το γήπεδο να μετατρέπεται σε χώρο, όπου τα συναισθήματα εκφράζονται ως ευχές ή ως κατάρες ανάλογα με την ομάδα που ανήκουν οι οπαδοί. Είναι φυσικό το πρόσωπο του διαιτητή, να γίνεται ο σοβαρότερος αποδέκτης των επαινετικών ή υβριστικών φράσεων του ποδοσφαιρόφιλου κοινού.
Διάκειμαι ευνοϊκά προς το άθλημα και δεν διεκδικώ ρόλο ηθικοδιδασκάλου ή κοινωνικού αναμορφωτή. Δεν μπορώ, όμως, να μη δεχτώ και την αδύνατη πλευρά του αθλήματος.
α΄. Οι αγωνιστικές αντιθέσεις δημιουργούν πρόσφορο έδαφος, όπου καλλιεργείται ο φανατισμός, το μίσος, το υβρεολόγιο και η διαπόμπευση. Και οι καταστάσεις αυτές με την άκριτη πίστη και τον τυφλό φανατισμό καταλήγουν κάποιες φορές σε δυσάρεστα και θλιβερά επακόλουθα.
Υπενθυμίζουμε ενδεικτικά το περιστατικό θανάτου του Βούλγαρου οπαδού πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη. Το 2014 ο οπαδός του Εθνικού Κώστας Κατσούλης έχασε τη ζωή του, θύμα κι αυτός του φανατισμού, στο γήπεδο του Ηροδότου. Επιθέσεις σε διαιτητές, διακοπές αγώνων, ξεκαθάρισμα λογαριασμών και πολυδάπανες φθορές σε γήπεδα, αποτελούν αναμενόμενα κι όχι ασυνήθιστα περιστατικά.
Κι όλα αυτά ενώ υπάρχει νόμος, που έχει θεσπίσει ως «ιδιώνυμο αδίκημα» για την καταπολέμηση της βίας στα γήπεδα. Οι ψυχικές ακόμα καταστάσεις δεν διαμορφώνονται μόνο στους χώρους των γηπέδων. Διασκελίζουν και καλύπτουν ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Ατέρμονες συζητήσεις, χωρίς να λείπουν οι διαπληκτισμοί και οι αντεγκλήσεις, λαμβάνουν χώρα σε καφενεία, κουρεία κι άλλους ομαδικούς χώρους.
β΄. Ομάδα περιορισμένου αριθμού ατόμων, νεαρής κυρίως ηλικίας, που δεν είναι και τόσο δεκτικά διδαχής και διόρθωσης, εκφράζουν την ικανοποίηση ή την λύπη τους, μ’ ένα γνωστό τρόπο. Τα μνημεία της πόλης, τα δημόσια ή ιδιωτικά καταστήματα, τα τείχη ή οι τοίχοι δέχονται σωρεία συνθημάτων με διάφορες αποχρώσεις.
Και δεν σκέφτονται ότι τα μνημεία αυτά τα σέβεται ο χρόνος, ο οποίος υποκλίνεται στην ηλικία τους, γεγονός που απαιτεί απ’ όλους μας ανάλογη συμπεριφορά. Και τα συνθήματα αυτά, πέρα απ’ την απρέπεια του περιεχομένου τους, προσδίδουν και την πνευματική στάθμη εκείνων που τα γράφουν, χωρίς να απενεχοποιούνται, έστω και άθελά τους, οι κάτοικοι της πόλης.
γ΄. Μεγάλος αριθμός αστυνομικών χωρίς λόγο βρίσκεται στα γήπεδα. Η απουσία τους, όμως, από τον πυρήνα ή το περίβλημα της πόλης, εξυπηρετεί κάποιους άλλους, οι οποίοι εκμεταλλεύονται την ευκαιρία προς το δικό τους συμφέρον.
Τα μεγάλα μας εθνικά θέματα και προβληματισμοί, οι τρέχουσες συγκυρίες των καιρών και άλλες βασικές προτεραιότητες, απαιτούν κυρίως εθνική ομοψυχία. Μέσα στο πνεύμα αυτό πρέπει να κινείται και η ψυχαγωγία που μας προσφέρει η άθληση.
* Ο Γεώργιος Παναγιωτάκης είναι συγγραφέας-ιστορικός ερευνητής