Στον πραγματικό κόσμο υπάρχουν ορισμένα υποκατάστατα στη θέση της έλλειψης λογικής αιτίας για την εξαπόλυση μιας αντεκδικητικής επίθεσης. Το πρώτο είναι η εκδίκηση που μπορεί να προκαλέσει η αντεκδικητική επίθεση ακόμα κι αν δεν πρόκειται για μια λογική πράξη.
Σύμφωνα με τη συναισθηματική λογική της εκδίκησης, ο ζωντανός ενεργεί για λογαριασμό του αδικοχαμένου νεκρού, που όντας ακριβώς νεκρός, δεν μπορεί να επαναφέρει την ισορροπία στη ζυγαριά της δικαιοσύνης. Η εκδίκηση δεν γνωρίζει ευαισθησίες και σε καμία περίπτωση δεν είναι εποικοδομητική αλλά οπωσδήποτε είναι ανθρώπινη.
Ο εισβολέας δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο όπου το αίσθημα θα φουντώσει στις καρδιές των ηγετών που θα έχουν χάσει τη χώρα τους παρακινώντας τους να εξαπολύσουν επίθεση. Το δεύτερο και πιο σημαντικό υποκατάστατο της έλλειψης λογικής αιτίας για την αντεκδίκηση είναι ότι καμιά ενέργεια ή αντίδραση δεν μπορεί να προβλεφθεί από τη στιγμή που θα ξεσπάσει μια γενικευμένη επίθεση σε διάφορα σημεία του πλανήτη με θύματα αθώους πολίτες.
Στην κατάσταση αυτή όπου διακυβεύεται φανερά πλέον ανά πάσα στιγμή η ζωή, ο ανθρώπινος νους αρχίζει να τραυλίζει. Και οι ηγέτες των μεγάλων δυνάμεων δεν έχουν παρά να αποδεχθούν το γεγονός πως ο κίνδυνος είναι ολοκληρωτικός, καθώς θα κοιτούν το τεράστιο άγνωστο του χάους. Γιατί ένας τέτοιος κόσμος, που έχει παραδοθεί πια στη μοίρα του είναι από τη φύση του και παράλογος και ανεξέλεγκτος.
Οι ακολουθίες, που συγκροτούν το δόγμα της απόκρουσης είναι όλες συνέπειες μιας μεγαλύτερης ανακολουθίας, που πηγάζει από τον παραλογισμό της εκμηδένισης για την αποφυγή της εκμηδένισης. Το αποτέλεσμα της εξάρτησης της επιβίωσης απ’ αυτό το αντιφατικό σύστημα είναι ο σημερινός μισοπαραλυμένος και μισοτρομαγμένος κόσμος, όπου τα βουνά των όπλων συμβατικών και μη, που συνεχώς μεγαλώνουν, υποτίθεται ότι βελτιώνουν την ασφάλειά μας. Όμως δεν ξέρουμε απ’ τη μια στιγμή στην άλλη αν θα συνεχίσουμε να ζούμε ή θα πεθάνουμε.
Αναμασώντας με τη σκέψη μας τα τρομακτικά αποτελέσματα αυτής της διάταξης, φτάνουμε στο σημείο να αναρωτηθούμε κάποια στιγμή γιατί πρέπει να αναζητούμε την ασφάλεια στον τρόμο, την επιβίωση στην εκμηδένιση, την ύπαρξηξη στην ανυπαρξία και γιατί δεν υιοθετούμε τον ευθύ δρόμο του αφοπλισμού εξασφαλίζοντας την επιβίωση με την απαγόρευση του μηχανισμού του θανάτου.
Αρκεί και μόνη η διατύπωση του ερωτήματος να αποκαλύψει πως οι περίφημες φράσεις περί ασφαλείας του κόσμου του Τσώρτσιλ, που επαναλήφθηκαν με αναρίθμητες παραλλαγές και υιοθετήθηκαν από όλους τους πολιτικούς ηγέτες, που ανέλαβαν κατά καιρούς την ευθύνη των οπλοστασίων του πλανήτη αποκρύπτουν στην πραγματικότητα ένα μεγάλο μέρος της αλήθειας, Αυτό που αποκρύπτουν είναι ο πολιτικός στόχος.
Γιατί είναι γεγονός ότι δεν κατέχουν τα όπλα αντίθετα με τους ισχυρισμούς των ηγετών τους οι μεγάλες δυνάμεις με μοναδικό στόχο την αποτροπή της χρήσης τους για την διατήρηση της ειρήνης, αλλά για την υπεράσπιση των εθνικών τους συμφερόντων και την προώθηση των εθνικών τους φιλοδοξιών εις βάρος της ζωής αθώων πολιτών, πέρα από κάθε λογική και ηθική. Κι όμως ο κόσμος θα μπορούσε να γλιτώσει μια για πάντα από την απειλή της αυτοκαταστροφής, όπως πρότεινε ο Ράσσελ και ο Αϊνστάιν και πολλές μεγάλες προσωπικότητες απ’ τα μέσα της δεκαετίας του ‘40.
Κατά συνέπεια πρέπει να αναθεωρήσουμε την κλασική φράση του Τσώρτσιλ: “Η εθνική κυριαρχία είναι το θαρραλέο παιδί του τρόμου και η δίδυμη αδελφή της εκμηδένισης”.
Η φράση αυτή αντιπροσωπεύει πέρα για πέρα την αλήθεια της σύγχρονης παγκόσμιας πολιτικής διάταξης που βασίζεται στον εφιάλτη του τρόμου και του πολέμου. Και για να είμαστε πιο ακριβείς, θα πρέπει να κάνουμε μια νέα παραλλαγή με τη βοήθεια μιας προσθήκης: “Η ασφάλεια είναι το θαρραλέο παιδί του τρόμου και η επιβίωση η δίδυμη αδελφή της εκμηδένισης αρκεί το κάθε έθνος να σέβεται την εθνική κυριαρχία του άλλου”.
Η παρατήρηση πως υπήρχε ο μέσος δρόμος των “τακτικών” εχθροπραξιών στα πλαίσια ενός περιορισμένου πολέμου, η λύση της συμβατικής σύγκρουσης έχασε κάθε λογικό έρεισμα μπροστά στην αφόρητη απειλή των σύχρονων υπερόπλων, που κατέχουν οι ισχυροί του πλανήτη. Η πύλη του “τεράστιου αγνώστου” φάνηκε ν’ ανοίγει τα θυρόφυλλά της και όλα τα σενάρια του “πριορισμένου πολέμου” κατάντησαν σκουπίδια στις μέρες μας.
* Η Ειρήνη Κουτσαντωνάκη είναι μαθηματικός