Στις μέρες μας και ειδικότερα σήμερα παρατηρούνται κρούσματα βίας ακόμα και στο χώρο του σχολείου (το λεγόμενο “bullying“ Το παραπάνω είναι ένα θέμα ακανθώδες που δεν πρέπει να περνάει απαρατήρητο καθώς αποτελεί μάστιγα της κοινωνίας μας.
Η συγκεκριμένη μορφή βίας, που δεν αποτελεί ένα νέο φαινόμενο συναντάται αρχικά λεκτικά ή συναισθηματικά, για παράδειγμα κοροϊδία, σαρκασμός, χειρονομίες, συκοφαντίες, γελοιοποίηση, απειλές, προσβλητικά μηνύματα και λεκτική παρενόχληση. Επιπλέον, στη σύγχρονη εποχή εκδηλώνεται και ο ηλεκτρονικός εκφοβισμός, με κακόβουλα sms, κλήσεις, email με απειλητικό περιεχόμενο ή ακόμη κι εκβιασμό με δημοσίευση φωτογραφιών που θίγουν κάθε άνθρωπο.
Παρ’ όλα αυτά το πιο επικίνδυνο είδος σχολικού εκφοβισμού είναι η σωματική βία, όπου χρησιμοποιώντας τη φυσική δύναμη μπορεί να οδηγήσει τον οποιοδήποτε σε τραυματισμό, Ψυχολογικές διαταραχές ή ακόμη και σεξουαλική παρενόχληση.
Επιπλέον, ο σχολικός εκφοβισμός περιλαμβάνει κάθε λογής βανδαλισμών και καταστροφή της σχολικής περιουσίας και επίδοση σε εγκληματικές ενέργειες. Το αποτέλεσμα είναι οι Ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις στο θύμα και στο θύτη. Στο πρώτο παρατηρείται αυξημένος αριθμός απουσιών, χαμηλή ακαδημαϊκή επίδοση, συναισθηματικές δυσκολίες και αίσθημα μοναξιάς. Επίσης στερείται φιλικών σχέσεων αποφεύγει το σχολείο έχοντας χαμηλή αυτοεκτίμηση και έλλειμμα σε κοινωνικές δεξιότητες.
Παράλληλα, στο θύτη παρατηρείται αυξημένο επίπεδο στρες, έντονο άγχος που εκδηλώνεται με παραβατική συμπεριφορά και κατανάλωση αλκοόλ, εφόσον ίσως νιώθει κατάθλιψη αυξημένη συχνότητα Ψυχικών διαταραχών. Ενίοτε διακατέχεται από υψηλή αυτοεκτίμηση και άλλοτε από χαμηλή. Και όπως στο θύμα πάλι διακρίνει κανείς έλλειμμα σε κοινωνικές δεξιότητες.
Σε ό,τι αφορά τους γενεσιουργούς παράγοντες του σχολικού εκφοβισμού, θα έλεγε κανείς ότι οφείλονται στην ελλιπή καλλιέργεια, στις βίαιες συνθήκες μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον, στην ανωριμότητα, στη ανεπαρκή και προβληματική κοινωνικοποίηση. Συχνά συμβαίνει άτομα που αργούν να ενταχθούν στη σχολική κοινότητα να μην γίνονται δεκτοί, απομονώνονται από τους συμμαθητές τους. Τέτοια άτομα έχοντας χαμηλή αυτοεκτίμηση επιζητούν στη βία την επιβεβαίωση και προσπαθούν να τραβήξουν την προσοχή των ενηλίκων.
Τις περισσότερες φορές η ανεπαρκής γονική υποστήριξη και επιρροή, οι άδικες τιμωρίες και η κακοποίηση παιδιών διαμορφώνουν τέτοιου είδους προσωπικότητες. Είναι πολύ πιθανό όμως και το ίδιο το σχολείο να υποκρύπτει τη βία καθώς μέσα σ’ αυτό καλλιεργούνται κάθε λογής ανισότητες. Ο σχολικός χώρος ως μία μικρογραφία της κρατικής εξουσίας αντιμετωπίζει όλη την εφηβική ορμή. Οι κτιριακές μονάδες είναι αχανείς, η πρέπουσα εποπτεία εκλείπει, η φτώχεια, οι φυλετικές και πολιτισμικές διαφορές καλλιεργούν συνεχώς ανταγωνιστικές τάσεις μέσα στο σχολείο.
Ταυτόχρονα, ίσως και το σχολείο να γίνεται καταπιεστικό δημιουργώντας αισθήματα μίσους και οργής στους εφήβους. Επομένως εκείνοι αναζητούν στη βία έναν δίαυλο εκτονωτικής διαφυγής. Με αυτό τον τρόπο κακοποιούνται αδύναμοι και προβληματικοί μαθητές και αναδύονται ρατσιστικά πάθη. Με αποτέλεσμα να οξύνονται φυλετικές αντιπαραθέσεις και συμπλοκές. Έτσι ο ακαλαίσθητος, υποβαθμισμένος και παραμελημένος χώρος του σχολείου γεννά αρνητικά συναισθήματα, γίνεται πεδίο δράσης ανήλικών παραβατών του νόμου.
Μέχρι τώρα δεν έχουν ληφθεί σαφή μέτρα πρόληψης σχετικά με το παραπάνω ζήτημα, αλλά επιβάλλονταν υποτυπώδεις κυρώσεις από το σχολείο και την δικαιοσύνη. Παρ’ όλα αυτά η εξυγίανση πρέπει να ξεκινάει από την κοινωνία. Επειδή όμως αυτό είναι μια ουτοπική σκέψη πρέπει να ξεκινάει νωρίτερα, δηλαδή από την οικογένεια και το σχολείο. Αρχικά η οικογένεια είναι αναγκαίο να γνωρίζουν τα προγράμματα που απασχολούν τα παιδιά, καθώς έχουν την τάση να μιμούνται ήρωες από την τηλεόραση και τον υπολογιστή.
Επίσης σαφέστατα και να μην κακοποιούν σωματικά ή συναισθηματικά τα παιδιά τους. Το σχολείο τώρα καλείται να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση, επιβεβαίωση και αυτοπεποίθηση των μαθητών με την απόκτηση νέων δεξιοτήτων. Εκτός απ’ αυτό η συμμετοχή σε κοινωνικές δραστηριότητες θα μπορούσε να φανεί χρήσιμη στην κοινωνική προσαρμογή. Ακόμα πρέπει να ληφθούν πολιτικές που αποβλέπουν στη βελτίωση του σχολικού κλίματος και την ποιοτική εξέλιξη της εκπαίδευσης. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται μία πλήρης συμμετοχή στην σχολική ζωή.
Όσον αφορά το ίδιο το άτομο θα πρέπει από πολύ νωρίς να διδαχθεί τις ηθικές αξίες, το σεβασμό και την αλληλεγγύη προς το συνάνθρωπο. Ακόμη όμως και στην περίπτωση της βίας, είναι απαραίτητο οι μαθητές να γνωρίζουν ότι δεν είναι κακό να ομολογούν ότι δέχονται προσβολές και απειλές (να γίνει διάκριση των εννοιών «κάρφωμα» και πληροφόρηση).
Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, οι βασικές αρχές σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να πορευόμαστε είναι οι εξής: «Δεν προκαλούμε ποτέ και για κανένα λόγο τη βία. Σταματάμε εξαρχής την ένταση». Όταν προκληθεί ένα περιστατικό, κάνουμε άμεση, αυστηρή παρατήρηση στο δράστη, στον οποίο επιβάλλουμε δίκαιη ποινή αναπληρώνοντας τη ζημιά που έκανε, ενώ προσπαθούμε με κάθε τρόπο να αξιοποιούμε τη δύναμη του δράστη σε θετικές συμπεριφορές.
Γι’ αυτό το λόγο είναι απαραίτητο το σχολείο να παρέχει ασφάλεια και σταθερότητα. Γενικότερα, εντός και εκτός της οικογένειας είναι αναγκαίες οι ανοιχτές συζητήσεις προκειμένου να εντοπιστεί ο κίνδυνος προλαμβάνοντας δυσάρεστα γεγονότα.