Τους τελευταίους μήνες, αρκετές χώρες της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και η χώρα μας, καταγράφουν αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων κοκκύτη σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ.

Η αύξηση των δηλωθέντων κρουσμάτων κοκκύτη πιθανώς συνδέεται με τη μη έγκαιρη ανοσοποίηση ορισμένων ηλικιακών ομάδων, καθώς και τη χαμηλότερη κυκλοφορία του παθογόνου κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19.

Τα δηλωθέντα κρούσματα παρ’ όλα αυτά, είναι πολύ λιγότερα από τα υπάρχοντα στην κοινότητα, μιας και ο κοκκύτης είναι μια νόσος που υποδιαγιγνώσκεται. Στις 2 Απριλίου 2024 το Υπουργείο Υγείας εξέδωσε εγκύκλιο για την επείγουσα ενημέρωση της επιστημονικής κοινότητας για την έξαρση του κοκκύτη και την ανάγκη εμβολιασμού.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. O μέσος όρος ηλικίας αυξάνει. Ο παγκόσμιος πληθυσμός γηράσκει. Τι συμβαίνει όμως με το ανοσοποιητικό μας σύστημα; Το ανοσοποιητικό μας σύστημα αλλάζει με την πάροδο της ηλικίας. Γεννιόμαστε με ένα ανώριμο ανοσοποιητικό σύστημα το οποίο βελτιώνεται με την πάροδο των ετών, με αποτέλεσμα να μειώνεται ο κίνδυνος από λοιμώδη νοσήματα.

Όσο μεγαλώνουμε όμως, τόσο μειώνεται η ανοσολογική απόκριση και αυξάνεται ο κίνδυνος να νοσήσουμε από λοιμώδη νοσήματα. Όπως για παράδειγμα συμβαίνει και στην περίπτωση του κοκκύτη, ο οποίος τελευταία παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη έξαρση.

Αυτό που πολύ σημαντικό να επισημανθεί είναι ότι κοκκύτης δεν αφορά μόνο στα παιδιά. Αφορά σε όλες τις ηλικιακές ομάδες! Οι μύθοι που επικρατούν σχετικά με τον κοκκύτη και με τους οποίους ως υγειονομικοί πολύ συχνά ερχόμαστε αντιμέτωποι, είναι ότι «είναι μια νόσος των μικρών παιδιών» και ότι «επειδή κάποιος έχει εμβολιαστεί ως παιδί, δεν διατρέχει πλέον κανένα κίνδυνο».

Τι είναι όμως ο κοκκύτης; Είναι μία οξεία βακτηριακή λοίμωξη της αναπνευστικής οδού που οφείλεται στο βακτήριο Bordetella Pertussis. Οι άνθρωποι είναι η μοναδική «δεξαμενή» και ανιχνεύεται στο στόμα-μύτη-λαιμό. Η μετάδοση γίνεται αερογενώς με σταγονίδια ή με άμεση επαφή με εκκρίσεις από το αναπνευστικό σύστημα νοσούντων ατόμων.

Σε εμβολιασμένους πληθυσμούς, τα βακτήρια συχνά μεταφέρονται στο σπίτι από ένα μεγαλύτερο σε ηλικία αδερφάκι ή μερικές φορές από έναν ενήλικα. Είναι γνωστός σαν «ο βήχας των 100 ημερών». Εκδηλώνεται σε τρία στάδια: Το πρόδρομο ή καταρροϊκό που διαρκεί 1-2 εβδομάδες, κατά τις οποίες ο ασθενής έχει καταρροϊκά φαινόμενα και άτυπο ερεθιστικό ξηρό βήχα, αρχικά νυκτερινό.

Το παροξυσμικό που διαρκεί 1-6 εβδομάδες και ο βήχας γίνεται προοδευτικά εντονότερος, επέρχεται κατά παροξυσμούς και παίρνει σπασμωδικό (κοκκυτικό) χαρακτήρα. Χαρακτηριστικά μετά από βαθιά εισπνοή επέρχονται κατά την ίδια εκπνοή πολλές βηχικές ώσεις, τις οποίες ακολουθεί βαθιά, ηχηρή, συριγμώδης εισπνοή (εισπνευστικός συριγμός).

Ο παροξυσμός περιλαμβάνει επεισόδια βήχα που διαδέχονται το ένα το άλλο με αυξανόμενη ένταση που συχνά τελειώνουν με εμετό. Το στάδιο της αποδρομής διαρκεί 2-3 εβδομάδες και οι παροξυσμοί γίνονται ηπιότεροι και αραιότεροι και τελικά σταματούν. Ο πυρετός κατά τη διάρκεια της νόσου, όταν υπάρχει, είναι συνήθως ήπιος.

Τα κλινικά χαρακτηριστικά ποικίλλουν ανάλογα με τη ηλικία, το εμβολιαστικό status, το ιστορικό νόσησης. Ασυμπτωματικοί φορείς συνήθως έφηβοι και ενήλικες και δρουν σαν πηγές μόλυνσης ευάλωτων ατόμων. Όπως προαναφέρθηκε, είναι ένα νόσημα που υποδιαγιγνώσκεται και σε αυτό συμβάλλει ο άτυπος χαρακτήρας της συμπτωματολογίας.

Επειδή το βακτήριο δεν μπαίνει στην κυκλοφορία του αίματος (αυτό που ουσιαστικά κάνει είναι να πηγαίνει να επικάθεται στο επιθήλιο των βλεννογόνων και της τραχείας, παράγοντας τοξίνες), δεν εμφανίζονται παθολογικά ευρήματα στην ακτινογραφία θώρακος, ο ασθενής συνήθως δεν εμφανίζει πυρετό και ίσως να απουσιάζει η χαρακτηριστική λευκοκυττάρωση με υπεροχή των λεμφοκυττάρων.

Η επιβεβαίωση της λοίμωξης μπορεί να γίνει με ορολογικό έλεγχο, PCR, καλλιέργεια ρινοφαρυγγικού επιχρίσματος. Το βασικότερο μέτρο πρόληψης της νόσου παραμένει ο εμβολιασμός. Ο ΕΟΔΥ καθιστά επιτακτική την ανάγκη εμβολιασμού όλων των ηλικιακών ομάδων έναντι του κοκκύτη.

Ιδιαίτερη έμφαση, σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ, πρέπει να δίνεται στον εμβολιασμό όλων των εγκύων, ΣΕ ΚΑΘΕ ΚΥΗΣΗ, από την 27η μέχρι την 36η εβδομάδα. Παράλληλα, γίνεται σύσταση σε όλους τους ενήλικες του περιβάλλοντος της εγκύου, που δεν είναι εμβολιασμένοι ή δεν ξέρουν αν είναι εμβολιασμένοι και θα έρθουν σε επαφή με το νεογέννητο, να έχουν εμβολιαστεί τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν, με το εμβόλιο του κοκκύτη.

Αναγκαίος κρίνεται, σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών, ο εμβολιασμός ανά δεκαετία όλων των ενηλίκων για την απόκτηση ανοσίας. Στους ενήλικες το αναμνηστικό ακυτταρικό εμβόλιο για τον κοκκύτη είναι συνδυασμένο με το εμβόλιο της διφθερίτιδας και του τετάνου.

Επιβεβλημένη, δε, κρίνεται η εγρήγορση των επαγγελματιών υγείας, η αυξημένη κλινική υποψία (κυρίως σε ενήλικες με επίμονο παροξυσμικό βήχα), η εργαστηριακή επιβεβαίωση της διάγνωσης όπως και η έγκαιρη έναρξη της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. (https://www.hippocratesgp.gr/)

Η Αθηνά Καρπούζη είναι Αντιπρόεδρος της Εταιρείας Γενικής Οικογενειακής Ιατρικής Ελλάδος «ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ»