Σε στιγμή ειλικρίνειας είπε στη Βουλή η υπ. Πολιτισμού, κυρία Μενδώνη, απαντώντας σε βουλευτές του Ηρακλείου, ότι διαφοροποιήθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι αδειοδότησης των ραντάρ στην Παπούρα. Το ίδιο ισχύει για το τούνελ της Ξεροκαμάρας, πιθανά και για άλλα υποέργα του αεροδρομίου στο Καστέλλι, που αρχικά εγκρίθηκαν πακέτο από τη Βουλή και τώρα πρέπει να επανεξεταστούν από τις Υπηρεσίες Περιβάλλοντος της ΠΚ.
Συνεπώς, για την τοποθέτηση των ηλεκτρονικών οργάνων ασφάλειας πτήσεων και επικοινωνίας του νέου αεροδρομίου χρειάζεται η σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Περιβάλλοντος. Στην εξέταση του θέματος, δυστυχώς το ΚΑΣ δε φρόντισε να γίνει αυτοψία από μέλη του για μια εκτίμηση του χώρου, αντίθετα από τη στάση του σε πολύ πιο επουσιώδη ζητήματα, πριν λάβει οριστική απόφαση.
Ακόμη χειρότερα, δεν αξιολόγησε το γεγονός πως δεν υπάρχει οριστική ερμηνεία του μνημείου, πράγμα που δυσκολεύει την κρίση, αν μόνο αυτό ή και ο περιβάλλοντας χώρος του πρέπει να αξιολογηθούν. Η απόφαση που έλαβε είναι, λοιπόν, βεβιασμένη και θα πρέπει συνεκτιμηθεί από την Επιτροπή Περιβάλλοντος σαν ένα μόνο από τα στοιχεία που θα τεκμηριώσουν την έγκριση ή την απόρριψη του έργου.
Λέγεται πως και για άλλα μνημεία κυκλικής δομής δεν υπάρχει επιστημονική τεκμηρίωση της χρήσης τους στη Β. Ευρώπη, ακόμη και στην Αμερική πριν τις μεταναστεύσεις. Ισχύει αυτό, επίσης για ανάλογα μνημεία στην Ισπανία και στο Χαμέζι. Όλα τα παραπάνω είναι υστερότερα από το μνημείο της Παπούρας. Γεγονός που αναδεικνύει το παγκόσμιο ενδιαφέρον για την ερμηνεία του μνημείου που αποκαλύφθηκε στην Πεδιάδα. Το Υπ. Πολιτισμού και το ΚΑΣ αποφάσισαν δυστυχώς να εμποδίσουν μια τέτοια έρευνα, που θα τιμούσε τον ελληνικό πολιτισμό.
Η επικρατούσα υποψία είναι πως τα μνημεία αυτά αφορούσαν αστρονομικές παρατηρήσεις, ιδιαίτερα της πορείας του ήλιου. Σε παλαιότερο Κρητολογικό Συνέδριο που έγινε στο Ρέθυμνο και δυστυχώς δεν υπάρχουν πρακτικά παρά μόνο σε περιλήψεις, έκαμα μια ανακοίνωση για τη λειτουργία του Ιδαίου Άντρου σαν χώρος παρατηρήσεων της πορείας του ήλιου.
Σχετικές επιτόπιες σημειώσεις για το θέμα έχουν γραφεί από τους αείμνηστους Στέφανο Ξανθουδίδη και Σπύρο Μαρινάτο, κορυφαίους θεμελιωτές της ελληνικής προϊστορίας. Είχαν σημειώσει λεπτομέρειες για την οργάνωση της αυλής του ιερού σπηλαίου. Στη νότια πλευρά της εισόδου του υπάρχει μια μεγαλιθική κατασκευή που χαρακτηρίζεται βωμός. Ούτε το μέγεθος, ούτε η χάραξη και τα κατάλοιπα του χώρου του το κατατάσσουν στην κατηγορία των βωμών, όπως καταγράφουν ειδικοί.
Αντίθετα μπορεί να διαπιστωθεί ότι ο άξονας της μακράς πλευράς του στην κατεύθυνση Β-Ν, που ταυτίζεται σχεδόν με εμφανή αύλακα, ορίζει με ελάχιστη απόκλιση στον ορίζοντα τη θέση της αυγής των ισημεριών στην πορεία του ήλιου. Αντίστοιχα υπάρχουν ακόμη, και μνημονεύονται από τους παλαιότερους επισκέπτες του χώρου δυο βάθρα αγαλμάτων. Θεωρήθηκε ότι από κάποια θεομηνία κατρακύλησαν στην πλαγιά.
Αλλά οι άξονές τους χαράσσουν μια ευθυγραμμία, που από την είσοδο της σπηλιάς στοχεύει στη θέση αυγής στον ορίζοντα του εαρινού ηλιοστάσιου. Ο Στέφανος Ξανθουδίδης μνημονεύει και στο νότιο άκρο της αυλής άλλα επίκαιρα σημεία, που θα όριζαν το χειμερινό ηλιοστάσιο. Τα παραπάνω μπορεί να επιβεβαιωθούν από ειδικευμένους επιστήμονες που έκαμαν διδακτορικές ή αντίστοιχες εργασίες για μνημεία νεώτερων περιόδων της ελληνικής αρχαιότητας.
Η αναγωγή των παρατηρήσεων στις δυνατότητες των μινωιτών είναι ασφαλώς κορυφαίο ζήτημα για τον ελληνικό πολιτισμό. Μπορεί να γίνει η αναγωγή, διότι η λεγόμενη αίθουσα του βασιλιά στην Κνωσό είναι διαμορφωμένη με κατασκευές που κάνουν δυνατή την τελετουργική διαχείριση του φωτός στη φάση ανατολής του ήλιου κατά τα ηλιοστάσια και τις ισημερίες. Όλα αυτά παραμένουν και σήμερα στις θέσεις τους για να επιβεβαιωθούν από τους ερευνητές.
Υπάρχουν στη χώρα επιστήμονες που μπορούν να γνωματεύσουν. Σημαίνουν τα παραπάνω ότι οι αυλές τέτοιων μνημείων, όπως και η κεντρική του ανακτόρου της Κνωσού, έχουν ουσιαστικό ρόλο για την ερμηνεία της αρχικής λειτουργίας τους. Αν για την υπ. Πολιτισμού υπάρχει δικαιολογία να προτάξει τη διοικητική της αρμοδιότητα πάνω από την επιστημονική και εκείνη του θεματοφύλακα του πολιτισμού, η εγκατάλειψη του ρόλου του ΚΑΣ από τα μέλη του είναι απαράδεκτη. Θα πρόσφεραν υπηρεσία στον θεσμό όπου διορίστηκαν, αν παραιτούνταν άμεσα.
Ο Νίκος Λεβεντάκης είναι μηχανικός