Κατά τον αρχαίο φιλόσοφο Αριστοτέλη, η παιδεία πραγματώνεται μέσω της ηθικής, της πολιτικής και της παιδαγωγικής. Με αφορμή το γεγονός ότι κάθε χρόνο τέτοια εποχή διαβάζουμε ποικίλες αναλύσεις και ερμηνείες για τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων και δήθεν προτάσεις για τη βελτίωση τους, κατέληξα στο ότι κάποιοι διυλίζουν τον κώνωπα και καταπίνουν την κάμηλον, αναλωνόμενοι μόνο στο τι πήγε στραβά με τα θέματα ή την επιτροπή και εκεί αποδίδουν τις χαμηλές επιδόσεις των παιδιών, αντί να κοιτάξουν το μεγάλο πλάνο και να ενδιαφερθούν για τη βαθύτερη ουσία της εκπαίδευσης, τη βελτίωσή του εκπαιδευτικού συστήματος και κατ’ επέκταση και των μελλοντικών κοινωνιών.

Το βασικό ζητούμενο για κάποιον που ενδιαφέρεται να διαρθρώσει ένα σύστημα εκπαιδευτικό θα έπρεπε να είναι η δημιουργία φιλικών δεσμών μεταξύ των μελών της εκπαίδευσης, τα οποία θα αποτελέσουν τους μελλοντικούς πολίτες, με ποιον τρόπο δηλαδή οι σημερινοί συμ-μαθητές θα γίνουν οι αυριανοί συμ-πολίτες. Η φιλία, που συνιστά ηθική αρετή, γίνεται υπόθεση της πόλεως και της εκπαίδευσης και παύει να είναι μόνο ηθικό γεγονός και γίνεται πολιτικό και αισθητικό μέσω της παιδείας.

Μια τέτοιου είδους παιδεία μπορεί να καλλιεργηθεί σε δημοκρατικό περιβάλλον, κατάλληλο για τη διάπλαση κοινωνικών όντων, όπου ο πολίτης είναι μέρος του συνόλου, ένα φύσει ζώον πολιτικόν και μέσω της εκπαίδευσης θα διαμορφώσει φιλικούς δεσμούς με τους συμπολίτες του.

Η επίτευξη ενός τέτοιου στόχου δεν είναι διόλου εύκολη υπόθεση και δεν αφορά έναν μόνο κλάδο. Προκειμένου να απαντηθεί το βασικό ερώτημα για τη δημιουργία μιας εκπαίδευσης της φιλίας, ο φιλόσοφος θέτει τρία επιμέρους ερωτήματα, καθένα από τα οποία συνδέεται με έναν από τους τρεις παραπάνω κλάδους.

Ερώτημα 1: Ποιος είναι ο πιο αξιόλογος τρόπος ζωής; Το ερώτημα άπτεται του κλάδου της ηθικής και η απάντηση του Αριστοτέλη είναι πως ο ιδανικός βίος για τα επιμέρους άτομα και για τις πόλεις συλλογικά είναι εκείνος που διαθέτει τα απαραίτητα μέσα για να συμμετέχουν όλοι σε ενάρετες πράξεις. Ένας δυνάμει ιδανικός βίος: α) εμπεριέχει την εξάσκηση της αρετής, καθώς οι ενάρετες πράξεις αποτελούν προϋπόθεση για τη συγκρότηση ιδανικής πόλεως και όχι η αλόγιστη απόκτηση αγαθών.

Εξάλλου απώτερος στόχος των ατόμων και των πόλεων είναι η ευδαιμονία, η οποία συνδέεται αναπόσπαστα με τον ιδανικό τρόπο ζωής, επειδή αυτός ενεργοποιεί την αρετή, μέρος της οποίας είναι και η αρετή της φιλίας, β) απαιτεί την εφαρμογή των αρετών στην πολιτική πρακτική. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ελεύθερη συμμετοχή ίσων πολιτών στην άσκηση της εξουσίας, γεγονός που αποσκοπεί στην κοινή/κοινωνική ευδαιμονία.

Αυτό το μοντέλο προσομοιάζει σε φίλους που ενδιαφέρονται ο ένας για το καλό του άλλου. Συνεπώς, οι πολίτες θα πρέπει να ασκούν την αρετή ενεργά, γιατί η ευδαιμονία είναι πράξη και τα ωραία πράγματα διαπράττονται από δίκαιους και εγκρατείς ανθρώπους.

Ερώτημα 2: Ποιο είναι το ιδανικό πολίτευμα; Στο διαχρονικό αυτό ερώτημα η απάντηση του φιλοσόφου είναι πως “το άριστο πολίτευμα είναι εκείνο στο οποίο ο πρακτικός βίος κάθε πολίτη μπορεί να είναι άριστος και η διαβίωσή του μακάρια”. Σκοπός δηλαδή του ιδανικού πολιτεύματος από τη μια πλευρά είναι η ευτυχία κάθε επιμέρους πολίτη και όχι μέρους των πολιτών.

Σκοπός του νομοθέτη από την άλλη πλευρά είναι η εκπαίδευση των πολιτών στην αρετή, να τους εκπαιδεύσει ώστε να γίνουν άριστοι, θέμα το οποίο άπτεται άμεσα και της παιδείας των νέων ανθρώπων, εντός του ιδανικού πολιτεύματος, καθώς η πόλη υφίσταται για να παρέχει το ‘εΰ ζην’. Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να γίνει άριστος; Τρεις είναι οι παράγοντες που συμβάλλουν προς αυτήν την κατεύθυνση: η φύση, η συνήθεια, η λογική.

Ο νομοθέτης οφείλει να εναρμονίσει αυτούς τους τρεις παράγοντες μεταξύ τους και να διαμορφώσει ένα είδος ανθρώπου με φρόνηση σε πρώτη φάση, καθώς ο άνθρωπος είναι το μόνο έλλογο από όλα τα άλλα όντα. Συνεπώς, μέσω του διαλόγου και της επιχειρηματολογίας μπορεί να στραφεί προς την αρετή, την κοινωνικοποίηση και την ανάπτυξη φιλικών δεσμών.

Σε δεύτερη φάση η εκπαίδευση θα συνεχίσει τη διαμόρφωση του, ώστε να γίνει ενάρετος. Εφόσον απώτερος στόχος της εκπαίδευσης είναι η λογική, τότε οι συνήθειες του πολίτη θα πρέπει να προωθούν τη λογική και το πνεύμα του, “διότι πάσα τέχνη και πάσα παιδεία αποσκοπεί στο να συμπληρώσει το εκ της φύσεως ελλείπον”. Πώς επιτυγχάνεται αυτό; Μέσω της διαδικασίας του εθισμού στον ορθό τρόπο συμπεριφοράς, οι πολίτες θα εκπαιδευτούν στην αρετή.

Τι σημαίνει εθισμός; Να μάθει ο πολίτης να κάνει το σωστό και αυτό να το κάνει έξη του, δεύτερη φύση του και η ορθή πράξη να του προκαλεί το αίσθημα της ευχαρίστησης. Όταν μάθει να απολαμβάνει τις σωστές πράξεις, τότε θα έχει διαμορφώσει τις σωστές έξεις για την επιτέλεση αυτών των πράξεων. Πιο συγκεκριμένα, οι ενάρετες πράξεις είναι δίκαιες, θαρραλέες, εγκρατείς και σε κάθε περίπτωση αγαθές.

Οι ενάρετοι άνθρωποι απολαμβάνουν να επιτελούν ενάρετες πράξεις και η ευχαρίστηση προκύπτει στη ζωή τους φυσικά, ως αναπόσπαστο μέρος της. Αυτούς τους ανθρώπους ο Αριστοτέλης τους αποκαλεί ‘φιλόκαλους’, όρος που παραπέμπει στον Επιτάφιο του Θουκυδίδη, όπου ο Περικλής υποστηρίζει ότι μεταξύ των άλλων αρετών που διέθεταν οι συμπολίτες του οι Αθηναίοι ήταν και η αγάπη τους προς το ωραίο.

Αυτός είναι και ο λόγος που οι νέοι θα πρέπει να εθιστούν στις ωραίες πράξεις, καθώς διαθέτουν έμφυτη τη δυνατότητα να απολαμβάνουν ωραία και ευχάριστα πράγματα και είναι διαθέσιμοι να εκπαιδευτούν, αφ’ ης στιγμής έχουν την δυνατότητα να αποκτήσουν την φρόνηση και την αρετή. Είναι προφανής στο σημείο αυτό η σύνδεση της πολιτικής με την αισθητική αγωγή των πολιτών.

Το ιδανικό πολίτευμα εν τέλει δεν είναι άσχετο με την ανθρώπινη φύση και την ανθρώπινη κατάσταση, εφόσον δηλαδή ο άνθρωπος διαθέτει έμφυτα πνεύμα και νου, ο νομοθέτης θα τον κατευθύνει στην αρετή. Το πνεύμα “αγέρωχο και ανυπότακτο” καθώς είναι, βοηθά τους ανθρώπους να δημιουργήσουν φιλικούς δεσμούς, να νιώσουν ελεύθεροι, αλλά και να υπακούουν στο νόμο.

Έτσι, το βασικό συστατικό του πολιτεύματος μιας πόλεως που είναι ο χαρακτήρας των πολιτών, αυτών που εξουσιάζουν και εκείνων που εξουσιάζονται, είναι προϊόν της εκπαίδευσης, η οποία θα πρέπει να είναι κοινή για όλους. Κατά αυτόν τον τρόπο το ιδανικό πολίτευμα συμβάλλει στην ευδαιμονία τους, επειδή η πόλη δεν είναι αποτέλεσμα τύχης αλλά επιστημονικής γνώσης και ελεύθερης επιλογής.

Ερώτημα 3: Ποιο πρέπει να είναι το περιεχόμενο του εκπαιδευτικού προγράμματος για τη δημιουργία μιας ιδεώδους πολιτείας; Στην ελληνική ιστορία υπάρχει το λαμπρό παράδειγμα της Αθήνας της κλασικής περιόδου, όπως αυτή περιγράφεται στον Επιτάφιο του Περικλή, η οποία διαθέτει χαρακτηριστικά, τα οποία την καθιστούν ‘σχολείο της Ελλάδας’.

Κάποια από αυτά είναι η δημοκρατία της που κάνει τους πολίτες υπάκουους όχι από φόβο αλλά από εσωτερική παρόρμηση, η αισθητική και πνευματική καλλιέργεια των πολιτών, η αντίληψη ότι ο πλούτος αποτελεί αφορμή για δράση, το ενδιαφέρον των πολιτών για τις υποθέσεις της πόλης, οι οποίοι είναι ίσοι στη δημόσια ζωή, καθώς και το γεγονός ότι οι Αθηναίοι αποκτούν φίλους προσφέροντας και όχι αποκομίζοντας αγαθά, ως μια ειλικρινή ένδειξη της ελευθερίας τους.

Ο Περικλής την θεωρεί παιδευτικό μοντέλο, το οποίο και οι άλλες πόλεις επιζητούν να το υιοθετήσουν. Η αθηναϊκή κοινωνία ήταν μια δημοκρατική συλλογικότητα, όπου οι πολίτες προσπαθούσαν να βελτιώσουν την ατομική τους ζωή μέσω έλλογων αποφάσεων, τις οποίες οι ελεύθεροι πολίτες μπορούν να λαμβάνουν. Αυτού του είδους οι πολίτες ήταν εν πολλοίς έργο των νομοθετών και της εκπαίδευσης.

Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Αριστοτέλη περιλαμβάνει δύο βασικές συνιστώσες: α) Η πρώτη είναι η διαίρεση της ψυχής σε δύο μέρη, στο λογικό μέρος και στο επιθυμητικό.

Συνεπώς, ο πολιτικός/νομοθέτης θα πρέπει να έχει κατά νου τη διμερή διάκριση της ψυχής και να ωθεί τους πολίτες στις αξιόλογες πράξεις που ανήκουν στο λογικό μέρος β) η δεύτερη είναι η αρχή της άνεσης, σύμφωνα με την οποία ο νομοθέτης θα πρέπει να εκπαιδεύσει τους πολίτες, ώστε “δύνασθαι σχολάζειν”, να διάγουν δηλαδή έναν άνετο βίο, κατά τη διάρκεια του οποίου να μαθαίνουν πράγματα και να παιδεύονται, με απώτερο στόχο την ευδαιμονία τους.

Ως εκ τούτου, ο νομοθέτης είναι εκείνος που μεριμνά για την εκπαίδευση των πολιτών, τον τρόπο που δουλεύουν, που πολεμούν, που ζούν στην ειρήνη ή απολαμβάνουν τον ελεύθερο χρόνο τους.

Η παραδοσιακή ελληνική εκπαίδευση είναι και αυτή σύμφωνη με την ανθρώπινη φύση, άρα θα πρέπει να προετοιμάζει για μια ζωή με άνεση, ώστε ο πολίτης να διάγει βίον ανέσεως. Τα μαθήματα που περιλαμβάνονται στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα είναι η γυμναστική, η ζωγραφική, η γραμματική και η μουσική.

Θα σταθούμε στη μουσική γιατί έχει αξιοσέβαστη φύση, συμβάλλει στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και στην ευγένεια της ψυχής, στην απόκτηση της ηθικής αρετής και της φρόνησης και αρμόζει στους ελεύθερους ανθρώπους. Κατ’ επέκταση, η μουσική καλλιεργεί την πολιτική αγωγή και τη συμμετοχικότητα στα πράγματα της πόλης.

Άρα, οδηγεί στην ευδαιμονία των ανθρώπων, συμβάλλει στην παιδεία τους, αποτελεί ευχάριστη ενασχόληση και για τους λόγους αυτούς οι παλαιότεροι την είχαν εντάξει στην παιδεία, όχι ως κάτι αναγκαίο ή χρήσιμο αλλά για να την απολαμβάνουν στον ελεύθερο χρόνο τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα αναφέρει ο Όμηρος στη ραψωδία ι της Οδύσσειας:

“Αλήθεια, πες ποιος πάει γυρεύοντας αλλού να φέρει κάποιον ξένο Εκτός κι αν είναι απ’αυτούς που ξέρουν κάποια τέχνη’ μάντης, γιατρός για τις κακές αρρώστιες, για τα δοκάρια μαραγκός, και βέβαια θείος αοιδός που ευφραίνει το τραγούδι του”  (στιχ.382-385).

Εν κατακλείδι, αρετή, εκπαίδευση και πολιτική είναι στενά συνδεδεμένες, επειδή το πολίτευμα δεν είναι απλώς ένα σύστημα νόμων, αλλά ένας τρόπος ζωής, ο οποίος μπορεί να έχει συνέχεια από τους επιγόνους μέσω της παρεχόμενης εκπαίδευσης.

Προκειμένου να διαιωνιστεί το εκάστοτε πολίτευμα, η εκπαίδευση θα πρέπει να παρέχει την κατάλληλη εκπαίδευση, διότι καθένα πρεσβεύει διαφορετικές αξίες και ήθη, στα οποία οι πολίτες θα εκπαιδευτούν για να τα υιοθετήσουν. Με τον τρόπο αυτόν η αρετή από ατομική υπόθεση γίνεται υπόθεση της πόλεως και το άτομο συνδέεται με την πολιτεία.

Αφού ο φιλόσοφος στοχάστηκε το ρόλο της εκπαίδευσης και των νόμων, στρέφεται προς την πολιτική, υποστηρίζοντας ότι η εξάσκηση στην αρετή προϋποθέτει καλούς νόμους, οι οποίοι σχετίζονται με την ηθική εκπαίδευση. Οι νόμοι είναι το μέσο που προωθεί τις ηθικές αρετές μέσω του εθισμού και όταν οι πολίτες εξοικειωθούν με τους νόμους και τους εσωτερικεύσουν με την επαναλαμβανόμενη τέλεση συγκεκριμένων ενεργειών, τότε θα έχουν αποκτήσει την αντίστοιχη έξη, λ.χ της δικαιοσύνης, της ανδρείας, της σοφίας.

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι η ηθική και πολιτική θεωρία του Αριστοτέλη βασίζεται στη σκέψη του για το ιδανικό πολίτευμα και για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και όλα αυτά θεμελιώνονται στην ανθρώπινη λειτουργία, βάση της οποίας αποτελεί η λογική.

Άραγε οι σύγχρονοι εμπνευστές των εκπαιδευτικών συστημάτων έχουν κατανοήσει τη λογική της ανθρώπινης λειτουργίας; Υπάρχει κάποια συνάφεια ανάμεσα στην αριστοτελική αριστεία, όπως περιγράφηκε παραπάνω, και τη σημερινή έννοια της αριστείας; Άραγε ο Αριστοτέλης θα μπορούσε να κατανοήσει τη λογική των σύγχρονων εμπνευστών;

 

*Ο Μανόλης Χριστοφάκης είναι φιλόλογος ΜΑ in Philosophy