Τό νέο λογοτεχνικό βιβλίο τοῦ Ὁμότιμου Καθηγητοῦ καί πρώην Ἀντιπρύτανη τοῦ Πανεπιστημίου Κρήτης, κυρίου Γιάννη Πυργιωτάκη, μέ τίτλο «Οι Αγνοούμενοι και Άλλα Διηγήματα» – τό ὁποῖο προλογίζει ὁ κ. Φώτης Φωτίου, Ἐπίτροπος Προεδρίας τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας γιά τά Ἀνθρωπιστικά Δικαιώματα, ἐπιμελήθηκε καί ἀναλύει πολύ διεξοδικά ἡ ὁμότιμη Καθηγήτρια τοῦ Πανεπιστημίου Κρήτης, κα. Ἐλπινίκη Νικολουδάκη-Σουρή, καί διακοσμεῖ μέ τά ἔργα του ὁ ζωγράφος-χαράκτης, κ. Γιῶργος Κωνσταντίνου – ἀποτελεῖ, κατά τήν γνώμη μου, ἕνα πνευματικό «θησαυροφυλάκιο».

Διότι, τόσο στήν νουβέλα πού ἔχει τόν ἴδιο τίτλο, ὅσο καί στά ἄλλα τέσσερα διηγήματα πού συναποτελοῦν τό πλῆρες περιεχόμενό του, ὁ ἀναγνώστης θά βρεῖ  φυλαγμένα, μέ πολυδιάστατη εὐαισθησία καί σοφή ἐπιλογή, κάποια σπάνια καί πολύτιμα στοιχεῖα διαχρονικῶν ἀξιῶν, γνώσεων, συναισθημάτων καί μηνυμάτων.

Ὁ συγγραφέας διαθέτει τήν μοναδική ἱκανότητα νά ἀνασηκώνει καί, μεθοδικά, νά ἀναδιπλώνει – θαρρεῖς – ἕνα-ἕνα, τά χρονοριχτάρια πού καλύπτουν τά διάφορα χρονικά διαστήματα, μέ μιά συναρπαστική συγχρόνως ἀνίχνευση καί ἀποκάλυψη τῶν ὅσων συνέβησαν ἐν τῶ μεταξύ, καί μέ τό πῶς αὐτά διασυνδέονται καί ἀλληλεπιδροῦν μεταξύ τους. Μπορεῖ ἀκόμα, μέ τήν χαρισματική γραφίδα του, ὄχι μόνο νά ἰχνογραφεῖ μύχιες ψυχικές καταστάσεις καί ἀντιδράσεις, ἀλλά καί νά μᾶς ταξιδεύει σέ μαγευτικές ἀποτυπώσεις τῆς φύσης καί τῶν τοπίων, ὅπου πορεύεται ἡ πλοκή.

Στήν νουβέλα «Οι Αγνοούμενοι», μέ μιά ἀξιοθαύμαστη ζωντανή «συμμετοχή» στά δρώμενα τῶν πεδίων τῶν μαχῶν καί στό φρόνημα τῶν μαχητῶν, πού μέ τόν ἡρωισμό τους γίνονται σύμβολα, ὁ συγγραφέας μᾶς καθιστᾶ βιωματικούς, σχεδόν, κοινωνούς τῆς μεγάλης τραγωδίας πού ξετυλίχθηκε στήν μαρτυρική Κύπρο, μέ τήν Εἰσβολή τῶν Τούρκων, τό 1974, καί μέ τά ὅσα πικρά ἄφησε πίσω της στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων.

Ἀλλά καί στούς τόπους, ὅπως στήν Ἀμμόχωστο καί τήν Λευκωσία. Γράφει χαρακτηριστικά ὁ συγγραφέας : «…Και θλίβεται η Λευκωσία βλέποντας από την άλλη της πλευρά τον Πενταδάκτυλο δακρυσμένο μέσα στο γκρίζο σύννεφο. Κι έχει λόγους ο Πενταδάκτυλος να είναι δακρυσμένος. Όχι μόνο τώρα με το γκρίζο τής μικρής καταιγίδας. Έχει το δικό του γκρίζο ο Πενταδάκτυλος που τον βαραίνει μονίμως, ανεξάρτητα από τον καιρό. Και τον βαραίνει κοντά πέντε δεκαετίες τώρα.

Κι αυτή την ντροπή δεν μπορεί να του την ξεπλύνει καμιά νεροποντή, καμιά καταιγίδα…παραμένει πάντα εκεί και παραμένει πάντα ντροπή!…».  Ὅλα, σάν ἄφθαρτες ψηφίδες, ἀπαρτίζουν τό μωσαϊκό πού γράφει τήν ἀνεξίτηλη ἐμβληματική φράση «Δέν ξεχνῶ».

*

Στά ἄλλα τέσσερα διηγήματα τῆς συλλογῆς, ὁ συγγραφέας, μέσα ἀπό τήν λογοτεχνική πλοκή, καταθέτει κάποια θαυμαστά καί διεισδυτικά ψυχογραφήματα τῶν ἡρώων του,  εἴτε αὐτοί εἶναι, ὡς χαρακτῆρες, ἀμφιλεγόμενοι, σάν τόν Μπίλλυ Καμπίλη – τόν «αητονύχη» λαθρέμπορο πού, ὅμως, ὀνειρευόταν μιά ἔντιμη ζωή – εἴτε εἶναι βαθιά ἀνθρώπινοι κι ἔχουν διάφορες καθηλωτικές καί συγκινητικές, ψυχικές ἤ σωματικές, δοκιμασίες. Εἶναι ἡ Ἰσμήνη, ἡ Ἀρετή καί ἡ κωφάλαλη Τασούλα.

Ἄλλοτε, μέ τίς ἀνακουφιστικές ἀναπολήσεις ὅπως αὐτές τῆς Ἰσμήνης, πού, μέσα στήν μοναξιά, φέρνουν, γιά νά ζεστάνει τίς καρδιές μας, τήν αὔρα τῆς στοργῆς πού ἔνιωσε ἕνα παιδικό χεράκι ἀπό τό σφιχτό κράτημα μέσα στήν παλάμη τοῦ πατέρα.

Οι Αγνοούμενοι και άλλα διηγήματα

Ἄλλοτε, μέ τά βάσανα τῆς Ἀρετῆς καί τήν ἄσβεστη ἀγάπη της γιά τόν ἀδελφό της Γιάννη, τήν ἀδελφική ἀγάπη πού στηρίζει τήν ἀτέλειωτη – ἀλλά μάταιη – προσμονή καί βεβαιότητα τοῦ γυρισμοῦ του, ὁ συγγραφέας ἰχνηλατεῖ ἀφ’ ἑνός τήν ἄρνηση τοῦ ἀνθρώπου νά ἀποδεχθεῖ τήν ὁριστική ἀπώλεια ἑνός ἀγαπημένου προσώπου, καί ἀφ’ ἑτέρου, τήν εὐλογία τῆς πίστης καί τῆς ἐλπίδας γιά τήν τελική συνάντηση πού θά πραγματοποιηθεῖ στήν ἀπέναντι ὄχθη.

Τέλος, στό διήγημα πού ἔχει τίτλο, «Ἡ Μεταμόσχευση», γίνεται μιά ἀποκαλυπτική καί συγκλονιστική συγχρόνως διαπίστωση μιᾶς πικρῆς ἀνατροπῆς. Μιά θαυμαστή ἐπιστημονική ἐπιτυχία, πού θά λύσει τό πρόβλημα τῆς καλοκάγαθης κωφάλαλης Τασούλας – χάρις στήν ἔγνοια, τίς φροντίδες καί τίς ἐνέργειες τοῦ ἀδελφοῦ της Ἰορδάνη – γίνεται, γιά τήν ίδια, πηγή ἄγριου τρόμου καί πανικοῦ, πού τήν ὠθεῖ νά αὐτοτραυματιστεῖ, ἀλαφιασμένη ἀπό τούς πρωτόγνωρους γι’ αὐτήν ἤχους καί κρότους πού ἀκούει μετά τό χειρουργεῖο, καί νά καταστρέψει τό λαμπρό πολυαναμενόμενο ἀποτέλεσμα.

Ὁ ἐπιστήμων ψυχολόγος συγγραφέας, καί σοφός ἀπό ἐμπειρίες ζωῆς δάσκαλος, σ’ αὐτό τό διήγημα, ἀφήνει – μέ ἐξαιρετική μεθοδικότητα καί μέ τήν λογοτεχνική περιγραφική του δεινότητα – νά ἐπισημανθεῖ τό πόσο συγκλονιστική μπορεῖ νά εἶναι, στήν ζωή ἑνός ἀνθρώπου, μιά ριζική ἀλλαγή, πού οἱ ἄλλοι θεωροῦν εὐεργετική, ἀλλά γιά τήν ὁποία δέν ἀποφάσισε ὁ ἴδιος, οὔτε καί τόν ἔχουν κατάλληλα καί ψυχολογικά προετοιμάσει γιά νά τήν δεχθεῖ.

Γράφει : «…Και την ίδια στιγμή, η Τασούλα άφησε μια συνταρακτική κραυγή τρόμου. Ήταν ἀπό τις κραυγές που ακούγονται μόνο σε στιγμές έντονου τρόμου. Καί ο τρόμος είχε κατακυριεύσει την Τασούλα σε όλη την ύπαρξή της. Κάτι αλλόκοτο ηχούσε στ’ αυτιά της. Κάτι άγνωστο, πρωτόγνωρο. Τι ήταν τούτο; Ποτέ άλλοτε δεν είχε νιώσει κάτι παρόμοιο. Αγρίεψε ακόμη περισσότερο…».

***

Σάν συνοπτικό συμπέρασμα στήν σύντομη παρουσίαση αὐτοῦ τοῦ ἐξαιρετικοῦ βιβλίου καί ἀνακεφαλαιώνοντας ἐπιγραμματικά ὅλα τά προηγούμενα, θεωρῶ ὅτι ἐπιβάλλεται νά σταθῶ σέ δύο κυρίως καθοριστικά στοιχεῖα.

Τό πρῶτο στοιχεῖο, σχετίζεται μέ τίς ὑπέροχες καί διαχρονικές ἀξίες τῆς ἱστορίας, τῆς φιλοπατρίας, τοῦ ἡρωισμοῦ καί τῆς μνήμης, πού ἀναδύονται ἀνάγλυφες ἀπό τήν νουβέλα γιά τούς ἀγνοούμενους τῆς Κύπρου. Μέσα ἀπό τήν ζωντάνια τοῦ λογοτεχνικοῦ κειμένου τοῦ συγγραφέα, ἡ Ἱστορία παίρνει σάρκα καί ὀστά, γίνεται βίωμα, ἀλλά, συγχρόνως, καί ὑποθήκη, τιμή, ὀφειλή καί χρέος.

Τό δεύτερο στοιχεῖο, ἀναδύεται ἀβίαστα ἀπό τόν πλοῦτο τῶν γνώσεών του  καί ἀπό τήν εὔστοχη καταγραφή τῶν συγκινητικῶν συμπεριφορῶν κάποιων ἁπλῶν καθημερινῶν ἀνθρώπων πού, ὅμως, ἔχουν μιά εὐλογημένη μύχια πίστη, ἀγάπη καί ἐνσυναίσθηση.Τά ἀκριβά αὐτά συναισθήματα καί τοῦ ίδιου τοῦ ὁμότιμου καθηγητοῦ κ. Πυργιωτάκη, καταγράφονται ἀτόφια στίς εὐχαριστίες του πρός φίλους καί συνεργάτες καί στίς ὡραῖες άφιερώσεις πού ὑπάρχουν σέ κάθε διήγημα τοῦ βιβλίου.

Αὐτός ἀκριβῶς εἶναι καί ὁ λόγος πού μέ ἔκανε νά χαρακτηρίσω, ἐξ ἀρχῆς, τό βιβλίο του ὡς ἕνα πνευματικό «θησαυροφυλάκιο», γιά τό ὁποῖο, καί ἀπό τήν θέση αὐτή, ἐπιθυμῶ νά τοῦ ἐκφράσω μιά ὀφειλόμενη καί εἰλικρινῆ εὐγνωμοσύνη.

* Η Μερόπη Ν. Σπυροπούλου είναι ομότιμη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών