15:15 άφιξη στο γειτονικό ΚΑΛΟΥΑ. (Ε, πού αλλού, όταν η δουλειά σου είναι στη Χερσόνησο).
Το έγκλημα προμελετημένο και απ’ ό,τι φαίνεται αυτό το καλοκαίρι θα τηρηθεί με θρησκευτική ευλάβεια.
Το μαγαζί θα κλείνει για δυο τρεις ώρες και η θάλασσα μάνα, με όλο το δυτικό μπλοκ να τη χαίρεται και όχι μόνο, θα γίνεται και δική μου, μικρή, κυριακάτικη απόλαυση, έστω εδώ, έστω κι έτσι.
Κι αν ανήκεις λοιπόν και στη γειτονιά του Καλούα και σε ξέρουν και δυο τρία beach boys, τότε ποιος τη χάρη σου….
Ξαπλώστρα, με στρώμα εφάμιλλο της βραβευμένης με όσκαρ πολυτέλειας, super strom, παχύ-παχύ, ιδανικό για μεσημεριανή σιέστα, κάτω απ’ τη ψάθινη αλλά σκιερή όσο πρέπει ομπρελίτσα, ακριβώς εκεί που σκάει το κύμα.
Μουσικούλα lounge, στη σωστή ένταση, το «τουριστομάνι», λόγω ώρας, ελάχιστο, το αεράκι ιδανικό και…ζζζζζζζζζζζζζζζ τον πήρα τον υπνάκο για ένα μισάωρο.
Τίποτα ιδανικότερο και πιο αναζωογονητικό απ’ το ξύπνημα και το απ’ ευθείας μπλούμ στη θάλασσα! Ο κόσμος ξαφνικά γίνεται ακόμη πιο όμορφος και οι λιγοστοί τουρίστες πιο συμπαθείς! Ήρθε και το παγωμένο καφεδάκι κι έδεσε το όνειρο… Πιάνω το βιβλιαράκι μου αλλά δεν έχω κέφι τελικά για διάβασμα, περισσότερο για παρατήρηση έχω κέφι, αφού ένα νεαρό φρεσκοπαντρεμένο ζευγαράκι, το κορίτσι σχεδόν στο μήνα του με την κοιλίτσα τούρλα, αποσπάει την προσοχή μου διαρκώς και για μια στιγμή έπιασα τον εαυτό μου να ανασύρει ανάλογες μνήμες και ένα τόσο δα τσιμπηματάκι ζήλειας τρύπησε το μυαλό μου. Ευτυχώς, για λίγο, γιατί τα τελευταία χρόνια, που τα αγόρια μου έχουν περάσει στην αυτονόμηση και βρίσκω ξανά τα δικά μου πατήματα, ακούω μωρό και ουα και κόβω χιλιόμετρα… αχ, μια κόρη ακόμη…
Στην παραδιπλανή ξαπλώστρα, μια περίπου τριαντάρα πλαστική καλλονή, με κοιλιακούς φέτα και ποπό, πωπωπωπωπωπω, σηκώνεται κάθε πέντε λεπτά, κουμπώνει το πάνω μέρος του μαγιό, φτιάχνει επιδέξια το μικροσκοπικό μπικίνι, βάζει τα τεράστια Χόλιγουντ γυαλιά της, κάνει τρία άγαρμπα βήματα μέσα στη θάλασσα, σκύβει, βρέχει το σώμα με τα χέρια της, ένας μικρός τρόμος δείχνει να την κυριεύει κάθε φορά, γιατί σκάει δυνατά το κύμα απ’ το φούσκο που έχει η θάλασσα και γυρίζει γρήγορα-γρήγορα να ξανά λιαστεί, απλώνοντας το μαυριστικό μοσχομύριστο coppertone με καροτίνη παντού. Δυο ώρες ήμουν εκεί και ένιωθα ότι ζω στη μέρα της μαρμότας. Ίδιο ακριβώς σκηνικό επανάληψης, σχεδόν τελετουργικό, κάθε 5 λεπτά.
Στο μεταξύ, στο σήκω- κάτσε, πλατσούρισε, ξάπλωσε, αλείψου, δεν κουνιόταν τίποτα… Εξίσου εντυπωσιακό ήταν και το ροζ κουφετί των παραφουσκωμένων χειλιών, που δεν ξέβαφε με τίποτα… Έχει προχωρήσει πολύ η επιστήμη απ’ ό,τι φαίνεται! Δεν κρίνω… Ό,τι ευχαριστεί τον καθένα… Άλλωστε τελευταία φλερτάρω πολύ μ’ ένα αθώο μποτοξάκι, τουλάχιστον!
Η ώρα πέρασε ευχάριστα, η μουσική αρχίζει να δυναμώνει ενοχλητικά, η καλλονή εξακολουθεί στον ίδιο ρυθμό το βιολί της, η μέλλουσα μανούλα πείνασε και σε χρόνο ρεκόρ κατέφθασε ένα λαχταριστό κλαμπ σάντουιτς και για μένα το διάλειμμα τελείωσε. Παίρνω το καπελάκι μου, τα κουβαδάκια μου και σ’ άλλη… γειτονιά… Στην πραγματική τώρα, ως αργά το βράδυ! To be continued όμως!