Στην αρχή του 21ου αιώνα, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου: οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών θα αποτελέσουν τη σημαντικότερη πρόκληση του αιώνα μας. Σήμερα, το προφητικό αυτό μήνυμα του ΟΗΕ έχει αποκτήσει σάρκα και οστά.
Η Μεσόγειος, κοιτίδα πολιτισμών και θρησκειών με τους προαιώνιους υδάτινους δρόμους εμπορίου της, έχει μετατραπεί σε μια φρικιαστική ζώνη θανάτου. Μια απέραντη θαλάσσια ενδοχώρα, που καταπίνει ανθρώπινες ψυχές και καταθέτει τη ντροπή της εποχής μας με πνιγμένα παιδιά και αβοήθητους ανθρώπους που ζητούν σωτηρία.
Η Μεσόγειος δεν είναι πια απλά ένας γεωγραφικός όρος. Είναι το σύνορο ανάμεσα στην ελπίδα και την αδιαφορία, ανάμεσα στη βαρβαρότητα που οι ίδιοι καταγγέλλουμε και στη βαρβαρότητα που παράγουμε με την απραξία και τον κυνισμό μας.
Η Ευρώπη, και ιδιαίτερα τα κράτη της περιφέρειας όπως η Ελλάδα, αντί να χτίσουν μηχανισμούς υποδοχής και ανθρώπινης διαχείρισης των ροών, επιλέγουν πολιτικές αποτροπής: φράχτες, θαλάσσια μπλόκα, επαναπροωθήσεις, ποινικοποίηση της διάσωσης.
Ο ΟΗΕ και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις επισημαίνουν εδώ και δύο δεκαετίες πως η προσφυγική και μεταναστευτική πίεση δεν είναι «παροδικό φαινόμενο», αλλά μονιμοποιημένο σύμπτωμα ενός αειδίνητου κόσμου σε κρίση: πόλεμοι, κρατική αποσύνθεση, τρομοκρατία, φτώχεια, και πάνω απ’ όλα, η κλιματική αλλαγή, εκτοπίζουν εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο. Μέχρι το 2050, εκτιμάται πως πάνω από 200 εκατομμύρια άνθρωποι θα μετακινηθούν μόνο για περιβαλλοντικούς λόγους.
Κι όμως, αντί να αντιμετωπίσουμε τις αιτίες, πολεμάμε τις συνέπειες. Χτίζουμε τείχη. Ενισχύουμε μια Ευρώπη-φρούριο. Δαιμονοποιούμε τους απόκληρους της Ιστορίας. Ξεχνάμε πως οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι υπήρξαν κάποτε πρόσφυγες. Η αμνησία είναι το πρώτο στάδιο της απανθρωπιάς.
Ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, σε μια εμβληματική φράση της ποιητικής του υπερρεαλιστικής ενόρασης, που ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι θα γινόταν μια προφητική προειδοποίηση, έγραψε ότι «μια μέρα οι θάλασσες αυτές θα εκδικηθούνε». Ίσως νοούσε αυτή τη μήνιν της Ιστορίας, αυτή την εκδίκηση που δεν έρχεται με τις τρικυμίες, αλλά με μια σιωπηλή, συσσωρευτική ενοχή που σκεπάζει πλέον κάθε ακτή της Μεσογείου.
Δεν φταίνε οι θάλασσες που πνίγουν. Φταίμε εμείς που δεν απλώνουμε χέρι. Η εκδίκηση των θαλασσών είναι το βλέμμα ενός διασώστη πάνω σ’ ένα νεκρό παιδί και η σιωπή ενός υπουργικού συμβουλίου που κοιτά αλλού.
Ο στίχος, φορτισμένος με ποιητικό θυμό, εκφράζει μια μεταφυσική αλλά και ηθική βεβαιότητα: ότι η φύση, ο κόσμος, η ίδια η θάλασσα δεν είναι άψυχα στοιχεία αλλά φορείς συνείδησης που κάποτε θα αποδώσουν δικαιοσύνη. Όχι με τρόπο κυριολεκτικό, αλλά υπαρξιακό: εκδίκηση ως αντίδραση του κόσμου σε ό,τι παραβιάζει την Αρμονία και την Τάξη του.
Ο υπουργός, κ. Μάκης Βορίδης, σε μια κίνηση εντυπωσιασμού και πολιτικού αμοραλισμού κατέφτασε πριν λίγες ώρες στην Κρήτη για να δημοσιοποιήσει -χάριν αγοραίου λαϊκισμού- ύψιστες κρατικές κινήσεις ασφάλειας και εξωτερικής διπλωματίας που σε άλλες χώρες θα γίνονταν αθόρυβα, με τη σεμνότητα της προσήκουσας σιωπής που αυτές απαιτούν.
Και επειδή εκτός από δεικτικός αθλοφόρος της εγχώριας πολιτικής, είναι και εξαίρετος εργάτης του πνεύματος, ως αναγνώστης του Πλουτάρχου, στήθηκε συμβολικά μπροστά σε έναν πίνακα ζωγραφικής με την εικαστική απόδοση της πιο παλιάς περιπέτειας επάνω στα κύματα της Μεσογείου για να μας εκφωνήσει τη βυσσόφρωνα σοφία του:
Εκείνης της αρπαγής της βασιλοπούλας Ευρώπης από τις ακτές της Φοινίκης από το (μόνιμο ταραχοποιό του Ολύμπου) Δία, μεταμορφωμένο σε κατάλευκο ταύρο για να τη μεταφέρει στην Κρήτη.
Ήδη από το 2008, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ διατυμπανίζει ότι «η μαζική μετανάστευση του 21ου αιώνα δεν είναι παροδικό φαινόμενο, είναι το νέο φυσιολογικό. Αν δεν προσαρμοστούμε με αλληλεγγύη, θα θερίσουμε αστάθεια».
Η προειδοποίηση του ΟΗΕ είναι διπλή: Οι μετακινήσεις πληθυσμών είναι αναπόφευκτες, και η αντιμετώπισή τους ως απειλή αντί ως πρόκληση συνεργασίας, θα οδηγήσει σε πολιτισμική και ανθρωπιστική κατάρρευση.
Αντί για σπασμωδικά μέτρα, ο ΟΗΕ ζητά, από μια κωφεύουσα ανθρωπότητα, ένα συνολικό παγκόσμιο πλαίσιο για ασφαλή, νόμιμη και ανθρώπινη κινητικότητα, αλλιώς, όπως καθημερινά και σε μεγαλύτερη συχνότητα θα βλέπουμε και στην Κρήτη, η θάλασσα θα συνεχίσει να ζητά το τίμημά της.
Παραδοσιακά, οι μεταναστευτικές ροές κινούνταν από την Βόρεια Αφρική (κυρίως Λιβύη και Τυνησία) προς την Ιταλία ή τη Μάλτα. Ωστόσο, η αυξημένη επιτήρηση στην κεντρική Μεσόγειο, η αστάθεια σε Λιβύη και Σουδάν, και η χρήση μικρότερων, λιγότερο ελεγχόμενων διαδρομών, έχουν στρέψει τα κυκλώματα διακίνησης προς πιο ανατολικές διαδρομές όπως Κρήτη, Κάρπαθο, ακόμα και Νότια Πελοπόννησο.
Η Κρήτη, ως μεγάλο, κοντινό και δύσκολα επιτηρούμενο νησί, εμφανίζεται όλο και πιο συχνά στους νέους χάρτες μεταναστευτικών ροών. Το νησί, αν δεν υπάρξει ευρωπαϊκή στρατηγική διαχείρισης, κινδυνεύει να γίνει πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα σε ανθρωπιστικά αντανακλαστικά και εγχώριο φόβο, ειδικά αν υπάρξουν ναυάγια ή μαζικές αφίξεις. Η κατάσταση είναι προδήλως βέβαιο ότι θα γίνει πιο δύσκολη.
Όχι αναγκαστικά μαζικότερη, αλλά πιο σύνθετη, διάχυτη και πολιτικά τοξική. Το αν η Κρήτη θα είναι «θύμα» ή «παράδειγμα διαχείρισης» εξαρτάται πρωτίστως από την ευρωπαϊκή στρατηγική (…αν υπάρξει), την ετοιμότητα της τοπικής κοινωνίας, και κυρίως, τη θέλησή μας να δούμε τους ανθρώπους ως ανθρώπους, και όχι ως πρόβλημα.
Το προσφυγικό δεν είναι αριθμοί, δεν είναι ροές. Είναι άνθρωποι που σπρώχνονται στο περιθώριο μιας απολεσθείσας παγκόσμιας συνείδησης. Αν δεν χτίσουμε γέφυρες και αντί γι’ αυτό ενισχύουμε τα σύνορα και χτίζουμε τείχη, θα γίνουμε εμείς οι απόκληροι του μέλλοντος. Και τότε, οι θάλασσες αυτές, όντως, θα έχουν εκδικηθεί.
Ο κ. Κωστής Ε. Μαυρικάκης είναι πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ. Ο τίτλος είναι δάνειος από το «Φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά» του Ο. Ελύτη και την ενότητα «η Κόρη που ‘φερνε ο βοριάς»